Του Κωνσταντίνου Πίχλιαβα,
Στο σημερινό μας άρθρο θα ασχοληθούμε με τις βασιλείες των δύο τελευταίων του οίκου των Σεβήρων, του Ελαγάβαλου (Marcus Aurelius Antoninus Elagabalus, 218-222 μ.Χ.) και του Αλεξάνδρου Σεβήρου (Marcus Aurelius Severus Alexander, 222-235 μ.Χ.). Η ανατροπή και ο θάνατος του τελευταίου από τον Μαξιμίνο τον Θράκα, αποτελούν το terminus για την είσοδο στην ταραχώδη Πεντηκονταετία μεταξύ των ετών 235 και 284 μ.Χ. Η ανάστατη αυτή περίοδος θα λήξει με την ανάρρηση του Διοκλητιανού στον αυτοκρατορικό θώκο.
Όπως είδαμε στο προηγούμενο άρθρο, ο Καρακάλλας δεν ήταν συμπαθής μεταξύ των Συγκλητικών. Η σύγκρουσή του με τον Θεσμό οδήγησε στην δολοφονία του από τον Έπαρχο του Πραιτορίου, Μακρίνο (Marcus Opellius Macrinus), ο οποίος ανακηρύχθηκε από τα στρατεύματα και την Σύγκλητο αυτοκράτορας. Ο νέος ηγεμών συνέχισε τον πόλεμο του προκατόχου του εναντίων των Πάρθων, ο οποίος έληξε με ήττα και μία δυσχερή για τους Ρωμαίους συνθήκη. Οι συγκεντρωμένες στην Αντιόχεια λεγεώνες στασίασαν, με αποτέλεσμα την ανατροπή και θανάτωση τόσο του ιδίου, όσο και του υιού του, Καίσαρα Διαδουμεδιανού (Marcus Opellius Antoninus Diadumenianus). Με αυτόν τον τρόπο, φαίνεται η συμπάθεια του στρατού και των πολιτών προς την Δυναστεία. Παρά την προσπάθεια του Μακρίνου να εδραιώσει την εξουσία του (ανακηρύσσοντας τον υιό του Καίσαρα), ήρθαν ξανά στα πράγματα μέλη της οικογένειας των Σεβήρων.
Αυτή τη φορά ήταν η δυναμική αδερφή της Ιουλίας Δόμνας, η Ιουλία Μαίσα, που εκμεταλλεύτηκε την δυσαρέσκεια του στρατού κατά του Μακρίνου και την υποστήριξη προς την δυναστεία των Σεβήρων. Διαδίδοντας φήμες, που ήθελαν τον δεκαεξάχρονο εγγονό της από την κόρη της Ιουλία Σοαμιάδα (Σοαμιάς), Βάριο Άβιτο, αρχιερέα της Έμεσας, νόθο υιό του Καρακάλλα, επέτυχε την ανάρρησή του στον θρόνο. Ο νέος αυτοκράτορας έλαβε το όνομα του υποτιθέμενου πατέρα του, Marcus Aurelius Antoninus. Ελαγάβαλος (ή Ηλιογάβαλος) ονομάστηκε εξ αιτίας του θεού της Έμεσας, Ελ-Γκαμπάλ, του οποίου την λατρεία προΐστατο. Επιπλέον, μετέβη στην Ρώμη κομίζοντας μαζί του τον ιερό μετεωρίτη (βαιτύλο) από την πόλη της Εμέσας, που θεωρούνταν εικόνα του, και έκτισε ναό προς τιμήν του.
