8.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτικήΓνώμηTο τίμημα της μεροληπτικής αδράνειας

Tο τίμημα της μεροληπτικής αδράνειας


Του Γιώργου Πασσά,

Έπειτα από πολύμηνες εξελίξεις, αψιμαχίες και απειλές, η έριδα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας καλά κρατεί. Σχεδόν σε καθημερινή βάση, τόσο το ελληνικό όσο και το τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών, εκδίδουν διαρκώς ανακοινώσεις, επιδιώκοντας αφ’ ενός μεν να ξεκαθαρίσουν απολύτως τη θέση τους, αφ’ ετέρου δε να επιτύχουν τα περισσότερα δυνατά απ’ όσα υπαγορεύει η ατζέντα τους. Υπό αυτό το πρίσμα, θα περίμενε κανείς πως οι διεθνείς οργανισμοί, παρακαλουθώντας τις εξελίξεις από απόσταση, θα γνωρίζουν επακριβώς τις θέσεις της εκάστοτε πλευράς και, με βασικό γνώμονα την αμεροληψία, θα συμβάλλουν στην εύρεση μιας χρυσής τομής. Κι όμως, ο Γενς Στόλτενμπεργκ αποτελεί περίτρανη απόδειξη περί του αντιθέτου.

Με το πέρας των καλοκαιρινών μηνών, η έχθρα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας όχι μόνο δεν κόπασε, αλλά μέχρι σήμερα ενισχύεται ολοένα και περισσότερο. Η Τουρκία, κωφεύοντας στις υπαγορεύσεις του διεθνούς δικαίου, δηλώνει αμετακίνητη στο πασίγνωστο πια ζήτημα περί του ερευνητικού πλοίου Oruç Reis που βρίσκεται στα ελληνικά ύδατα, εκδίδοντας τη μία NAVTEX μετά την άλλη. Εξετάζοντας κανείς τα προαπαιτούμενα για σεισμογραφικές και άλλες έρευνες που κάνει, σύμφωνα πάντα με την Τουρκία, το εν λόγω πλοίο, διαπιστώνει πως οι εκδοθείσες είναι περισσότερο κινήσεις σκοπιμότητας, «πολιτικές» και δίχως τις προδιαγραφές που απαιτούνται για την ορθή διεξαγωγή αμιγώς επιστημονικών ερευνών. Εν αντιθέσει, με όσα υποστηρίζει το τουρκικό ΥΠΕΞ, στόχος της τουρκικής κυβέρνησης φαίνεται να είναι η γενικότερη όχληση που προκαλείται με την παρουσία τόσων τουρκικών πολεμικών πλοίων, ο περιορισμός των διερχόμενων πλοίων και, φυσικά, η περαιτέρω ενίσχυση της τουρκικής παρουσίας σε θαλάσσιες περιοχές ειδικού ενδιαφέροντος, οι οποίες είναι και εκείνες που περιλαμβάνονται στο τουρκικό σχέδιο «Γαλάζια Πατρίδα». Προς μία επεκτατική τουρκική πολιτική στον θαλάσσιο χώρο, εκτός του πλαισίου που θέτει το διεθνές δίκαιο, συνηγορεί εξάλλου και το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο.

