20.2 C
Athens
Σάββατο, 23 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΌχι στην πατριδοκαπηλία και στις εθνικιστικές υπερβολές

Όχι στην πατριδοκαπηλία και στις εθνικιστικές υπερβολές


Του Μανώλη Σαββάκη,

Οι πρακτικές και οι συνέπειες μίας πολιτικής με ακραίο και εθνικιστικό χαρακτήρα, αποτελούν ένα καίριο ζήτημα στην εποχή μας, το οποίο χρήζει άμεσης αντιμετώπισης. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις, όπου οι «ιδέες και οι αξίες του έθνους» χρησιμοποιούνται από ανθρώπους, ή ακόμα και από κυβερνήσεις κρατών με στόχο την εκπλήρωση ειδικών συμφερόντων. Θύμα αυτού του πειράματος φυσικά είναι η κοινωνία εν γένει. Για να αντιμετωπιστεί αυτό το σοβαρό ζήτημα, το οποίο αυτή τη στιγμή απασχολεί τις περισσότερες χώρες του δυτικού κόσμου, θα πρέπει αρχικά να αναρωτηθούμε, γιατί ευνοούνται εθνικιστικές πολιτικές, και πώς δυστυχώς αντικαθίστανται η αγνή και ανόθευτη φιλοπατρία και ο εθνισμός από τον επικίνδυνο και, «ικανό για τα χειρότερα», εθνικισμό.

Αρχικά λοιπόν, ξεκινώντας μια προσπάθεια διερεύνησης των παραπάνω, παρατηρούμε πως ένας από τους παράγοντες που ευνοούν τον εθνικισμό είναι η επεκτατική πολιτική πολλών ισχυρών κρατών. Για την εκπλήρωση των γεωπολιτικών και οικονομικών συμφερόντων ισχυρών κρατών, μέσα από τον έλεγχο καίριων σημείων του πλανήτη και τη δημιουργία ζωνών επιρροής, ο λαός πρέπει να πειστεί για την ύπαρξη ενός εξωτερικού εχθρού, και αυτό άλλωστε επιδιώκει μια εθνικιστική πολιτική. Στις περισσότερες περιπτώσεις, το αποτέλεσμα τέτοιων πολιτικών, οι οποίες ως κινητήρια δύναμη έχουν τον εθνικισμό, είναι οι πολεμικές συγκρούσεις ανάμεσα σε λαούς και έθνη-κράτη. Επίσης, η εθνικιστική πολιτική συχνά λειτουργεί ως προκάλυμμα για την εδραίωση πολιτικών τόσο από ανελεύθερες εξουσίες όσο και από δημοκρατικές (που ούτε κατά διάνοια έχουν ως τέτοιες). Συνηθέστατα, οι εξουσίες επικαλούνται εθνικά ιδεώδη και εθνικούς στόχους για να αποκτήσουν πολιτικά ερείσματα και να νομιμοποιηθούν στη συνείδηση των πολιτών. Με λίγα λόγια δηλαδή, αυτό ορίζεται και μεταφράζεται ως «πατριδοκαπηλία».

Η εθνικιστική ρητορική και πρακτική ενισχύεται σήμερα από κύκλους που αντιτίθενται είτε στην ένταξη των κρατών τους σε υπερεθνικούς οργανισμούς ή και που ανησυχούν για τις επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης, είτε ακόμη και να αποχωρήσουν από αυτούς. Τρανό παράδειγμα αποτελεί εδώ ο έντονος ευρωσκεπτικισμός που αναπτύσσεται τα τελευταία χρόνια από ακραίους πολιτικούς χώρους σε Κράτη όπως η Γαλλία, η Ιταλία, η Γερμανία, η Αυστρία, η Ελλάδα και πολλά άλλα. Είναι τέτοιες οι εθνικιστικές πρακτικές όπου, αναδεικνύοντας την υπεροχή του έθνους και των ισόβιων αξιών του, προσπαθούν να τις προωθήσουν έτσι, ώστε να προσδώσουν έναν «αέρα αντίστασης» σε υποτιθέμενους κινδύνους. Επιπρόσθετα, ο εθνικισμός ως ιδεολογία ακρότητας, που υποδαυλίζεται και από ρατσιστικά και αλυτρωτικά κηρύγματα, καλλιεργεί την ένταση και τον διχασμό, οδηγεί στην παραβίαση των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, καταργεί δημοκρατικές κατακτήσεις, προετοιμάζει, συχνά, τον δρόμο για σοβαρές συνταγματικές εκτροπές. Αυτό δεν μας ανησυχεί;

Η αντιμετώπιση ακραίων εθνικιστικών αντιλήψεων είναι ,σε μεγάλο βαθμό, υπόθεση και ευθύνη του πολιτικού κόσμου. Συγκεκριμένα, όσοι διαδραματίζουν ρόλο στην πολιτική σκηνή κάθε χώρας είναι επιφορτισμένοι με το καθήκον να καταβάλουν συνεχείς προσπάθειες για την επιτυχή αντιμετώπιση των οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων, που προκαλούν την αγανάκτηση των πολιτών και συχνά τους στρέφουν σε ακραίες, εθνικιστικές, ξενοφοβικές και ρατσιστικές, πολιτικές επιλογές. Πρέπει να γίνει προσπάθεια και για την επιδίωξη ειρηνικών σχέσεων με τα άλλα κράτη μέσα από την εμπέδωση σχέσεων συνεργασίας και μόνιμης επικοινωνίας και την αποφυγή άκαμπτων εθνικιστικών τοποθετήσεων στις διπλωματικές σχέσεις.

Πέραν αυτών βέβαια, και το εκπαιδευτικό σύστημα με την σειρά του, είναι απαραίτητο να καταδείξει στους νέους τη σαφή διάκριση του αγνού πατριωτισμού από τον επικίνδυνο εθνικισμό. Οφείλει συνεπώς να δώσει ιδιαίτερη έμφαση στη διδασκαλία της ιστορίας, καθώς μ’αυτό τον τρόπο θα καταδειχθούν οι συνέπειες του εθνικισμού και θα ενισχυθεί η προσπάθεια για την κατάκτηση της εθνικής αυτογνωσίας με την παίδευση όχι μόνο των ένδοξων στιγμών, αλλά και των αρνητικών. Κακά τα ψέματα, πρέπει να καταλάβουμε πρωτίστως μέσα μας, ότι τέτοιες εθνικιστικές υπερβολές και αντιλήψεις δεν οδηγούν πουθενά.

Τέλος, προς την κατεύθυνση της αντιμετώπισης εθνικιστικών απόψεων πρέπει να εργαστούν με την σειρά τους και τα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Ειδικότερα, θα ήταν αναγκαίο να αποφεύγουν τη διατύπωση ή την προβολή ακραίων, εθνικιστικών και ρατσιστικών τοποθετήσεων και την αναπαραγωγή εθνικών στερεοτύπων για λαούς, πολιτισμούς και κοινωνίες. Όλα αυτά φυσικά θα επιτευχθούν απομονώνοντας και περιθωριοποιώντας τα ακραία κηρύγματα της έντασης, του μίσους, της εχθρότητας ανάμεσα στους λαούς και αναδεικνύοντας εν τέλει τις ψύχραιμες φωνές της επικοινωνίας και της αγνής και υπερήφανης φιλοπατρίας.


Μανώλης Σαββάκης
Γεννημένος το 1995 στη Θεσσαλονίκη και κάτοικος της Αθήνας. Φοιτητής του τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Αρθρογραφεί πάνω σε κοινωνικά ζητήματα της επικαιρότητας.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