14.2 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΙωάννης Καποδίστριας: Η ένδοξη πορεία ενός δολοφονημένου ηγέτη (1828-1831)

Ιωάννης Καποδίστριας: Η ένδοξη πορεία ενός δολοφονημένου ηγέτη (1828-1831)


Της Μαρίας Φράγκου,

Η ελληνική επανάσταση έχει σχεδόν ολοκληρωθεί (1821-1830), αλλά στην Ελλάδα πλέον επικρατεί αναβρασμός. Αναρχία, αταξία και διαφθορά χαρακτηρίζουν το νέο ελληνικό περιβάλλον. Είναι φανερό πως χρειάζεται ένας έμπειρος, αποφασιστικός και σίγουρα ικανός κυβερνήτης, προκειμένου να κατευνάσει την υπό την κυριαρχία των μεγάλων δυνάμεων (Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία, Ρωσία) Ελλάδα και να οργανώσει εξαρχής το κοινωνικοπολιτικό και οικονομικό της σύστημα, φροντίζοντας τόσο την εσωτερική όσο και την εξωτερική πολιτική της. Όμως πόσα αποθέματα υπομονής έχουν ακόμη οι Έλληνες πολίτες που διψούν για ανεξαρτησία και ηρεμία; Μέσα στην αναστάτωση που επικρατεί, μπορεί ο διπλωμάτης Ιωάννης Καποδίστριας να εξυπηρετήσει τις παράλογες ίσως απαιτήσεις όλων των κοινωνικών τάξεων ή αυτό θα είναι και η αιτία για το άδοξό του τέλος;

Αρχικά, ο Ιωάννης Καποδίστριας (10/02/1776-27/09-9/10/1831) διετέλεσε ως Έλληνας διπλωμάτης και πολιτικός. Υπήρξε υπουργός εξωτερικών της Ρωσίας (1815-1822), ενώ κυβέρνησε την Ελλάδα στη δύσκολη περίοδο μετά την επανάσταση του 1821 υπό την ηγεσία φυσικά των Μεγάλων Δυνάμεων. Όντας γόνος αριστοκρατικής οικογένειας από την Κέρκυρα κι έχοντας ασχοληθεί ξανά με την πολιτική στο παρελθόν, παραιτήθηκε από υπουργός εξωτερικών της Ρωσίας και στις 30/03/1827 εκλέχθηκε από την τρίτη Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας για επτά χρόνια ως ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδας. Μάλιστα, στη διάρκεια της θητείας του, ασχολήθηκε με την ανόρθωση του νομικού και στρατιωτικού τομέα της χώρας, καθώς και με την καταπολέμηση της πειρατείας (επεισόδια βίας που λαμβάνουν χώρα στη θάλασσα).

Πιο συγκεκριμένα, ο Καποδίστριας ξεκίνησε το έργο του με την αναδιοργάνωση του πολιτικού συστήματος της χώρας. Ανέστειλε την ισχύ του Συντάγματος της Επιδαύρου (αναθεωρήθηκε στην Τροιζήνα) και της Βουλής, ενώ στη συνέχεια δημιούργησε το Πανελλήνιον (γνωμοδοτικό σώμα στη θέση του βουλευτικού, 23/04/1828) και το σώμα Γερουσίας (στη θέση του Πανελλήνιου, αντικατάσταση που έγινε από την τέταρτη εθνοσυνέλευση το 1829) με την Κεντρική Γραμματεία (παρόμοιο με υπουργικό συμβούλιο) να ηγείται ουσιαστικά. Για να διευκολύνει όσο το δυνατόν περισσότερο την κυβερνητική διαδικασία, διαίρεσε τη χώρα σε διοικητικές περιφέρειες και ανέβαλε τις εκλογές που αρχικά είχαν προγραμματιστεί για τον Απρίλιο του 1828, εξαιτίας της ταραχώδους κατάστασης που επικρατούσε στην Ελλάδα.

