17.1 C
Athens
Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΟ βωμός της Περγάμου και τα γλυπτά του

Ο βωμός της Περγάμου και τα γλυπτά του


Της Νάνσυς Κούκου,

Η Κλασική περίοδος αποτέλεσε, όπως έχουμε αναφέρει και σε προηγούμενο άρθρο, μία από τις πιο ένδοξες στιγμές της ελληνικής ιστορίας. Έθεσε τα θεμέλια της τέχνης, των θετικών επιστημών και της φιλοσοφίας. Έδωσε τροφή για σκέψη σε πολλούς λαούς, ειδικά κατά την Αναγέννηση, που οι φιλομαθείς μελετούσαν τη νοοτροπία και λογική των προγόνων μας, φέρνοντας στην επιφάνεια πάλι το ελληνικό πνεύμα και τον πολιτισμό. Ωστόσο, μετά την κατάλυση της αθηναϊκής ηγεμονίας και τη σταδιακή ανάπτυξη του Μακεδονικού βασιλείου του Φιλίππου Β΄, μπορούμε να πούμε ότι ξεκινάει μία νέα εποχή. Αυτή η εποχή αποτελεί τη συνέχεια του μεγαλείου των Κλασικών χρόνων. Μάλιστα, κάποιος θα μπορούσε να τη χαρακτηρίσει ως το απόγειο των Κλασικών χρόνων.

Αναλυτικότερα, γνωρίζουμε ότι ο Φίλιππος Β΄ είχε όραμα να ενώσει όλους τους Έλληνες, ώστε να ηττηθούν οι Πέρσες οριστικά, χωρίς να χρειάζεται στο μέλλον να τους ξαναενοχλήσουν, γιατί, όπως αποδεικνύει η ιστορία, η Περσική Αυτοκρατορία πάντα έσπειρε τη διχόνοια στους Έλληνες και κινούνταν απειλητικά. Όμως, αυτό το όνειρο το πραγματοποίησε ο Μέγας Αλέξανδρος ξεκινώντας σταδιακά να το υλοποιεί το 336 π.Χ., που στέφθηκε βασιλιάς, μετά τη δολοφονία του πατέρα του. Η ελληνιστική περίοδος διαρκεί μέχρι το 30 π.Χ. και το σίγουρο είναι ότι σε αυτό το διάστημα η δόξα του Κλασικισμού διαδίδεται και ο ελληνισμός και η γλώσσα κυριαρχούν, αφού ο Αλέξανδρος γίνεται αυτοκράτορας. Το μεγαλείο του και η προπαγάνδα του συνεχίστηκαν και με τους διαδόχους-στρατηγούς του, όπως, για παράδειγμα, ο βωμός της Περγάμου, που κρύβει ποικίλους συμβολισμούς, και ένας είναι η νίκη των Ελλήνων κατά των Περσών. Στο άρθρο αυτό, λοιπόν, θα θίξουμε περιληπτικά ορισμένα στοιχεία της πλαστικής αυτής της περιόδου μαζί με τα ανάγλυφα του βωμού της Περγάμου και συγκεκριμένα για τα σύμβολα-μηνύματά του.

Ο βωμός της Περγάμου αποτελούσε τμήμα του αφιερωμένου ναού του Διός. Χτίστηκε κατά τη Μέση Ελληνιστική περίοδο από τον βασιλιά των Σελευκιδών, Ευμένη Β΄. Ο βωμός βρισκόταν στο εσωτερικό του ναού μέχρι που στάλθηκε στο Βερολίνο, κατόπιν συμφωνίας Γερμανίας και Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η βάση του περιστυλίου είχε περίπου 2,3 μ. ύψος, ενώ η ζωφόρος του είχε συνολικό μήκος 120 μ., μάλιστα αυτή μπορεί να συγκριθεί με τη ζωοφόρο του Παρθενώνα. Το θέμα του βασίζεται στη γιγαντομαχία, που υπάρχει ως θέμα στον Παρθενώνα και σε άλλους ναούς. Πιο αναλυτικά, στη βόρεια πλευρά του αναπαρίστανται σκοτεινές θεότητες της Νύχτας, που οι περισσότερες δυσκολεύουν τους ειδικούς να βρουν την ταυτότητά τους. Παρόλο που στον θριγκό (πάνω τμήμα της ζωοφόρου) γράφονται τα ονόματα των Θεών, σε ορισμένα σημεία δεν είναι ευκρινή. Μάλιστα, καλό είναι να πούμε ότι στο κάτω τμήμα αναφέρονται τα ονόματα των γιγάντων. Σίγουρα, όμως, πιστεύουν ότι απεικονίζονται η Διώνη, η Αφροδίτη, οι Μοίρες, η Νύχτα και ο Δίας με την Αθηνά.

Αξιοθαύμαστος είναι ότι ο τρόπος που πολεμούν η Αθηνά και ο Δίας τους γίγαντες. Αυτή η σκηνή είναι ίδια με την σκηνή του Δυτικού αετώματος του Παρθενώνα, που τα σώματα του Ποσειδώνα και της Αθηνάς σχηματίζουν το γράμμα «V». Εδώ γίνεται το ίδιο με τη διαφορά ότι ο Δίας αντικαθιστά τον Ποσειδώνα. Ο Δίας κρατά κεραυνό και μαζί με τον αετό του επιτίθεται, ενώ η Αθηνά πολεμά και στέφεται από μια φτερωτή νίκη. Μην ξεχνάμε ότι, για να νικηθούν οι γίγαντες, σύμφωνα με μια προφητεία, έπρεπε να συμμετέχει στο πλευρό των Θεών και ένας θνητός. Αυτός ήταν ο Ηρακλής, που τον έπεισε η Αθηνά. Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, πέρα από τις πολεμικές της ικανότητες, την πολύτιμη διπλωματική της συνεισφορά σε αυτόν τον αγώνα.

