Της Θένιας Λαμπρινουδάκη,
Σε μια δημοκρατικά διαμορφωμένη κοινωνία, όπως η ελληνική, θεσπίζονται κανόνες δικαίου που προστατεύουν τα όργανα της πολιτικής εξουσίας και τους φορείς τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Ένας τέτοιος κανόνας είναι αυτός της βουλευτικής ασυλίας που προβλέπεται στο άρθρο 61 παράγραφος 1 του Συντάγματος: «O βουλευτής δεν καταδιώκεται ούτε εξετάζεται με οποιονδήποτε τρόπο για γνώμη ή ψήφο που έδωσε κατά την άσκηση των βουλευτικών καθηκόντων» και αφορά τα πρόσωπα που κατέχουν τη βουλευτική ιδιότητα.
Το ζήτημα της βουλευτικής ασυλίας έχει απασχολήσει αρκετές φορές το κοινοβούλιο με τις υποθέσεις Γρηγοράκου, Μακρυπίδη, Παυλίδη, Νικολαΐδη, Σαλμά, Τσιαρτσώνη και πολλών άλλων, ενώ η πιο πρόσφατη αφορά την υπόθεση του Πολάκη, ο οποίος μάλιστα δήλωσε: «Εάν φτάσουμε στο σημείο να φοβόμαστε είτε τη γραφίδα, είτε τις μηνύσεις και τις αγωγές (…) και δεν μπορούμε να εκφράσουμε ελεύθερα τις θέσεις και απόψεις μας ούτε από αυτό το βήμα, τότε, όχι μόνο θα έχουν φαλκιδευτεί τα δικαιώματά μας ως βουλευτές, αλλά έχουμε και ζήτημα για το πολίτευμα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας».
Δεν είναι, ωστόσο, λίγοι εκείνοι που αναρωτιούνται τι ακριβώς περιλαμβάνει αυτή η ασυλία και σε ποιες περιπτώσεις μπορεί να αρθεί. Τι προστασία παρέχει ακριβώς; Όπως αναφέρθηκε, τα πρόσωπα που απολαμβάνουν αυτό το προνόμιο, είναι όσα διαθέτουν την ιδιότητα του βουλευτή. Η βουλευτική ιδιότητα αποκτάται αμέσως με την εκλογή του πολιτικού προσώπου ως βουλευτή -σύμφωνα με τον εκλογικό νόμο. Απόρροια της βουλευτικής ιδιότητας είναι η λεγόμενη αρχή της ελεύθερης εντολής, που θεσπίζεται από το άρθρο 60 του Συντάγματος και προστατεύει τον βουλευτή από τα υπόλοιπα κρατικά όργανα, ώστε να μην υποστεί συνέπειες εξαιτίας της ψήφου ή της γνώμης του. Προέκταση της αρχής αυτής αποτελεί και η βουλευτική ασυλία, η οποία αποτελείται από δυο ξεχωριστά χαρακτηριστικά: το ανεύθυνο και το ακαταδίωκτο.
Πιο συγκεκριμένα, το ανεύθυνο θεσπίζεται στο άρθρο 61 του Συντάγματος και προστατεύει τον βουλευτή από κάθε είδους ποινή (αστική, ποινική και πειθαρχική) για κάθε γνώμη που θα εκφέρει και κάθε ψήφο του κατά την άσκηση των καθηκόντων του, ακόμη και μετά την απώλεια της ιδιότητας του ως βουλευτή. Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται η προϋπόθεση «κατά την άσκηση των βουλευτικών καθηκόντων». Η άποψη που έχει επικρατήσει είναι πως ο βουλευτής προστατεύεται όχι μόνο εντός του κοινοβουλίου, αλλά και εκτός όταν οι ενέργειές του σχετίζονται με το κοινοβουλευτικό έργο. Η μόνη εξαίρεση στο ανεύθυνο που μπορεί να άρει την ασυλία, είναι η περίπτωση του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφήμισης, με ταυτόχρονη υποβολή έγκλησης κατά του βουλευτή.