Κατά την σύντομη βασιλεία του, η επίδραση της Ανατολής στα ρωμαϊκά πράγματα έγινε αφόρητη. Ο αυτοκράτορας συμπεριφέρονταν ως ανατολίτης δεσπότης, προσπάθησε να «υπανδρεύσει» τον θεό του με την Juno Celestis, την ρωμαϊκή μορφή της Αστάρτης, ενώ, νυμφεύτηκε μια από τις Εστιάδες Παρθένες, πράγμα λογιζόμενο για τα ρωμαϊκά δεδομένα ως ιεροσυλία. Ο τρυφηλός βίος και η σκανδαλώδης ερωτική ζωή του Αυτοκράτορα με την εκπόρνευσή του σε ταβέρνες, τις πολυθρύλητες διαμάχες μεταξύ των ερωμένων του, καθώς και την προσπάθειά του να αποκτήσει γυναικείο αιδοίο, ξάφνιασαν και τρόμαξαν τους συγχρόνους του, οι οποίοι έφτασαν σε σημείο να τον παραλληλίζουν με τον Σαρδανάπαλο.
Εν τω μεταξύ, η θεία του αυτοκράτορα, Ιουλία Μαμαία, επέτυχε με την βοήθεια της μητέρας της την υιοθεσία και αναγόρευση σε Καίσαρα του υιού της, Αλεξιανού (με πλήρες όνομα: M. Iulius Gessius Bassianus Alexianus), ως διαδόχου του ξαδέρφου του. H καθόλα επεισοδιακή βασιλεία του Ελαγάβαλου τερματίστηκε εξ ίσου θεαματικά, με τους δυσαρεστημένους πραιτοριανούς να εκτελούν τον νεαρό αυτοκράτορα και την μητέρα του. Κατά την αναρρήχησή του στον θρόνο, ο νέος αυτοκράτορας άλλαξε το όνομά του σε Αλέξανδρος Σεβήρος (Marcus Aurelius Severus Alexander). Λόγω του νεαρού της ηλικίας του, ήταν περίπου δεκατεσσάρων την εποχή εκείνη, αποφασίστηκε η σύσταση αντιβασιλείας έως ότου αυτός ενηλικιωθεί. Στην Αντιβασιλεία συμμετείχαν η γιαγιά του, Ιουλία Μαίσα, η μητέρα του, Ιουλία Μαμαία και ο διάσημος νομικός της εποχής, Ουλπιανός, ως Έπαρχος του Πραιτορίου μαζί με ορισμένους συγκλητικούς.
Παρά την αίσθηση της αλλαγής, τα σύννεφα δεν άργησαν να φανούν στον ορίζοντα. Η πολυμήχανη Ιουλία Μαίσα συνέχισε να επεμβαίνει στα της διοικήσεως μέχρι τον θάνατό της το 226. Από το σημείο εκείνο και έπειτα, η επιρροή της μητέρας του, Ιουλίας Μαίσας, που έφερε τον τίτλο της Αυγούστας, αυξήθηκε. Το 225 ο νεαρός αυτοκράτορας παντρεύτηκε την κόρη ενός συγκλητικού, ο οποίος έλαβε τον τίτλο του Καίσαρα. Δυσανασχετώντας η μητέρα του για την επιρροή της νύφης της, επέτυχε την αποπομπή της από την αυτοκρατορική αυλή, αφού πρώτα κατηγόρησε τον πατέρα της ως στασιαστή και τον εκτέλεσε το 227. Την επόμενη χρονιά (228), ο Ουλπιανός δολοφονήθηκε, παρόντος του αυτοκράτορα και της μητέρας του, από εξεγερμένους Πραιτοριανούς.
