Της Αναστασίας Ερνεάνου,
Το δικαίωμα της κυριότητας αφορά την αναγνωριζόμενη από τον νόμο άμεση, απόλυτη και καθολική εξουσία πάνω στα αντικείμενα που διαθέτουν την ιδιότητα του πράγματος σύμφωνα με τους ορισμούς του νόμου (βλ. 947 επ. Αστικού Κώδικα). Συνεπώς, η κυριότητα περιλαμβάνει κάθε δυνατή εξουσία πάνω στο πράγμα, εφόσον δεν περιορίζεται από το νόμο ή από τυχόν δικαίωμα τρίτου. Ένας από αυτούς τους περιορισμούς αφορά το σύνολο των ρυθμίσεων που καλείται γειτονικό δίκαιο. Ο νομοθέτης έχοντας στο νου του πως είναι πιθανή η ύπαρξη διενέξεων και διαφωνιών μεταξύ των κυρίων γειτονικών ακινήτων, περιορίζει αμοιβαία το θετικό περιεχόμενο της καθολικής εξουσίας του ενός και το αρνητικό περιεχόμενο της αντίστοιχης εξουσίας του άλλου.
Μια από αυτές τις περιπτώσεις που ρυθμίζεται από το νόμο είναι η υποχρέωση παροχής διόδου. Είναι φυσικό πως η αξιοποίηση ενός ακινήτου, το οποίο δε διαθέτει διέξοδο σε δρόμο, καθίσταται ιδιαίτερα δυσχερής. Έτσι, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, είναι δυνατή η παροχή του περιορισμένου αυτού δικαιώματος (προσωπική δουλεία) στον κύριο του γειτονικού ακινήτου.
Πρώτη προϋπόθεση είναι η στέρηση της αναγκαίας διόδου σε δρόμο που εξυπηρετεί την κανονική και σύμφωνη με τον προορισμό του ακινήτου εκμετάλλευση. Αυτή η ανεπάρκεια κρίνεται βάσει της συγκεκριμένης περίπτωσης και όχι με βάση τις υποκειμενικές αντιλήψεις του κυρίου του ακινήτου. Επίσης, δίοδος μπορεί να παρασχεθεί κι όταν το ακίνητο δε στερείται εντελώς τη δίοδο, αλλά αυτή που υπάρχει δεν επαρκεί για την εξυπηρέτηση των αναγκών του. Για παράδειγμα, δύναται να παρασχεθεί σε περίπτωση που απαιτούνται ιδιαίτερα δαπανηρά και δυσανάλογα προς την αξία του ακινήτου έργα.
Δεύτερη προϋπόθεση αποτελεί η στέρηση διόδου προς δημόσιο δρόμο, δηλαδή κοινόχρηστο ή προς πλατεία. Από αυτό συνάγεται πως ο ιδιοκτήτης δεν μπορεί να ζητήσει την παροχή διόδου από γειτονικό ακίνητο, που παρεμβάλλεται μεταξύ των δύο ακινήτων του. Αντίθετα, μπορεί να ζητήσει τη δίοδο από γειτονικό ακίνητο, αν το άλλο του ακίνητο διαθέτει τέτοια έξοδο. Ωστόσο, αξίωση με σκοπό την προσπέλαση σε σιδηροδρομική γραμμή αποκλείεται. Το ακίνητο επίσης, από το οποίο ζητείται η δίοδος δεν πρέπει να είναι κοινόχρηστο, αλλά δύναται να ανήκει στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου, δήμου ή κοινότητας. Τέτοια υποχρέωση παροχής δεν υπάρχει όταν το ακίνητο έπαψε να επικοινωνεί με εκούσια πράξη ή παράλειψη του ιδιοκτήτη (1014 ΑΚ).
Σημαντικό να τονιστεί είναι ότι δε λαμβάνεται υπόψη η ενέργεια τρίτων προσώπων, όπως του νομέας ή του κατόχου, ενώ υπολογίζεται η πράξη του πουβλικιανού νομέα (1112 ΑΚ), καθώς και των ατόμων για τα οποία ευθύνεται ο κύριος. Ειδική περίπτωση συνιστά το 1015 ΑΚ το οποίο αφορά την αποκοπή του ακινήτου σε περίπτωση εκποίησης μέρους του ακινήτου ή ενός εκ ων περισσοτέρων ακινήτων. Σε αυτή την περίπτωση υποχρέωση φέρει ο κύριος του μέρους από το οποίο γινόταν έως τώρα η συγκοινωνία.
Δικαιούχοι αυτού του δικαιώματος εφόσον πληρούνται οι παραπάνω προϋποθέσεις, είναι ο κύριος του ακινήτου, ο πουβλικιανός νομέας, καθώς και ο επικαρπωτής, γιατί δεν μπορεί αλλιώς να ασκήσει τα δικαιώματά του (1142, 1012 ΑΚ). Αντίθετα, δεν παρέχεται σε αυτόν που κατέχει το περίκλειστο ακίνητο δυνάμει ενοχικού δικαιώματος. Υπόχρεος είναι μόνο ο κύριος, ενώ όσοι έχουν περιορισμένο εμπράγματο δικαίωμα δεν μπορούν να εναχθούν αυτοτελώς, παρά μόνο μαζί με τον κύριο. Περισσότεροι συγκύριοι του ενδιάμεσου ακινλητου μπορούν να εναχθούν μόνο από κοινού.
Ο εναγόμενος γείτονας υποχρεούται να παράσχει δίοδο λαμβάνοντας ανάλογη χρηματική αποζημίωση. Η αποζημίωση αυτή καλύπτει τη ζημία που υφίσταται από τη σύσταση της δουλείας και μπορεί να καταβληθεί, είτε εφάπαξ, είτε περιοδικώς καταβλητέα. Η καταβολή αυτή έχει τη φύση της νομικής αιρέσεως και λειτουργεί ως όρος του ενεργού. Όσον αφορά το αρμόδιο δικαστήριο, κατά την ορθότερη γνώμη, καθ’ύλην αρμόδιο καθορίζεται κατά τα 14 και 18 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, δηλαδή ανάλογα με την αξία του αντικειμένου της διαφοράς.
Για την προστασία της χρήσης της διόδου, είτε αφορά την παρακώλυση από τον κύριο του δουλεύοντος ακινήτου, είτε τρίτον έχει αφετέρου την προστασία των πραγματικών δουλειών (1132-1133 ΑΚ) και αφετέρου τις αγωγές για την προστασία της νομής (996, 987, 989 ΑΚ).
Πηγές
- Εγχειρίδιο Εμπράγματου Δικαίου, Απόστολος Γεωργιάδης
- Ενοχικό Δίκαιο, Απόστολος Γεωργιάδης