Δεύτερη πτυχή της βουλευτικής ασυλίας αποτελεί το ακαταδίωκτο, που κατοχυρώνεται στο άρθρο 62 του Συντάγματος και διαρκεί όσο η βουλευτική ιδιότητα. Το ακαταδίωκτο στην ουσία εμποδίζει την άσκηση ποινικής δίωξης κατά του βουλευτή για οποιοδήποτε αδίκημα, καθώς και την επιβολή μέτρων που περιορίζουν την ελευθερία του, όπως η προσωποκράτηση. Τι γίνεται όμως στην περίπτωση που ο κατηγορούμενος εκλέγεται βουλευτής μετά την άσκηση της δίωξης; Καλύπτεται από το ακαταδίωκτο; Σύμφωνα με τις αποφάσεις των δικαστηρίων, η δίωξη αναστέλλεται και δεν μπορεί να συνεχιστεί για τον εκλεγμένο βουλευτή, χωρίς άδεια από τη Βουλή. Όπως και για το ανεύθυνο, έτσι και για το ακαταδίωκτο, εισάγεται μια εξαίρεση και αφορά τα αυτόφωρα κακουργήματα, για τα οποία ασκείται κανονικά δίωξη, ενώ ο νόμος αναφέρεται και στα πολιτικά εγκλήματα για τα οποία δεν μπορεί να διωχθεί ένας βουλευτής, ακόμα και μετά τη διάλυση της Βουλής.
Εκτός του εθνικού συστήματος, βουλευτική ασυλία καθιερώνεται και στο Ευρωκοινοβούλιο, όπου οι ευρωβουλευτές ασκούν τα καθήκοντά τους χωρίς να υπόκεινται σε πολιτικές διώξεις. Οι βουλευτές του Ευρωκοινοβουλίου προστατεύονται τόσο εντός της επικράτειάς τους, όσο και εντός της επικράτειας των άλλων χωρών. Οι εξαιρέσεις των αυτόφωρων εγκλημάτων ισχύουν και σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, ενώ ενδεχόμενο άρσης της ασυλίας εξετάζεται από την επιτροπή νομικών θεμάτων.
Αναλύοντας, λοιπόν, τον θεσμό της βουλευτικής ασυλίας διαπιστώνουμε πως αποτελεί ένα πλέγμα εγγυήσεων που δεν ευνοούν μόνο τον βουλευτή, αλλά διευκολύνουν και τη σωστή λειτουργία του πολιτεύματος, ενώ μέσα από την βουλευτική ασυλία κατοχυρώνεται η ιδιότητα του βουλευτή ως εκφραστή του λαού. Στον αντίποδα βρίσκεται η γνώμη όσων εκφράζουν τις διαφωνίες τους και κάνουν λόγο για υπέρμετρα προνόμια που δίνουν ένα εύκολο πρόσχημα για αυθαιρεσίες και για εξαιρέσεις που δεν δικαιολογούνται από το δημοκρατικό πολίτευμα. Η αντίρρηση αυτή διαθέτει μια βάση, κυρίως στην περίπτωση του ακαταδίωκτου, όταν στην πράξη οι βουλευτές προστατεύονται από την ποινική δίωξη για εγκλήματα που δεν είναι συναφή με τα καθήκοντα τους. Δεν πρέπει, ωστόσο, να ξεχνάμε πως οι βουλευτές αποτελούν εκλεγμένοι αντιπρόσωποι του έθνους που συμβάλλουν στη διαμόρφωση της γνώμης των πολιτών -τόσο εντός, όσο και εκτός κοινοβουλίου- αλλά και φορείς του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης για αυτό και δικαιούνται ανάλογη προστασία, πάντα όμως εντός των ορίων του νόμου.
Πηγές
- Συνταγματικό Δίκαιο, Κώστας Χ. Χρυόγονος, σελ. 461-467, 2014
- https://www.naftemporiki.gr/story/1635122/bouli-oxi-stin-arsi-asulias-tou-paulou-polaki