Της Μαρίας Καλαμπόκα,
Κατά τη διάρκεια του σκοταδισμού της μεσαιωνικής εποχής, εκατομμύρια άνθρωποι διώχθηκαν και θανατώθηκαν ένεκα της κατηγορίας για μαγεία. Η πλειονότητα των δικών και των εκτελέσεων πραγματοποιήθηκαν, κατά τη διάρκεια του 16ου– 17ου αιώνα. Αξιοπρόσεχτη θεωρείται η ταχύτητα και η συχνότητα των εκτελέσεων, πρωτίστως στη Γερμανία, καθώς θανατώθηκαν 400 περίπου άνθρωποι σε μια ημέρα (Midelfort, 1972). Προτού αναλυθεί το περιβόητο κυνήγι των μαγισσών, οφείλεται να δομηθεί το ιδεολογικό υπόβαθρο, οι προκαταλήψεις, που μάστιζαν την τότε κοινωνία, και φυσικά οι περιβόητες κατηγορίες, που οδηγούσαν σε δίκες, σχετικά με τη μαγεία.
Η μαγεία ως ορισμός θεωρείται προβληματικός από το πεδίο των ανθρωπολογικών και κοινωνικών επιστημόνων. Διαχωρίζεται από τον τομέα της θρησκείας και της επιστήμης, διότι δίδεται διαφορετική διάσταση στο νόημα και στο περιεχόμενο. Γενικότερα, η μαγεία είναι ιδιαίτερα «φορτισμένη» με αρνητική σημασία, εφόσον πρόκειται για απατηλές, δόλιες και μη συμβατικές θρησκευτικές τελετουργίες. Η μαγεία συνδέθηκε άρρηκτα με το γυναικείο φύλο, επισημαίνοντας ότι επρόκειτο για την πηγή του κακού, την περίοδο του μεσαίωνα. Αυτό αποφαίνεται στο γεγονός, ότι οι γυναίκες αποτέλεσαν το μεγαλύτερο ποσοστό θυμάτων, τουναντίον η κοινωνική τους τάξη ήταν πρωταρχικός παράγοντας, για να κριθούν ένοχες και απειλή για την τότε κοινωνία. Κατ’ επέκταση, οι γυναίκες-μάγισσες σκιαγραφήθηκαν με την πάροδο του χρόνου ως φτωχές, κακές, τρομακτικές χήρες, οι οποίες αξιοποιούσαν τη μαγεία ως εργαλείο εκδίκησης και πονηριάς.
Οι δίκες των μαγισσών δεν περιορίζονταν σε θρησκευτικά δικαστήρια, αλλά, στην πορεία, απέκτησαν βαρύνουσα σημασία καταφθάνοντας στα κοσμικά δικαστήρια. Η βία και οι αποδιοπομπαίοι τράγοι εμφανίστηκαν εξαιτίας της επιδείνωσης των οικονομικών συνθηκών της εποχής, εν τούτοις η δραστηριότητα των δικαστηρίων ήταν έντονη την περίοδο που η Ευρώπη ήρθε αντιμέτωπη με ραγδαίες μειώσεις θερμοκρασίας, οδηγώντας σε έλλειψη τροφίμων. Σύμφωνα με τους κλιματολόγους, χαρακτηρίστηκε η τότε περίοδος ως «μικρή εποχή των παγετώνων» (little ice age).
Η συστηματική μείωση της θερμοκρασίας ενθάρρυνε τη συχνότητα αποτυχίας καλλιεργειών, μειώνοντας τη πρόσβαση σε σημαντικές τροφές, κυρίως σε βόρειες περιοχές της Ευρώπης. Γιατί, όμως, οι «μάγισσες» βρέθηκαν στο επίκεντρο των κατηγοριών μέσα σε αυτό το μυστηριακό κλίμα; Οι καιρικές δυσκολίες (εφόσον δεν μπορούσαν να ελέγξουν τον καιρό) και η κατασκευή ενός «πολιτιστικού πλαισίου» συνέβαλαν στη δίωξη των μαγισσών καθιερώνοντας βίαιες και ανυπεράσπιστες δίκες εις βάρος γυναικών. Η ηλικία των γυναικών ήταν βαρυσήμαντος παράγοντας για την απονομή κατηγοριών· επί παραδείγματι ο Wolfgang Behringer περιέγραψε την «κλασική μάγισσα» ως γριά, μόνη και φτωχή γυναίκα. Ο Lyndal Roper, με τη σειρά του, τοποθετήθηκε αναφέροντας «το κυνήγι της μάγισσας, όπως διεκπεραιώθηκε τον 16ο και 17ο αιώνα, πρόσφερε έναν ξεκάθαρο τρόπο αντιμετώπισης με το κακό, τοποθετώντας την πηγή του κακού στη γριά γυναίκα. Η τρέλα της μαγείας και οι ηλικιωμένες γυναίκες απάρτιζαν το στερεοτυπικό πλαίσιο».
