Της Ελευθερίας-Μαρίας Γκίκα,
Μεταξύ της ευρείας γκάμας προβλημάτων που ταλανίζουν τη χώρα μας, ιδιαίτερη μνεία αρμόζει σε αυτό της υπογεννητικότητας. Από το 2008, σύμφωνα με την ελληνική στατιστική αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), οι γεννήσεις στην Ελλάδα βρίσκονται σε σταθερά πτωτική πορεία, καθιστώντας τον μέσο όρο ηλικίας του πληθυσμού άνω των 43 ετών. Το 2011, μάλιστα, καταγράφηκε για πρώτη φορά, μετά την Κατοχή του 1944, αρνητικό ισοζύγιο γεννήσεων, με τους θανάτους να ξεπερνούν κατά 30.000 περίπου τον αριθμό των γεννήσεων!
Τα προβλήματα που ανακύπτουν από το φαινόμενο αυτό -όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό- είναι πολλά κι επηρεάζουν κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές δομές. Κυριότερο πρόβλημα, φυσικά, αποτελεί το δημογραφικό. Εάν τα ποσοστά γεννήσεων διατηρήσουν τον έντονα καθοδικό τους ρυθμό, τότε σε ένα λιγότερο αισιόδοξο σενάριο, το 2050 ο ελληνικός πληθυσμός θα κυμαίνεται κατά προσέγγιση, σε 8-9, μόλις, εκατομμύρια, με το 1/3 του υποθετικού αυτού πληθυσμού να αποτελείται από ανθρώπους άνω των 65 ετών. Καταλαβαίνουμε, αν μη τι άλλο, τα καταστροφικά ποσοστά που θα αναδείκνυε μια ανάλογη πιο μακροπρόθεσμη εκτίμηση…
Με τη γέννηση του δημογραφικού προβλήματος, λοιπόν, ακολουθεί το μείζον πρόβλημα της απορρύθμισης του ασφαλιστικού. Με τα δεδομένα αυτά, η ισορροπία εργαζομένων και συνταξιούχων στη χώρα μας έχει αντιστραφεί. Το εργατικό δυναμικό μειώνεται, συμπαρασύροντας την παραγωγικότητα, καθιστώντας το πολύπαθο ασφαλιστικό σύστημα ανήμπορο να ορθοποδήσει. Για μια χώρα όπως η Ελλάδα, βέβαια, μεταξύ των προβλημάτων που προκύπτουν, θα πρέπει να κατατάξουμε και την ανατάραξη της εύρυθμης λειτουργίας των Ενόπλων Δυνάμεων, καθώς κάθε κλάση στρατεύσιμων θα είναι αναλογικά μικρότερη από την προηγούμενη.
Προτού δακτυλοδείξουμε, όμως, τις γενιές που «έφτασαν», αν θέλετε, τη χώρα μας σε αυτή την κρίση -σημειωτέον ότι πρέπει να ανατρέξουμε σε όλες τις γενιές από το 1980 μέχρι σήμερα- ας αναλογιστούμε ποιοι είναι αυτοί οι παράγοντες που τους ώθησαν στην αποφυγή απόκτησης παιδιού. Η οικονομική κρίση, το “Brain Drain”, η διάδοση μεθόδων αντισύλληψης, η δυνατότητα διακοπής του τοκετού, καθώς και το δυσπρόσιτο ελληνικό νοσοκομειακό σύστημα, λόγω της ιδιαίτερης ελληνικής γεωγραφικής δομής -και όχι μόνο- είναι κάποιοι αναμφίβολα βασικοί παράγοντες που συνέβαλλαν στην πτωτική πορεία του αριθμού των γεννήσεων.
Είναι πολύ εύκολο να μιλήσουμε με στατιστικά για τους εν λόγω παράγοντες. Να μιλήσουμε για παράδειγμα, για τα νούμερα που θα προέκυπταν, αν οι νέοι δεν έφευγαν στο εξωτερικό για να ακολουθήσουν την καριέρα που ταιριάζει στο βιογραφικό τους ή για εκείνα τα νούμερα που θα προέκυπταν, αν οι γυναίκες δεν είχαν το δικαίωμα αυτοδιάθεσης του σώματός τους και την επιλογή της μητρότητας. Θέλω να πω, είναι πολύ εύκολο να ρίξουμε την ευθύνη σε ένα επιμέρους κοινωνικό σύνολο. Το πρόβλημα ξεκινά όταν συνειδητοποιήσουμε ότι εκτός από εύκολο, είναι και οριακά φασιστικό. Αρμοδιότητα του κράτους, δεν αποτελεί η επίρριψη ευθυνών στους πολίτες για τον τρόπο που εκείνοι επέλεξαν να ζήσουν. Αρμοδιότητα του κράτους αποτελεί η επιδίωξη προσφοράς στους πολίτες του, τέτοιας, ώστε να τους παρακινεί να προσφέρουν σε αυτό. Να παρακινεί τον νέο επιστήμονα να παραμείνει εδώ γιατί μπορεί να τον αμείψει γι’ αυτά που κόπιασε. Να μπορεί να εξασφαλίσει στη γυναίκα που επιλέγει να μη γίνει μητέρα, φοβούμενη ότι δε μπορέσει να σηκώσει το βάρος της επαγγελματία και της μητέρας ταυτόχρονα, ότι θα ελαφρύνει αυτό το φορτίο.