Του Θάνου Κουλουβάκη,
Η ζωγραφική είναι αδιαμφισβήτητα μία υπέροχη τέχνη, η οποία έχει πολλά να μας προσφέρει τόσο σε αισθητικό όσο και σε συναισθηματικό επίπεδο. Φαντάζομαι ότι οι περισσότεροι και οι περισσότερες έχουμε αισθανθεί δέος μπροστά σε έναν πίνακα που μας εντυπωσίασε. Όμως, με βεβαιότητα μπορώ να πω ότι η τέχνη δεν προκαλεί μονάχα ή απαραιτήτως δέος – απλώς το ανέφερα ενδεικτικά. Δημιουργεί μια πληθώρα συναισθημάτων -μοναδικών αισθήσεων- που πραγματικά μπορούν να μας κατακλύσουν.
Γι’ αυτό τον λόγο, όταν αποφάσισα να γράψω ένα άρθρο για τη ζωγραφική, θεώρησα ότι είναι καλύτερο να μην παρουσιάζω απλώς μερικούς πίνακες και τις ιστορίες τους, αλλά να αναλύσω τι συναισθήματα και τι εικόνες μου δημιουργεί ο κάθε ένας. Πήρα αυτή την απόφαση, διότι νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό να εκφράζουμε ό,τι μας προκαλεί η τέχνη αυθόρμητα και να μην θεωρούμε ότι αυτό που μας έκανε να αισθανθούμε εμάς ένα έργο τέχνης δεν είναι κάτι που αξίζει να συζητήσουμε και να μοιραστούμε. Έχω διαλέξει, λοιπόν, τρεις πίνακες που με έχουν ιντριγκάρει και θα αναλύσω σύντομα τη σκέψη μου σχετικά με αυτούς.
Edward Hopper, Morning Sun (1952)
Η αλήθεια είναι πως σε όλο το έργο του Edward Hopper αισθάνομαι ότι ο θεατής εξαναγκάζεται -τρόπον τινά- να μπει στη διαδικασία να κοιτάξει μέσα του, τον εαυτό του, να επικεντρωθεί στον τρόπο ζωής του, στα συναισθήματά του. Ακόμη πιο έντονα, στο συγκεκριμένο έργο, αισθάνομαι τη μοναξιά· αισθάνομαι ότι τη μοναξιά τη βιώνω κι εγώ μέσα από τον πίνακα. Λες και με κάποιο τρόπο βρίσκομαι να ατενίζω την πόλη παγωμένος, βουβός, ατάραχος. Λες και μετά το πρωινό ξύπνημα έμεινα να χαζεύω τη ζωή μου πίσω από το μεγάλο παράθυρο. Για να είμαι ειλικρινής, αυτό με εντυπωσιάζει στα έργα του Edward Hopper – δηλαδή το γεγονός ότι μας βάζει στη διαδικασία να προβληματιστούμε για τη ζωή που ζούμε στη σύγχρονη κοινωνία μέσα στην οποία υπάρχουμε.
Claude Monet, En Norvégienne (1887)
Και από το αστικό τοπίο και την ύπαρξη εντός του περνάμε τώρα στο φυσικό – τη μεγάλη αγάπη του Claude Monet (aka Κλοντ Μονέ, για να μην υπάρξουν μπερδέματα). Ο συγκεκριμένος πίνακας μου θυμίζει την ανεμελιά, τη νηνεμία της φύσης, τα ζεστά απογεύματα της άνοιξης. Με κάνει να αισθάνομαι ασφάλεια και, όταν τον κοιτώ, νιώθω ότι με κάποιο περίεργο τρόπο έχω βρεθεί σε αυτό το μέρος και έχω βιώσει τη στιγμή που απεικονίζεται. Είναι πράγματι παράξενο, ωστόσο ο συγκεκριμένος πίνακας μου προξενεί ένα αλλόκοτο συναίσθημα που θα παρομοίαζα με ένα κράμα νοσταλγίας και ηρεμίας.
David Hockney, The Splash (1966)
Ένας πίνακας για την εξαφάνιση, τη σιωπή, τη δύναμη της φύσης. Την ίδια στιγμή που τα ανθρώπινα κατασκευάσματα βρίσκονται ακίνητα, το νερό διαμαρτύρεται και εξεγείρεται. Η παρουσία του ανθρώπου εντός του είναι που το ενοχλεί; (δεν έχω απάντηση). Ίσως η θέση που έχει τοποθετηθεί και η χρήση του. Όπως και να ‘χει, ας μη μιλήσω αποκλειστικά για το splash, αλλά για το The Splash. Ο εν λόγω πίνακας μου βγάζει τρομερές αντιθέσεις. Από τη μία, η ανθρώπινη και, από την άλλη, η φυσική δημιουργία. Στη μέση το νερό μέσα στην πισίνα αποτελεί στο μυαλό μου τη συνύπαρξη των δύο. Με κάνει να αισθάνομαι τραγικά ένοχος και παράλληλα παράλογα ήρεμος.