Ακολούθησε το πολύ σημαντικό έργο αναδημιουργίας των Ενόπλων Δυνάμεων, με τον κυβερνήτη να δημιουργεί σταθερό στρατό και να θέτει τον στόλο υπό την αρχηγία της κυβέρνησης (Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων). Για τη στήριξη των παραπάνω διαδικασιών, κρίθηκε απαραίτητη η δημιουργία ελληνικού νομίσματος (φοίνικας, ενώ πιο πριν υπήρχε το γρόσι) όπως και του Εθνικού Νομισματοκοπείου και της Εθνικής Χρηματιστικής Τράπεζας.

Για την εκπαίδευση, που αποτελεί νευραλγικό σημείο για την πορεία ενός λαού, εγκαινίασε το «αλληλοδιδακτικό σχολείο» (αλληλοβοήθεια μεταξύ των μαθητών), εκκλησιαστική σχολή στον Πόρο και Ορφανοτροφείο στην Αίγινα, μιας και το Πανεπιστήμιο δεν ήταν ακόμη απαραίτητο σε έναν λαό που είχε μόλις ανακτήσει την ελευθερία του και δεν είχε εδώ και καιρό ως προτεραιότητα την ανώτατη εκπαίδευση.

Προφανής είναι και η προσπάθειά του να βελτιώσει την οικονομία του κράτους. Ενίσχυσε σε ικανοποιητικό βαθμό τη γεωργία, ιδρύοντας τη Γεωργική Σχολή Τίρυνθας (εκεί οι νέοι αποκτούσαν βασικές γεωργικές γνώσεις) και την καλλιέργεια της πατάτας, ενώ δεν άργησε να ενισχύσει και το εμπόριο.

Αξιοσημείωτη είναι και η δημιουργία ελληνικού και γαλλικού τυπογραφείου στην Αίγινα, πράγμα πρωτοφανές για την μόλις απελευθερωμένη ελληνική πραγματικότητα. Δεν είναι δύσκολο να χαρακτηρίσει κανείς οξύμωρη την ίδρυση τυπογραφείων, τη στιγμή που αρκετές εφημερίδες έκλεισαν και επικρίθηκαν κατά την περίοδο του Καποδίστρια, ενώ την ίδια στιγμή ο κυβερνήτης δεχόταν κριτικές για την επιλογή των αδερφών του (Βιάρος και Αυγουστίνος) στη θέση του αρχιναύαρχου και αρχιστράτηγου αντίστοιχα.

Όσον αφορά την εξωτερική πολιτική του, ο Καποδίστριας υποστήριξε αρχικά την ελληνική κυριαρχία σε Μοριά και Κυκλάδες, παρά το πρωτόκολλο της 18ης Νοεμβρίου 1828 (η Ελλάδα, αν και ανεξάρτητη στο εσωτερικό της, βρισκόταν υπό οθωμανική κυριαρχία). Για το λόγο αυτό, συνέχισε τη διεξαγωγή του πολέμου στη Στερεά Ελλάδα, ενώ ύστερα από την επιτυχημένη Μάχη της Πέτρας το Σεπτέμβριο του 1829 εδραιώθηκε η ελληνική κυριαρχία στη Στερεά Ελλάδα.

Στη διάρκεια αυτής της ολοένα και πιο ανοδικής πορείας της χώρας, όχι μόνο συμφώνησε η Μεγάλη Βρετανία με την Ελλάδα στη συνοριακή γραμμή Άρτας-Βόλου, αλλά συναίνεσε και με το πρωτόκολλο του Λονδίνου (1830), σύμφωνα με το οποίο τα σύνορα της χώρας ορίζονταν νότια της γραμμής Αχελώου-Σπερχειού. Στο μεταξύ, είχε ήδη προηγηθεί και η πρόταση του Καποδίστρια να γίνει ηγεμόνας της Ελλάδας ο Λεοπόλδος του Σαξ Κόμπουργκ, η οποία όμως δεν ευδοκίμησε.

