20.3 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτικήΓνώμηΠοιος φέρει την ευθύνη τελικά;

Ποιος φέρει την ευθύνη τελικά;


Της Ραφαέλας – Γεωργίας Τσιμτσιλή,

Μεγάλο βάρος «κουβαλάει» η λέξη ευθύνη. Αποδίδεται εύκολα και χωρίς πρωτύτερη σκέψη, αλλά η αποδοχή της είναι αυτή που φαντάζει: δύσκολη. Ποιος φταίει; Ποιανού οι πράξεις οδήγησαν σε μία ρευστή και όλο και οδυνηρότερη υγειονομική κρίση; Η επιλογή ενός εξιλαστήριου θύματος με σκοπό την αποτίναξη του δικού μας μεριδίου ευθύνης αποτελεί τον εύκολο δρόμο. Η υγειονομική κρίση που διανύουμε παίρνει όλο και μεγαλύτερη διάσταση, καθώς η συνεχής επιβολή αυστηρότερων μέτρων στην δεύτερη φάση της πανδημίας του κορωνοϊού, δεν έχει φέρει, μέχρι στιγμής, τα αναμενόμενα αποτελέσματα και ωθεί τους πάντες στην αναζήτηση του υπαίτιου.

Οι πολίτες νιώθουν μία διαρκή πίεση, καθώς βλέπουν τις ελευθερίες τους να περιορίζονται εις χάριν του δημόσιου συμφέροντος και μπορεί να το είχαν αποδεχθεί καλύτερα, αν όντως έβλεπαν τα κρούσματα να λιγοστεύουν ή τους συνανθρώπους τους να μην πεθαίνουν ανά δεκάδες κάθε ημέρα. Αγχωμένοι από τα έξοδα που «τρέχουν», μη δημιουργικοί καθώς η εργασία τους έχει παύσει για δεύτερη φορά ή ακόμα ασκώντας το επάγγελμα τους εξ’ αποστάσεως, που τους ταυτίζει τον ασφαλή χώρο -την οικία τους- με τον χώρο εργασίας, έρχονται σε θέση άμυνας απέναντι στις αποφάσεις της κυβέρνησης.

Υπάρχει μία μερίδα του κόσμου που βλέποντας τα καταστήματα και τις επιχειρήσεις της κλειστές, εναντιώνεται στις παρούσες αποφάσεις και ζητά εξηγήσεις. Ρίχνει λοιπόν τις ευθύνες της έξαρσης του ιού στις γεμάτες σχολικές αίθουσες, στην έλλειψη ιατρικού και συναφούς προσωπικού, καθώς και στις εκκλησίες που μένουν ανοιχτές. Ταυτόχρονα, όμως, ένα άλλο μέρος των πολιτών κατηγορεί την κυβέρνηση για την χαλαρότητα που επέδειξε τους καλοκαιρινούς μήνες, ανοίγοντας τους χώρους εστίασης και το λιανικό εμπόριο, καθώς στην εξίσωση του κορωνοϊού και της υγείας εισήλθε και η τιμή της τουριστικής περιόδου.

Η Κυβέρνηση βρίσκεται υπόλογη μπροστά στον ελληνικό λαό, καθώς εκείνη συλλέγει τις πληροφορίες από τις αρμόδιες αρχές και με βάση αυτές λαμβάνει τις τελικές αποφάσεις. Αυτή θα κριθεί, με βάση το αποτέλεσμα, για την αναγκαιότητα και την αποτελεσματικότητα των εφαρμοσμένων μέτρων. Γίνεται φανερό ότι οι πολίτες βρίσκονται διχασμένοι στον δεύτερο κύκλο εγκλεισμού, εξαιτίας της αβεβαιότητας που κυριαρχεί. Προσπαθούν, στην πλειονότητά τους, υπό αυτές τις συνθήκες να εναρμονιστούν με την νέα πραγματικότητα.

Από την άλλη πλευρά, απήλαυσε τα συγχαρητήρια που της δόθηκαν κατά την πρώτη φάση διαχείρισης της πανδημίας και δικαίως, διότι σε σύγκριση με άλλα μεγαλύτερα και δυνατότερα, στον τομέα της υγείας, κράτη, κατάφερε να αναδείξει την Ελλάδα ως μία από τις ασφαλέστερες από την έξαρση του κορωνοϊού χώρες. Έχοντας το πλεονέκτημα της πρώτης κίνησης, έδρασε αποφασιστικά με στόχο την ίση εισροή και εκροή ασθενών στα νοσοκομεία για την αποφυγή της υπερφόρτωσης αυτών. Η απόφαση της εφαρμογής των μέτρων της καραντίνας έφερε λοιπόν τα αναμενόμενα αποτελέσματα, καθώς ο αριθμός των κρουσμάτων και των νεκρών ήταν ελεγχόμενος.