Η στάση της Ελλάδας απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα έχει καταστεί σαφής: Για το χρονικό διάστημα που η Τουρκία θα δρα εκτός των διεθνών κανόνων, αγνοώντας επιδεικτικά τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα και ενώ τα τουρκικά πλοία παραμένουν στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, η ελληνική πλευρά δεν διατίθεται να συμμετάσχει σε διάλογο. Αυτό έχει διαμηνύσει το ελληνικό ΥΠΕΞ στην Τουρκία, στη διεθνή κοινότητα και σε οποιονδήποτε διαβάζει τις σχεδόν καθημερινές ανακοινώσεις. Ταυτοχρόνως, ο Υπουργός Εξωτερικών Ν. Δένδιας παρέδωσε επιστολή του Κυριάκου Μητσοτάκη στον Γενικό Γραμματέα του Ο.Η.Ε., Αντόνιο Γκουτιέρες, αναφορικά με την τουρκική παραβατικότητα και ζητώντας επιπλέον τη διαβίβαση της επιστολής και στον πρόεδρο του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού. Σε μία φαινομενικά καλοπροαίρετη πρωτοβουλία, ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ, είχε ολιγόλεπτη συνάντηση με Έλληνες και Τούρκους στρατιωτικούς αντιπροσώπους, κατά την οποία τους επέδωσε ένα μονοσέλιδο έγγραφο, ζητώντας τους να στείλουν εντός της εβδομάδας σχόλια επ’ αυτού. Το ελληνικό ΥΠΕΞ, εν συνεχεία, δήλωσε πως είναι κατ’ αρχήν σύμφωνο με τον διάλογο, επισημαίνοντας ξανά όμως πως βασική προϋπόθεση είναι τα τουρκικά πλοία να εξέλθουν από την ελληνική υφαλοκρηπίδα, πράγμα που αποτελεί άλλωστε και πρώτο βήμα για την πολυπόθητη αποκλιμάκωση της έντασης. Ο Στόλτενμπεργκ, όμως, σε πείσμα των ελληνικών θέσεων, ανακοίνωσε την επομένη πως βρέθηκε λύση στην παρούσα φάση και πως, κατόπιν επικοινωνίας του με τους δύο ηγέτες, συμφωνήθηκε να ξεκινήσουν τεχνικές συζητήσεις. Αγνοώντας με τις δηλώσεις του τη στάση της ελληνικής πλευράς, ο Στόλτενμπεργκ δεν έκανε ένα ασήμαντο λάθος. Αντιθέτως, είτε εκουσίως είτε από αφέλεια, έδωσε μία σημαντική ώθηση στην τουρκική κυβέρνηση.

Η βασική επιδίωξη της Τουρκίας, όπως επισημάνθηκε και ανωτέρω, είναι να ενισχύσει την παρουσία της στις θαλάσσιες περιοχές, την κυριαρχία επί των οποίων η ίδια πρόκειται να αμφισβητήσει, ώστε να ξεκινήσουν οι τεχνικές συνομιλίες των δύο κρατών με την Τουρκία σε θέση de facto διεκδικητή δικαιωμάτων που ουδέποτε κατείχε ή μπορούσε, βάσει του διεθνούς δικαίου, να διεκδικήσει. Δηλώνοντας ουσιαστικά πως «όλα είναι εντάξει, ξεκινάμε τις συζητήσεις» ο Στόλτενμπεργκ, όντας μάλιστα ο Γενικός Γραμματέας και Πρόεδρος του NAC (North Atlantic Council), επιτρέπει στην Τουρκία να εκπληρώσει κάθε επιδίωξη στην παρούσα φάση του σχεδίου της, χωρίς να τίθεται τελικά από επίσημη και ουδέτερη πηγή, κανένα θέμα παράνομων χειρισμών.

Πριν από αρκετούς μήνες, σε συνέντευξή του στο Economist, ο Εμανουέλ Μακρόν, Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας, άσκησε δριμεία κριτική στο ΝΑΤΟ και τον τρόπο λειτουργίας του, χαρακτηρίζοντάς το ως «εγκεφαλικά νεκρό», κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου στα υψηλόβαθμα στελέχη της Συμμαχίας και κάνοντας σαφή τη δυσαρέσκεια της Γαλλίας. Ωστόσο, τίποτα δεν άλλαξε, με το ΝΑΤΟ να παραμένει αμέτοχο μπροστά στις τουρκικές προκλήσεις και την κλιμακούμενη ένταση.

Ο Στόλτενμπεργκ, όμως, πήγε ένα ακόμη βήμα παραπέρα. Η φιλοτουρκική του στάση δεν πρωτοεκδηλώθηκε τον Αύγουστο αντίστοιχη ήταν η θέση του και κατά τη διάρκεια της κρίσης στον Έβρο, όταν είχε μάλιστα προειδοποιήσει την ελληνική κυβέρνηση και την Ευρωπαϊκή Ένωση πως πρέπει να επιλύσουν άμεσα το ζήτημα, δίχως να επιρρίπτει ιδιαίτερες ευθύνες στην Τουρκία. Ακόμη τον Μάιο, σε συνέντευξή του στη La Repubblica, ο πρώην πρωθυπουργός της Νορβηγίας υπερασπίστηκε τα τουρκικά συμφέροντα στον Λιβυκό Εμφύλιο. Φυσικά, τόσο στην τελευταία περίπτωση όσο και στις πρόσφατες εξελίξεις, αξιωματούχοι της Συμμαχίας έσπευσαν να διαβεβαιώσουν την ελληνική κυβέρνηση πως οι δηλώσεις του Στόλτενμπεργκ δεν είναι αντιπροσωπευτικές της στάσης ολόκληρου του οργανισμού.

