12.1 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΕλευθερία του τύπου: Έννοια και δύο ιστορικά παραδείγματα της νομολογίας

Ελευθερία του τύπου: Έννοια και δύο ιστορικά παραδείγματα της νομολογίας


Της Αναστασίας Ερνεάνου,

Καθημερινή συνήθεια χιλιάδων ατόμων, ιδιαίτερα σε εποχές κατά τις οποίες το διαδίκτυο δεν είχε κάνει ακόμη «εισβολή» στη ζωή μας με τη δυναμική του παρουσία, ήταν -και εξακολουθεί για μερικά άτομα να είναι- η ανάγνωση κάποιας εφημερίδας. Με τη συνηθισμένη αυτή κίνηση, την ανάγνωση, δε βρισκόμαστε πάντα σε θέση να αντιληφθούμε τη σημασία αυτής της δυνατότητας που μας παρέχεται εδώ και δεκαετίες, σε οργανωμένο πλαίσιο.

Ο Τύπος αποτελεί έκφανση του δημοκρατικού πολιτεύματος, σημαντική ελευθερία μέσα στο σύγχρονο κράτος δικαίου. Ο ορισμός του δίνεται από ένα νομοθέτημα αρκετά παλαιό, το οποίο ασφαλώς έχει υποστεί αναθεωρήσεις με το πέρασμα των χρόνων, τον Αναγκαστικό Νόμο (ΑΝ) 1092/1938. Στο άρθρο 1 αυτού του παλαιού νόμου αναφέρεται ότι: « Τύπος και έντυπον επί των οποίων εφαρμόζονται αι διατάξεις του νόμου τούτου, είναι παν ό,τι εκ τυπογραφίας ή οποιουδήποτε άλλου μηχανικού ή χημικού μέσου, παράγεται εις όμοια αντίτυπα και χρησιμεύει εις πολλαπλασιασμόν ή διάδοσιν χειρογράφων, εικόνων, παραστάσεων μετά ή άνευ σημειώσεων, ή μουσικών έργων μετά κειμένου ή επεξηγήσεων, ή φωνογραφικών πλακών. Τα του κινηματογράφου διέπονται υπό ειδικού νόμου.».

Επίσης, στο άρθρο 4 του ίδιου νόμου δίνεται ο ορισμός της εφημερίδας:« Εφημερίς κατά την έννοιαν του παρόντος νόμου είναι πάν έντυπον καθ’εκάστην ή και κατά τα μεγαλύτερα «αλλά κατά πάντως» χρονικά διαστήματα μέχρι ενός, κατ’ανώτατον όριον, μηνός εκδιδόμενον, και περιέχον ύλην γενικού πολιτικού και κοινωνικού ενδιαφέροντος, ήτοι ειδήσεις, κρίσεις επί ζητημάτων απασχολούντων την δημόσιαν γνώμην, αναγγελίας και διαφημίσεις».

Στο νομοθέτημα αυτό, δίνεται σαφώς ένας αρκετά τεχνικός-στενός ορισμός της έννοιας του Τύπου και της εφημερίδας. Ασφαλώς, αναφορά γίνεται στον πολιτικό και κοινωνικό επηρεασμό που ασκεί μέσω της λειτουργίας του. Ο Τύπος αποτελεί θεμέλιο της Δημοκρατίας, καθώς προάγει -και οφείλει να το πράττει- την αλήθεια, διαφωτίζει τους πολίτες και μπορεί να ασκήσει δημόσια κριτική τόσο σε καταστάσεις όσο και σε πρόσωπα που απασχολούν το δημόσιο ενδιαφέρον.