Παράλληλα, τα προβλήματα δεν έλειψαν και στην μεθόριο. Το 224, το βασίλειο των Πάρθων κατέρρευσε, με αποτέλεσμα την άνοδο μια νέας δυναστείας από τον «βαθύ» Νότο της Περσίδας (Fars), αυτής των Σασσανιδών. Οι Σασσανίδες βασίλεψαν μέχρι την κατάλυση του Περσικού κράτους από τους Άραβες το 651. Το 230/1 ο σάχης Αρδασίρ εισέβαλε στην επαρχία Μεσοποταμίας με αποτέλεσμα την κινητοποίηση του ρωμαϊκού στρατού υπό την αρχιστρατηγία του Αυτοκράτορα. Η τροπή των επιχειρήσεων δεν είναι γνωστή, παρ’ όλα αυτά ο Αλέξανδρος Σεβήρος εισήλθε στην Ρώμη ως θριαμβευτής. Την ίδια περίοδο γερμανικά φύλα επωφελούμενα από την μεταφορά λεγεώνων στο Ανατολικό μέτωπο, εισέβαλαν στα ρωμαϊκά εδάφη. Ο χειμώνας του 234 βρήκε τον Αυτοκράτορα με την συνοδεία της μητέρας του να εκστρατεύει κατά των Αλαμανών. Το τόλμημά του να εξαγοράσει την ειρήνη, εξόργισε τους στρατιώτες με αποτέλεσμα την στάση τους και την εκλογή του Μαξιμίνου του Θράκα, διοικητή μίας λεγεώνας, ως αυτοκράτορα. Ο Αλέξανδρος Σεβήρος δολοφονήθηκε μαζί με την μητέρα του, τον Μάρτιο του 235 μ.Χ.
Η βασιλεία του Αλεξάνδρου Σεβήρου γενικά, χαρακτηρίζεται από την μεγάλη συγγραφική παραγωγή. Έχοντας λάβει από μικρός λαμπρή κλασσική παιδεία ο αυτοκράτορας, με τις φήμες να θέλουν δάσκαλό του ακόμη και τον Ωριγένη, ο οποίος κατόπιν επιθυμίας της μητέρας του τον μύησε στον Χριστιανισμό, ανεδείχθη σε φίλο των γραμμάτων. Με τον Ουλπιανό τους συνέδεε φιλική σχέση, παρ’ ομοίως οι ιστορικοί της περιόδου Δίων ο Κάσσιος και Ηρωδιανός περιγράφουν την βασιλεία του με φωτεινά χρώματα, ψέγοντας όμως, την αυξανόμενη επιρροή των γυναικών της αυτοκρατορικής οικογένειας. Εν αντιθέσει, με τον «πολύ» ξάδερφό του, ο Αλέξανδρος Σεβήρος κέρδισε την συμπάθεια των συγχρόνων του, οι καιροί όμως έχριζαν άλλων προσόντων.
Με το παρών άρθρο, ολοκληρώσαμε την σπουδή πάνω στην δυναστεία των Σεβήρων, η οποία ήλεγχε τα ρωμαϊκά πράγματα για περίπου 40 χρόνια. Ο θάνατος του Αλεξάνδρου Σεβήρου, του τελευταίου της Δυναστείας, σηματοδοτεί το πέρασμα στην ταραγμένη περίοδο της στρατιωτικής Αναρχίας, με την οποία θα ασχοληθούμε εκ νέου στο επόμενό μας άρθρο. Μέχρι τότε σας εύχομαι να είστε καλά.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Brown P., Ο κόσμος της Ύστερης Αρχαιότητας 150-750 μ.Χ., Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1998, σ. 22-26.
- Mackay Ch., Εμφύλιος Πόλεμος και η Δυναστεία των Σεβήρων, 193-235 μ.Χ., Αρχαία Ρώμη Στρατιωτική και πολιτική Ιστορία, Παπαδήμας, Αθήνα 2014, σ. 328-334
- Μπουραζέλης Κ., Οι τρόφιμοι της Λύκαινας, ΜΙΕΤ, Αθήνα 2015, σ. 330-334
- Rostovtseff M., Ρωμαϊκή Ιστορία, Οxford 1960, μετάφραση Κάλφογλου Βασιλική, Εκδόσεις Παπαζήση, 1984, σ. 304-306
- Σακελαρίου Μ., Η εποχή των Σεβήρων και της Αναρχίας (193-284 μ.Χ.), Ελληνισμός και Ρώμη, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος 14, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 2015, σ. 99-105