20.4 C
Athens
Παρασκευή, 15 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμόςΤέχνη+Οι σιωπηλές γυναίκες του Vermeer

Οι σιωπηλές γυναίκες του Vermeer


Της Κέλλυς Πάντου,

Στην ιστορία της τέχνης, ο Γιoχάνες Βερμέερ είναι σχεδόν τόσο μυστηριώδης και ανεξιχνίαστος όσο ο Σαίξπηρ στη λογοτεχνία. Ο Γιαν Βερμέερ, λοιπόν, γεννήθηκε το 1632 στο Ντελφτ της Νότιας Ολλανδίας. Εκεί έζησε και εργάστηκε ως ένας από τους σημαντικότερους ζωγράφους της «Χρυσής Φλαμανδικής Εποχής» της ολλανδικής ζωγραφικής τον 17ο αιώνα. Παρότι μας άφησε μόνο 36 έργα, κατάφερε να διακριθεί στη ρωπογραφία, την απεικόνιση καθημερινών ρεαλιστικών σκηνών σε εσωτερικούς χώρους και ηθογραφιών, με πρωταγωνίστριες κυρίως γυναίκες της μεσαίας τάξης. Στα έργα του αποτυπώνεται η αλλαγή των ηθών της εποχής: η γυναίκα μεταμορφώνεται, ξαναντύνεται και γίνεται νοικοκυρά, παιδαγωγός και οικοδέσποινα. Κύριο χαρακτηριστικό των έργων του είναι ο ιδιαίτερος φωτισμός, που διαθλάται μέσα από κρυστάλλινα παράθυρα, γεγονός που υπαινίσσεται τη χρήση της τεχνικής του σκοτεινού θαλάμου. Τα έργα του αναγνωρίστηκαν δύο αιώνες μετά τον θάνατό του και αποτελούν σήμερα σημείο αναφοράς των κινημάτων του μπαρόκ και του ιμπρεσιονισμού.

Αναμφίβολα ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα έργα του σήμερα είναι το «Κορίτσι με το Μαργαριταρένιο Σκουλαρίκι» (ελαιογραφία, γύρω στο 1665). Παρότι δεν αποτελεί τον καλύτερο τεχνικά πίνακα του Βερμέερ, ο μύθος και το σκάνδαλο πίσω από την ταυτότητα της εικονιζόμενης κοπέλας είναι το κλειδί της διασημότητάς του. Πολλοί ιστορικοί τέχνης υποστηρίζουν ότι απεικονίζεται η συχνά εμφανιζόμενη σε πίνακές του κόρη του. Ωστόσο, από το σενάριο που υπερισχύει φημολογείται πως το πρόσωπο ανήκει στην 16χρονη υπηρέτρια του Γιοχάνες, Γκριέτ, με την οποία ο ζωγράφος είχε ζήσει έναν θυελλώδη, αλλά μάλλον πλατωνικό έρωτα, λόγω της μεγάλης διαφοράς ηλικίας τους. Το κορίτσι στον πίνακα έχει ζωγραφισμένα στο πρόσωπό της την αγωνία και τον δισταγμό της υπηρέτριας που εικάζεται ότι δέχτηκε κρυφά να ποζάρει για τον ζωγράφο, φορώντας τα σκουλαρίκια της γυναίκας του. Το μυστήριο επιτρέπει στον καθένα να κάνει τις δικές του υποθέσεις, το δικό του μύθο και να συνδεθεί με πιο προσωπικό τρόπο με το έργο. Στην πραγματικότητα, όμως, ο πίνακας είναι εξαιρετικό παράδειγμα εφαρμογής των χαρακτηριστικών της τεχνοτροπίας του ζωγράφου: η έξυπνη χρήση του φωτός και των έντονων χρωματικών αντιθέσεων, που προσδίδουν εκφραστικότητα στο πρόσωπο και την αίσθηση σύγχρονης φωτογραφίας, χωρίς να χρειάζεται τίποτα στο κάδρο πέρα από την κοπέλα.