Σκηνή της μάχης με την Αθήνα

Στη νότια πλευρά, επικρατούν φωτεινές θεότητες, ο Ήλιος, η Φοίβη, η Αυγή κ.α. Στο βορειοδυτικό τμήμα, υπάρχουν θαλάσσιες θεότητες και στο νοτιοδυτικό γήινες.

Όλοι οι Θεοί εμφανίζονται ντυμένοι, ενώ οι γίγαντες γυμνοί ή ντυμένοι ως οπλίτες. Με αυτόν τον τρόπο, ο καλλιτέχνης ήθελε να αποδώσει στους δεύτερους το βάρβαρο, απολίτιστο, ζωώδες ένστικτό και να θεμελιώσει τους Θεούς ως την εξέλιξη του πολιτισμού και της λογικής. Με άλλα λόγια, οι γίγαντες συμβολίζουν το φαύλο και οι Θεοί την αρετή. Ταυτόχρονα, η μάχη αυτή συμβολίζει την κυριαρχία των αρχαίων Ελλήνων στα βάθη της Ανατολής, αφού πάντα οι Πέρσες για τους Έλληνες ήταν γενικά το κακό και το κατώτερο. Επιπλέον, ένας άλλος τρόπος, για να δηλωθεί αυτή η άθλια φύση των γιγάντων, ήταν να τους λαξεύσουν απευθείας πάνω στο μάρμαρο τερατόμορφους. Πολλοί απεικονίζονται λεοντόμορφοι και άλλοι εριχθόμορφοι. Μερικοί έχουν φτερά, ενώ άλλοι άκρα με φιδίσιο δέρμα ή με λέπια ψαριού. Πέρα, όμως, από τα σύμβολα, αυτή η αναπαράστασή τους είναι λογική, καθώς έπρεπε τα γλυπτά να υπακούν και στη μυθολογία, σύμφωνα με την οποία οι γίγαντες είναι θνητά τέκνα του Ουρανού και της Γης και ίσως, για να γίνουν αθάνατοι, διάλεξαν να διεκδικήσουν την εξουσία.

Παρατηρώντας λεπτομερώς τα γλυπτά θα καταλάβουμε ότι πληρούν τα νέα στοιχεία που εντάσσονται στην πλαστική. Υπάρχει πολυπλοκότητα στις πόζες, ενώ πριν ξέρουμε ότι, κατά βάση, ο γλύπτης Μύρωνας επιχειρούσε να δημιουργήσει δυσκολότερες στάσεις σώματος στα κλασικά χρόνια. Η πλαστικότητα είναι ανώτερη, καθώς τώρα μαζί με την τρισδιάστατη αναπαράσταση αποδίδονται καλύτερα οι υφές του έργου, που φαίνονται ξεκάθαρα στα φτερά, την κώμη και το δέρμα των γιγάντων.

Τα Λυσιππικά στοιχεία (η λέξη προέρχεται από τον γλύπτη Λύσιππο, που ήταν ο μόνος που είχε άδεια να κατασκευάζει τα πορτρέτα του Μεγάλου Αλέξανδρου, καθώς θεωρείται ότι μπορούσε να αποδώσει καλύτερα από όλους τον ψυχισμό του) πρωταγωνιστούν, όπως το αφελές και ονειροπόλο βλέμμα, το μισάνοιχτο στόμα και ο μακρύς λαιμός, που γέρνει λίγο προς μία κατεύθυνση. Ακόμη, η θεατρικότητα στο όλο έργο αποδίδεται γενικά με την τάση για υπερβολή και με τα έντονα συναισθήματα στα πρόσωπα των μορφών. Συγκεκριμένα, στα πρόσωπα των γιγάντων αποδίδεται ο πόνος και φόβος του θανάτου τους. Τέλος, η μυολογία είναι εντονότερη και το κεφάλι μικρότερο, ώστε να φαίνονται ψηλότερες οι μορφές.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Πλάντζος Δημήτρης, «Ελληνική Τέχνη και Αρχαιολογία 1200–30 π.Χ.», εκδόσεις Κάπον, 2018
  • Ramage H. Nancy, Ramage Andrew, «Η Ρωμαϊκή Τέχνη», University Studio Press

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Νάνσυ Κούκου
Νάνσυ Κούκου
Γεννήθηκε το 1999 στην Θεσσαλονίκη. Σπουδάζει στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου στο τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών. Από νεαρή ηλικία ασχολείται με την μαγειρική, τον αθλητισμό και τον κινηματογράφο. Στις διακοπές της προτιμάει θάλασσα και έχει ταξιδέψει στην Κωνσταντινούπολη και στην Κροατία. Στο μέλλον επιθυμεί να κάνει και άλλα ταξίδια, να βιώσει την πανεπιστημιακή εμπειρία του Erasmus και να κάνει μεταπτυχιακό στην Αιγυπτιολογία και στην Ενάλια Αρχαιολογία.