Όπως, έχει πολλάκις επισημάνει ο ίδιος ο Γενικός Γραμματέας, η Τουρκία είναι ένας υπερπολύτιμος σύμμαχος για το ΝΑΤΟ. Ως βαρύνουσας σημασίας παίκτες στο παγκόσμιο γεωπολιτικό παιχνίδι, οι Τούρκοι διαδραματίζουν νευραλγικό ρόλο στις σχέσεις με τη Ρωσία και το Ιράν, ενώ παραλλήλως διευκολύνουν κατά πολύ τις επιχειρήσεις της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας στη Μαύρη Θάλασσα και στον Καύκασο. Και όλα αυτά, τη στιγμή μάλιστα, που ο Ερντογάν διατηρεί εξαιρετικές σχέσεις με τον Πρόεδρο των Η.Π.Α., Ντόναλντ Τραμπ, που εδώ και αρκετό χρονικό διάστημα αρέσκεται στο να ταράσσει τα νατοϊκά νερά με ιδέες περί αποχώρησης των Η.Π.Α. από τη Συμμαχία και με δηλώσεις κατά της παρούσης κατανομής των στρατιωτικών δαπανών μεταξύ των κρατών.

Όπως γίνεται αντιληπτό, η Ελλάδα δύσκολα μπορεί να υπολογίζει στη στήριξη του Στόλτενμπεργκ. Δυστυχώς, όμως, το ίδιο δυσάρεστα για το ελληνικό στρατόπεδο φαίνονται τα πράγματα και στις τάξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου τα γερμανικά συμφέροντα δεν επιτρέπουν τη διαμόρφωση μίας συνασπισμένης ευρωπαϊκής δύναμης που θα δράσει στο πλευρό της Ελλάδας και θα προασπιστεί τα ελληνικά και, επομένως, τα ευρωπαϊκά συμφέροντα. Η εκούσια αδράνεια της διεθνούς κοινότητας, ωστόσο, είναι πολύ πιθανό να έχει τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που ελπίζουν όσοι, εμμέσως ή αμέσως, προωθούν την τουρκική ατζέντα. Με μία οικονομία στο χείλος του γκρεμού, αμφίβολη δημοτικότητα και ολοένα αυξανόμενη κριτική προς το πρόσωπό του, ο Ερντογάν καρκινοβατεί στον προεδρικό θώκο. Κάτι τέτοιο όμως, τον καθιστά λιγότερο αδύναμο και περισσότερο επικίνδυνο. Έτσι, έχοντας την ανοχή και, μέσω αυτής, τη συνενοχή υψηλόβαθμων αξιωματούχων διαφόρων κρατών και οργανισμών, αποκτά υπερπολύτιμα εφόδια στην ατέρμονη προσπάθειά του για εξουσία και επέκταση.

Είναι καιρός η προκλητική παραβατικότητα της Τουρκίας να ληφθεί ως προειδοποιητική για το τι μέλλει γενέσθαι. Είναι καιρός να μην κρύβεται ο κάθε αξιωματούχος και ο εκάστοτε οργανισμός πίσω από το δάχτυλό του και, τέλος, είναι καιρός να υπάρξει σχεδιασμένη, συνολική και, κυρίως, ουσιαστική αντίδραση από τους διεθνείς οργανισμούς.


Γιώργος Πασσάς

Γεννήθηκε το 2001 στην Αθήνα. Τελείωσε τη Γερμανική Σχολή Αθηνών και κατέχει δύο ξένες γλώσσες, την αγγλική και τη γερμανική. Είναι προπτυχιακός φοιτητής στο τμήμα Νομικής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και φιλοδοξεί να ασχοληθεί με τις διεθνείς σχέσεις και τη διπλωματία. Ασχολείται αρκετά χρόνια με τη μουσική, τον αθλητισμό και μεγάλη του αγάπη είναι τα ταξίδια.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γιώργος Πασσάς
Γιώργος Πασσάς
Γεννήθηκε το 2001 στην Αθήνα. Τελείωσε τη Γερμανική Σχολή Αθηνών και κατέχει δύο ξένες γλώσσες, την αγγλική και τη γερμανική. Είναι προπτυχιακός φοιτητής στο τμήμα Νομικής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και φιλοδοξεί να ασχοληθεί με τις διεθνείς σχέσεις και τη διπλωματία. Ασχολείται αρκετά χρόνια με τη μουσική, τον αθλητισμό και μεγάλη του αγάπη είναι τα ταξίδια.