Σε πρώτη ανάλυση, το χαλαρό πάνω από τον ώμο βλέμμα της κοπέλας αποτελεί κατεξοχήν πόζα των Φλαμανδών ζωγράφων για να αποδώσουν τρισδιάστατο βάθος στην εικόνα. Το έντονο μπλε χρώμα από την ημιπολύτιμη πέτρα λάπις λάζουλι (τότε τόσο πολύτιμο και σπάνιο πέτρωμα όσο ο χρυσός) έχει χρησιμοποιηθεί στο οριεντάλ κάλυμμα της κεφαλής της κοπέλας, εκφράζοντας έτσι έναν αθώο ρομαντισμό, που συμβαδίζει και συμπληρώνει την πληροφορία που μας δίνει η εικόνα για τη νεαρή ηλικία της. Βέβαια, πρωταγωνιστής του κάδρου είναι το μεγάλο μαργαριταρένιο σκουλαρίκι, που, παρότι έχει εμφανιστεί ξανά σε πίνακες του ζωγράφου, η έως και σοκαριστική ύπαρξή του αποτελεί μία ψευδαίσθηση ή και οφθαλμαπάτη. Το κόσμημα δεν έχει περίγραμμα ούτε και γάντζο για να κρεμαστεί από το αφτί του κοριτσιού, αλλά μοιάζει να αιωρείται και αξίζει να σημειωθεί ότι το λευκό του χρώμα ήταν εξίσου σπάνιο και δυσεύρετο με το μπλε του μαντηλιού. Συνεχίζοντας, το εκ πρώτης όψεως έντονο μαύρο φόντο, που φέρνει την εικόνα ακόμα πιο κοντά στις σύγχρονες φωτογραφίες, ήταν μία σπάνια επιλογή από τον Βερμέερ, που φημισμένα επέλεγε να περιγράφει τις μορφές του σε λευκό φόντο, καθώς αυτό του επέτρεπε να απολαμβάνει την απόδοση των σκιάσεων. Ωστόσο, έχει αποκαλυφθεί ότι ο πίνακας αποτελείται από διαφορετικές χρωματικές επιστρώσεις και έχει υποστεί αρκετές τροποποιήσεις μέχρι την τελειοποίησή του. Μελέτες έχουν αποδείξει ότι ο καλλιτέχνης ξεκίνησε να συνθέτει με καφέ και μαύρες πινελιές, προτού δουλέψει με χρώματα, ότι υπήρχε μία πράσινη κουρτίνα πίσω από το κεφάλι του κοριτσιού, καθώς και ότι το τελευταίο έχει ντελικάτες ανοιχτόχρωμες βλεφαρίδες. Ακόμα, ο ζωγράφος φαίνεται να είχε μετακινήσει τη θέση του αφτιού, του αυχένα αλλά και της κορυφής του μαντηλιού. Όπως και να έχει, το αποτέλεσμα είναι ένα άκρως δυναμικό και δραματικό “tronie” (δηλαδή πίνακας προσώπου που αποτυπώνει στερεοτυπικά χαρακτηριστικά) με έντονες αντιθέσεις μέσω του φωτισμού. Ο πίνακας βρίσκεται στο μουσείο Μαουριτσχάους στη Χάγη.