Ωστόσο, η πρόοδος κάθε κράτους είναι συνυφασμένη και με την οικονομική ανάπτυξή του. Όπως ήταν λογικό, ο Καποδίστριας προσπάθησε να πάρει δάνειο από Τράπεζες του εξωτερικού, κίνηση που του επέβαλε η δύσκολη οικονομική κατάσταση που επικρατούσε. Αν και τόσο η Γαλλία όσο και η Ρωσία ενίσχυσαν την προσπάθεια αυτή με την παροχή χρηματικών ποσών, η Μεγάλη Βρετανία απείχε, βλέποντας την αξιόλογη πρόοδο που σημείωνε η Ελλάδα, πράγμα που αμφισβητούσε την κυριαρχία της πάνω στα ελληνικά πράγματα.

Η άνθηση λοιπόν του ελληνικού κράτους ήταν φανερό πως ενόχλησε τόσο την Αγγλία όσο και τη Γαλλία, καθώς έθιγε ζωτικής σημασίας συμφέροντά τους. Με τη στήριξη αυτών, αναθάρρησαν οι αντιδράσεις και η εχθρική διάθεση των τοπικών αρχών (κοτζαμπάσηδες, Φαναριώτες, πλοιοκτήτες) εναντίον του Έλληνα κυβερνήτη, αφού θέτονταν υπό αμφισβήτηση τα οικονομικά συμφέροντά τους όπως και η εξουσία τους. Κατά κύριο λόγο, η Ύδρα αποτελούσε τη βάση όλων των δυσαρεστημένων (κυρίως των πλοιοκτητών, που περίμεναν χρήματα για την επιδιόρθωση των πλοίων τους), νησί το οποίο και πανηγύρισε με την βίαιη κατάληξη του Καποδίστρια. Το 1831 και έξω από το ναό του Αγίου Σπυρίδωνα στο Ναύπλιο, ο υιός και ο αδερφός του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη (Γεώργιος και Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης) τον πυροβόλησαν και τον μαχαίρωσαν θανάσιμα και, παρά την άμεση μεταφορά του σε φαρμακείο της περιοχής κατά την προσπάθεια διάσωσής του, σύντομα διαπιστώθηκε ο θάνατός του ύστερα από κακώσεις στο κεφάλι και το στομάχι.

Καταλήγοντας, σίγουρα η μορφή του Ιωάννη Καποδίστρια αποτελεί σύμβολο εργατικότητας και αφοσίωσης στην ανόρθωση του επαναστατημένου ελληνικού κράτους. Συγκεντρώνοντας στο πρόσωπό του προσωρινά όλες τις εξουσίες, από τη μια προκάλεσε τις αντιδράσεις των προνομιούχων τοπικών αρχόντων, από την άλλη όμως ήταν αυτός που βοήθησε το ελληνικό κράτος να ορθοποδήσει σε μια τόσο δύσκολη περίοδο. Η δολοφονία του λοιπόν δυσχέρανε την ανάκαμψη της χώρας, ενώ, αν ο λαός συνεργαζόταν με ενότητα και ομοψυχία, ίσως να είχε αποφύγει τις δυσκολίες που αντιμετώπισε στο μέλλον.


Ενδεικτικές Πηγές

  • Νίκος Σβορώνος, Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας, Εκδόσεις Θεμέλιο 2007, σελ. 72-73
  • Απόστολος Βακαλόπουλος, Νέα Ελληνική Ιστορία 1204-1985, Εκδόσεις Βάνιας 1998, σελ. 197-209
  • http://www.kathimerini.gr/k/1077205/

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Μαρία Φράγκου
Μαρία Φράγκου
Γεννήθηκε στις 15/01/2001 και είναι φοιτήτρια στο τμήμα Διεθνών Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου. Ενδιαφέρεται για υποθέσεις διεθνούς πολιτικής και ιστορίας, πάνω στις οποίες έχει παρακολουθήσει σεμινάρια. Μιλά αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και τώρα διδάσκεται ιταλικά και ρωσικά.