Σε αυτό το σημείο ενδιαφέρον παρουσιάζουν δύο υποθέσεις που απασχόλησαν το Supreme Court των ΗΠΑ. Η πρώτη, γνωστή με το όνομα «η υπόθεση των Pentagon Papers», απασχόλησε το δικαστήριο αυτό εξαιτίας του χαρακτήρα, ιδίως, των αντικρουόμενων εννόμων συμφερόντων. Συγκεκριμένα, ως προς το ιστορικό της υπόθεσης, ο Υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Robert McNamara, ζήτησε το 1967 να διεξαχθεί έρευνα σχετικά με τη στρατιωτική εμπλοκή στο Βιετνάμ κατά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η έρευνα κατέληξε στη σύνταξη απόρρητης έκθεσης (pentagon papers) 47 τόμων από 3000 περίπου σελίδες αφήγησης και 4000 που εμπεριέχονταν αποδεικτικά στοιχεία. Αυτό που ουσιαστικά είχε αποδειχθεί είναι πως οι Πρόεδροι που είχαν περάσει κατά το διάστημα αυτό, είχαν παραπλανήσει το λαό αναφορικά με τις αιτίες συμμετοχής στον πόλεμο, ενώ αποδείχθηκε παράλληλα πως συνέχιζαν από ένα σημείο να στέλνουν στρατιώτες στον πόλεμο, ενώ η έκβαση του πολέμου είχε λάβει αρκετά ξεκάθαρο πρόσημο σε βάρος της αμερικανικής πλευράς. Στην έρευνα συμμετείχε και ο πρώην πεζοναύτης και μετέπειτα, στρατιωτικός αναλυτής, Daniel Ellsberg, ο οποίος έδωσε ένα μέρος της έκθεσης αυτής στη New York Times. Παρά την προσπάθεια της Κυβέρνησης των ΗΠΑ να ανακόψει την περαιτέρω γνωστοποίηση αυτής της ιδιαίτερα αποκαλυπτικής -σε βάρος της- έκθεσης, δεν κατάφερε με αποτέλεσμα, σχεδόν ολόκληρος ο Τύπος να στραφεί εναντίον της αποκαλύπτοντας την αλήθεια αναγραφόμενη στα εξώφυλλα των εφημερίδων.

Η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου επί της υποθέσεως «φώτισε» την έννοια της ελευθερίας του Τύπου, η οποία αναλύεται και παρακάτω. Συγκεκριμένα, ανέφερε πως ο Τύπος είναι για να υπηρετεί τους κυβερνώμενους κι όχι τους κυβερνήτες, ενώ προστασία του παρέχεται προκειμένου «να αποκαλύπτει τα μυστικά της Κυβέρνησης και να ενημερώνει το λαό». Ο Πρόεδρος απαγορεύοντας τη δημοσίευση ειδήσεων -που εν γένει δεν εξυπηρετούν τα συμφέροντα των κυβερνόντων- παραβιάζει τις νομοθετικές ρυθμίσεις που ως πρωταρχικό στόχο έχουν να προστατέψουν το λαό από την ανασφάλεια δικαίου και να αποτρέψουν δυσχερή φαινόμενα που, όπως φάνηκε και σε αυτή την ιστορική υπόθεση, τον αποπροσανατολίζουν.

Παρόμοια κρίση που ενίσχυσε μάλιστα, την παραπάνω θέση του Supreme Court, εξέφρασε στην υπόθεση Watergate, ούτε ένα χρόνο μετά την υπόθεση pentagon papers. Σε αυτή την υπόθεση πέντε διαρρήκτες των γραφείων των Δημοκρατικών, στο συγκρότημα Watergate στη Ουάσινγκτον, κατηγορήθηκαν και για την προσπάθειά τους να βάλουν πομπούς καταγραφής συνομιλιών. Το FBI ανακάλυψε πως οι διαρρήκτες αυτοί, αλλά και γενικότερα η επιτροπή του κυβερνώντος κόμματος, που ήταν υπεύθυνη για την προεκλογική εκστρατεία του Προέδρου Richard Nixon, ο οποίος στο μεταξύ είχε επανεκλεγεί, προέβαιναν σε πολιτική κατασκοπεία που χρηματοδοτούνταν με μυστικά κρατικά κονδύλια. Σε αυτές τις αποκαλύψεις, που πληθαίνονταν συνεχώς, συνέβαλαν ιδιαίτερα οι δημοσιογράφοι Bob Woodwart και Carl Bernstein, της Washington Post που αντλούσαν μεταξύ άλλων, πληροφορίες από τον υπαρχηγό του FBI. Το δικαστήριο, αφού προέβη, όπως φαίνεται, σε μια στάθμιση των αντιτιθέμενων συμφερόντων, κατέληξε στο συμπέρασμα πως η ανάγκη για τη διεξαγωγή της δικαστικής διαδικασίας μπορεί να υπερτερεί της προστασίας του προεδρικού προνομίου.

Προβαίνοντας σε ένα συσχετισμό με την αρχή της ελευθερίας του Τύπου στην ελληνική έννομη τάξη, οφείλουμε να διακρίνουμε τα στάδια τα οποία αυτή διατρέχει. Συγκεκριμένα, ισχύει η ελευθερία εκδόσεως (εφημερίδας/περιοδικού), υπό την έννοια πως δεν απαιτείται προηγούμενη άδεια ή εγγοδοσία, σε αντίθεση με όσα ισχύουν για τη ραδιοτηλεόραση. Συνταγματικά ανεκτοί περιορισμοί θεωρούνται για παράδειγμα, η μόνιμη κατοικία/διαμονή στην Ελλάδα και η απουσία λόγων άρσεων του αξιοποίνου ή παρακωλύσεως της ποινικής διώξεως, των φυσικών προσώπων ανεξαρτήτως υπηκοότητας που έχουν διορισθεί από τον/την ιδιοκτήτη ως εκδότες/εκδότριες ή διευθυντές/διευθύντριες.