Συνεχίζοντας, ένας από τους προσωπικά αγαπημένους μου πίνακες του ζωγράφου είναι «Η γυναίκα δίπλα στο βιργινάλι» (ελαιογραφία, γύρω στο 1670). Μια νέα γυναίκα όρθια δίπλα σε ένα βιργινάλι, ή αλλιώς παρθένιο, μουσικό όργανο της εποχής ανάλογο του πιάνου. Είναι μία γαλήνια σκηνή σε μια ηλιόλουστη γωνιά ενός πλούσιου ολλανδικού σπιτιού, όπου δεν συμβαίνει τίποτα το ιδιαίτερο. Ο πίνακας αυτός αποτελεί μια ηθελημένη αντίθεση στο μεγαλείο και τη δραματικότητα του μπαρόκ της εποχής. Σε δεύτερη ανάλυση, στο βάθος διακρίνεται ζωγραφισμένος ο Έρωτας να κρατάει ένα τραπουλόχαρτο, συχνό σύμβολο απεικόνισης της πίστης. Ακόμα, η καρέκλα σε πρώτο πλάνο κοντά στο όργανο και όντας γυρισμένη προς τα μέσα δείχνει ότι δεν προσφέρεται στον θεατή, αλλά αφήνει την υπόνοια ότι κάποιος αναμένεται. Έτσι, ίσως τελικά απεικονίζεται μία γυναίκα που σαν πιστή Πηνελόπη, φορώντας τα καλά της, περιμένει τον αγαπημένο της να φανεί. Τεχνικά, η απεικόνιση μιας τέτοιας σκηνής απαιτεί προσεκτική εργασία με το πινέλο. Στο κάτω μέρος του πίνακα διακρίνεται το λευκό χρώμα που χρησιμοποιήθηκε για ανταύγειες στο μεταξωτό φόρεμα της κυρίας και στα μαργαριτάρια στον λαιμό της. Το πρόσωπό της, αντίθετα, έχει ανεπαίσθητες φωτοσκιάσεις από το πολύ περίτεχνα ζωγραφισμένο φυσικό φως που μπαίνει από το παράθυρο πίσω της. Ο νεαρός Έρωτας στον τοίχο υπάρχει και σε άλλο πίνακα του Βερμέερ, «Το Κορίτσι διαβάζει μια επιστολή μπροστά στο ανοιχτό παράθυρο». Γενικά, ο πίνακας είναι κλασσικό παράδειγμα της θεματολογίας που ακολουθεί ο ζωγράφος: γυναικείες μορφές μέσα σε οικιακό περιβάλλον, που έρχονται στη ζωή με την πιστή στην πραγματικότητα απεικόνιση του φωτός και του τρόπου με τον οποίο αυτό διαχέεται και αντανακλάται στα εκάστοτε δωμάτια. Μάλιστα, υποστηρίζεται πως ο ζωγράφος κοίταζε τους πίνακές του μέσα από έναν φακό, μία camera obscura, που λειτουργούσε σαν μεγεθυντικός φακός που πρόβαλλε την εικόνα σε μία οθόνη. Το έργο βρίσκεται στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου.


ΠΗΓΕΣ

  • Wayne Franits: “Johannes Vermeer(Grove Art Essentials)”, Oxford University Press, 1 Απριλίου 2016
  • DickinsRosie, GriffithMari: «Εισαγωγή Στην Τέχνη», Εκδόσεις Άγκυρα, 1 Ιανουαρίου 2005
  • Ουμπέρτο Έκο: «Ιστορία της Ομορφιάς», Εκδόσεις Καστανιώτη, 22 Οκτωβρίου 2004
  • Ελculture, 2020, διαθέσιμο εδώ
  • LiFO, 2020, διαθέσιμο εδώ 
  • Culture Now, 2020, διαθέσιμο εδώ
  • Sputnik News, 2020, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κέλλυ Πάντου
Κέλλυ Πάντου
Γεννήθηκε το 2000 και μεγάλωσε στην Αθήνα. Αποφοίτησε από το 8ο Λύκειο Αμαρουσίου, ενώ διανύει το 3o έτος των σπουδών της ως φοιτήτρια του τμήματος Οικονομικής Επιστήμης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Ενδιαφέρεται για τις τέχνες, τον εθελοντισμό και τα ταξίδια. Ασχολείται με τα οικονομικά, τις ξένες γλώσσες και επιθυμεί να κερδίσει εμπειρία στην αρθρογραφία μέσω του OffLinePost.