Συλλήβδην οι γυναίκες που κατηγορήθηκαν ως «μάγισσες», πολύ πιθανώς, να υπέφεραν από ψυχικές διαταραχές, οι οποίες ευθύνονταν για τις αντικοινωνικές συμπεριφορές, όμως οι γείτονές τους τις χαρακτήριζαν «σαν μάγισσες». Οι πρώτες δίκες για μαγεία αναδείχθηκαν από τις δράσεις της Καθολικής Ιεράς Εξέτασης, μια επίσημη εκκλησιαστική ανακριτική οργάνωση, στην προσπάθειά της να εξαλείψει την αιρετική συμπεριφορά. Η μαγεία, στην πρώιμη νεότερη περίοδο, βρισκόταν περισσότερο στο μάτι και στη φαντασία του θεατή και ακριβώς για αυτόν τον λόγο το πλαίσιο ήταν ευέλικτο και προσαρμοστικό. Περιπτώσεις που ένα άτομο ήδη είχε ερμηνευθεί ως μάγισσα, οτιδήποτε και να έκανε, ερμηνευόταν ως τρανταχτή απόδειξη της κρυμμένης και σκοτεινής του φύσης. Απειλές και κατάρες αποτελούσαν φυσιολογικό μέρος της κοινωνικής αλληλεπίδρασης εντός των χωριών, στιγματίζοντας όλους τους τρόπους των κοινωνικών συγκρούσεων.
Αντίστοιχα, η κατηγορία για χρήση μαγείας από μια γυναίκα συσχετιζόταν, επίσης, με την εμμηνόπαυση ή τον τερματισμό της κύησης. Οι γυναίκες με εμμηνόπαυση είχαν γερασμένο στήθος και συρρικνωμένες μήτρες, δείχνοντας ότι οι γόνιμες ημέρες είχαν φθάσει στο τέλος τους. Η ορμονική διαταραχή και η «τρέλα» θόλωναν την κρίση των γυναικών, ακολουθώντας μυστηριακές τελετές. Η σωματική δυσλειτουργία ώθησε τις υποψίες για μαγεία, «χτίζοντας» την ταυτότητα της μάγισσας. Εξάλλου, υπήρχε η πίστη της κληρονομικής ιδιότητας. Για παράδειγμα, οι μητέρες μάγισσες προέβαιναν στη διδαχή της μαγείας στις κόρες τους, εφόσον «ήταν στο αίμα τους».
Οι εκκλησιαστικές και δικαστικές αρχές μελετούσαν εξονυχιστικά τις περιπτώσεις των ένοχων γυναικών, καλώντας μάρτυρες, είτε συγγενείς είτε γείτονες, για να συμβάλλουν στη διαλεύκανση των υποθέσεων. Οι ανακρίσεις ήταν βίαιες και απάνθρωπες. Ο πνιγμός, ο εξορκισμός, το μαστίγωμα, ο διασυρμός είναι κάποια από τα χαρακτηριστικά της δικαστικής αρχής. Εν κατακλείδι, το στερεοτυπικό και μεροληπτικό κατασκεύασμα κέρδιζε δυναμική σε μία εποχή με υψηλές κοινωνικές και οικονομικές ταραχές. Η πιθανότητα να αποκτήσει ένα άτομο τη φήμη της μαγείας ενδυναμωνόταν με το πέρασμα του χρόνου και αυτό θα οδηγούσε, εν τέλει, σε μια επίσημη κατηγορία, βασισμένη σε πιστεύω, συναισθήματα και αντιλήψεις, κοινωνικές και οικονομικές περιστάσεις, συγκρούσεις και αλληλεπιδράσεις, δομώντας σταδιακά τη «μαγική» ιδιαιτερότητα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Behringer, W. (1995). «Weather, Hun-ger and Fear» German History. 13:1, pp 1-27
- Ehrenreich, B. and Deirdre E. (1973). «Witches, Midwives and Nurses: A History of Women Healers». New York: Feminist Press.
- Rowlands, A. (2001), «Witchcraft and Old Women in Early Modern Germany», Oxford Journals, 173, p. 50-89.
- Oster, E. (2004). «Witchcraft, Weather and Economic Growth in Renaissance Europe», The Journal of Economic Perspectives, 18, (1), p. 215-228.