Επιπλέον, η ελευθερία της πληροφόρησης συμβάλλει στη δυνατότητα πρόσβασης των δημοσιογράφων στις κατάλληλες πηγές που μπορεί να είναι το ίδιο το κράτος. Αυτό είναι λογικό, καθώς η ελευθερία δημοσίευσης των ερευνών και πληροφοριών των δημοσιογράφων θα είχε καταστεί «κενό γράμμα». Ωστόσο, το δικαίωμα αυτό περιορίζεται χάριν προστασίας τρίτων προσώπων, τα οποία δεν παρέχουν τη συναίνεσή τους όταν η πληροφορία τα αφορά. Ασφαλώς, η δημοσιογραφική ελευθερία και η υποχρέωση πληροφόρησης πρέπει να γίνεται με σεβασμό στην προσωπικότητα των ατόμων, το οποίο επιτυγχάνεται με την εφαρμογή της αρχής της «πρακτικής εναρμόνισης» και της στάθμισης των αντικρουόμενων συμφερόντων.

Μια ακόμα έκφανση της αρχής είναι η ελευθερία συντάξεως που αφορά ουσιαστικά, το δικαίωμα συγκεντρώσεως και επεξεργασίας του υλικού που συγκεντρώθηκε και θα δημοσιευτεί. Τόσο οι εφημερίδες όσο και εν γένει τα ΜΜΕ, δεν έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν από το κράτος την παροχή προσωπικών πληροφοριών, αφού σύμφωνα με το άρθρο 16 του νόμου 1599/1986, το δικαίωμα αυτό έχουν τα πρόσωπα για τις πληροφορίες που τα αφορούν. Ωστόσο, εξαιτίας του χαρακτήρα της υποχρέωσης των ΜΜΕ για πληροφόρηση του λαού, τα όρια προστασίας των ιδιωτών υποχωρούν, όπως στην περίπτωση των δημοσίων προσώπων κατ’εφαρμογή και πάλι, της στάθμισης των αντιτιθέμενων συμφερόντων. Συνεπώς, ο/η ιδιοκτήτης/ ιδιοκτήτρια μπορεί ελεύθερα να αποφασίζει την πολιτική ή την κατεύθυνση του εντύπου με σεβασμό πάντοτε, στην υποχρέωση ενημέρωσης και διαφώτισης του λαού, καθώς και στα προστατευόμενα συνταγματικά δικαιώματα.

Τέλος, σε αυτή την ελευθερία εμπεριέχεται η εκτύπωση του εντύπου με τον τρόπο που επιθυμεί ο εκδότης (π.χ. σχήμα, μορφή, αριθμός σελίδων), αλλά και η κυκλοφορία των εντύπων αυτών τηρουμένων των διατάξεων της εργατικής και της περί ελεύθερου ανταγωνισμού διατάξεις.

Συνεπώς, η λειτουργία που επιτελεί ο τύπος και εν γένει, τα ΜΜΕ είναι κομβικής σημασίας. Παρόλο που οι αρχές και οι νόμοι που διέπουν τη λειτουργία τους, τα όρια μεταξύ της δημοσιογραφικής ελευθερίας και του δημοσίου συμφέροντος ή της προάσπισης των ατομικών δικαιωμάτων δεν είναι πάντα ευδιάκριτα. Τα αρμόδια όργανα, αλλά και ο δικαστής οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη όλες τις παραμέτρους ούτως ώστε να εξυπηρετείται η αλήθεια και η ασφάλεια δικαίου.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Pentagon-Papers,britannica.com, διαθέσιμο εδώ
  • Watergate Scandal, history.com, διαθέσιμο εδώ
  • Το δίκαιο των ΜΜΕ, Ιωάννης Κ. Καρακώστας

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Αναστασία Ερνεάνου
Αναστασία Ερνεάνου
Γεννήθηκε το 2000. Σπουδάζει στο τμήμα της Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Έχει παρακολουθήσει πλήθος σεμιναρίων σχετικά με τα εγχώρια και τα διεθνή δρώμενα. Αγαπάει τα ταξίδια και είναι ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένη όσον αφορά τον εθελοντισμό.