Όλα αυτά δυστυχώς ανήκουν στο παρελθόν, διότι -παρά τις προειδοποιήσεις που είχαν προηγηθεί από τους ειδικούς, για την επέλαση δεύτερου κύματος κορωνοϊού- η κυβέρνηση δεν φάνηκε προετοιμασμένη να το αντιμετωπίσει αποτελεσματικά. Παρόλες τις ελλείψεις ή παραλείψεις των μέτρων και τα κενά σημεία των εξαγγελιών, τα πολιτικά πρόσωπα κατακλύζουν τις ειδησεογραφικές εκπομπές τονίζοντας πως το κράτος έπραξε το χρέος του και τώρα σειρά έχει η ατομική ευθύνη. Ο κόσμος έχει κουραστεί να παρακολουθεί καθημερινά στα τηλεοπτικά πάνελ τους βουλευτές να αναφέρουν νέα πιθανά μέτρα και πολλές φορές αντικρουόμενα μεταξύ τους, αντί να παράγουν πολιτική, όπως οφείλουν.

Σε αυτή την περίοδο έκτακτης ανάγκης, για να εξασφαλίσουμε μία όσο το δυνατόν καλύτερη έκβαση, σημασία έχει τόσο η κατανόηση της κυβερνητικής ευθύνης, από την πλευρά του πολιτικού συστήματος, όσο και η κατανόηση της συλλογικής μας ευθύνης. Η Κυβέρνηση, από την πλευρά της, πρέπει να είναι σε θέση να ενστερνιστεί τις ανάγκες και τα άγχη του συνόλου της κοινωνίας και να δρα προλαμβάνοντας καταστάσεις. Θα ήταν προτιμότερο η ενημέρωση, για την πορεία της πανδημίας να προερχόταν μόνο από τους αρμόδιους υγειονομικούς επιστήμονες, ενώ σύσσωμη η κυβερνητική ομάδα να αναλωνόταν στην δημιουργία λειτουργικών και βιώσιμων μέτρων.

Κατά τη γνώμη μου, θα ήταν πιο αποδοτικό επικοινωνιακά, αν η Κυβέρνηση είχε συνεχίσει την επίκληση στην συλλογική δράση και σκέψη, παρά την συνεχή χρήση της έκφρασης «ατομική ευθύνη». Έτσι θα καλλιεργούσε ένα αίσθημα καθήκοντος και όχι εξαναγκασμού, με τους πολίτες να ακολουθούν τα μέτρα όχι γιατί τους επιβάλλονται, αλλά γιατί κατανοούν την υπεροχή του γενικού καλού. Με αυτό τον τρόπο, ο καθένας ξεχωριστά θα αισθανόταν, ότι συνεισφέρει ως σημαντικό μέλος της κοινωνίας και θα σταματούσε να νιώθει αποκομμένος από αυτή.

Οι πολίτες από την άλλη, πρέπει να σκεφτούν συλλογικά, παρά με βάση τα ατομικά τους συμφέροντα. Οι πράξεις μας έχουν επίπτωση στην κοινωνία και αν ένα μέρος των πολιτών παραστρατήσει, μηδενίζεται η προσπάθεια του συνόλου. Όπως συνηθίζεται να λέγεται, ο «εχθρός» είναι κοινός και πρέπει να τον αντιμετωπίσουμε συλλογικά. Όταν θα έρθει η στιγμή όπου τα μέτρα θα αρθούν, τότε οι συγκεντρώσεις και η τέλεση προσωπικών και θρησκευτικών εορτών θα επιτραπούν ξανά και οι ρυθμοί της καθημερινότητας θα επανέλθουν. Το μεγάλο οικονομικό τίμημα είναι βέβαιο, ας προσπαθήσουμε τουλάχιστον να συρρικνώσουμε το κοινωνικό.


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ραφαέλα - Γεωργία Τσιμτσιλή
Ραφαέλα - Γεωργία Τσιμτσιλή
Γεννήθηκε το 1997 και μεγάλωσε στον Πειραιά. Είναι τελειόφοιτη φοιτήτρια στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης με κατεύθυνση Διοικητική Επιστήμη & Δημόσιο Δίκαιο του Πανεπιστημίου Αθηνών. Πραγματοποίησε την πρακτική της άσκηση στην ανεξάρτητη Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Ασχολείται με τον εθελοντισμό, έχει ως πάθος τα ταξίδια και αυτή την περίοδο διδάσκεται την Ισπανική γλώσσα.