Του Βασίλη Τρικούπη,
Η νέα διεθνής τάξη πραγμάτων στον μεταψυχροπολεμικό κόσμο δημιουργεί και νέες, περίπλοκες, διακρατικές διαφορές, στη βάση τόσο του δικαίου, όσο και της γεωπολιτικής, αλλά και νεότερων τομέων ενδιαφέροντος, όπως το περιβάλλον, που αναδεικνύει και υψίστης σημασίας, για την κρατική ασφάλεια, δικαιώματα εκμετάλλευσης και διατήρησης των φυσικών πόρων.
Η κινεζική περίπτωση εμπίπτει, χαρακτηριστικά, σε μια τέτοια κατηγορία. Πρόσφατα, στις 16 Ιουλίου, εντοπίστηκε στόλος 260 αλιευτικών σκαφών, εκ των οποίων η μεγάλη πλειοψηφία ήταν κινεζικά, ο οποίος αγκυροβόλησε σε διεθνή ύδατα, πολύ κοντά στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) του Εκουαδόρ, όπως αυτή διαμορφώνεται από την παρουσία των νησιών Γκαλαπάγκος, στον Ειρηνικό Ωκεανό. Η αντίδραση του Εκουαδόρ ήρθε άμεσα και επίσημα, με διάβημα και άμεσες και συνεχείς περιπόλους, ώστε να διασφαλιστεί ότι κανένα πλοίο δε θα εισέλθει εντός της ΑΟΖ του Εκουαδόρ.
Ακόμα και έτσι, ωστόσο, το Εκουαδόρ έχει σαφέστατα βάσιμους φόβους, με μια τόσο μεγάλη αρμάδα πλοίων στη γειτονιά του, καθώς η δράση τους μπορεί να είναι καταστροφική, ακόμα και εκτός των ορίων των 200 ν.μ. μιλίων της ΑΟΖ. Ρίχνοντας δολώματα στη θάλασσα, μπορούν να προσελκύσουν ιδιαίτερα τους σφυροκεφάλους καρχαρίες και είδη σαλαχιών από πολλά χιλιόμετρα μακριά, επιβαρύνοντας σημαντικά τη βιοποικιλότητα σε αυτό το μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO. Μπορούν να το κάνουν, μάλιστα, με ελάχιστη επιτήρηση και υπό χαλαρότατο καθεστώς, καθώς δε δεσμεύονται από συγκεκριμένο διεθνές καθεστώς για την αλιεία στην ανοιχτή θάλασσα. Για αυτό είναι ανοιχτό και το ενδεχόμενο το Εκουαδόρ να προβεί σε επέκταση της ΑΟΖ σε συνολική έκταση έως και 350 ν.μ., δημιουργώντας ενιαία Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη με την ενδοχώρα και κλείνοντας τον μεταξύ τους διάδρομο, παρέχοντας μεγαλύτερα περιθώρια προστασίας της βιοποικιλότητας.
Μάλιστα, η εν λόγω πρακτική της Κίνας είναι καθιερωμένη κάθε καλοκαίρι, ωστόσο, σπάνια η επιχείρηση λαμβάνει τέτοιες διαστάσεις. Σχετικά πρόσφατα, το 2007, οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών επιδεινώθηκαν μετά τη σύλληψη ενός κινεζικού πλοίου και των 20 μελών του πληρώματός του, εντός της θαλάσσιας προστατευμένης περιοχής των Γκαλαπάγκος και ανακαλύφθηκαν μεγάλοι αριθμοί καρχαριών εντός του πλοίου.
Πέραν των περιβαλλοντικών διαστάσεων του ζητήματος αυτού, τεράστιο ενδιαφέρον παρουσιάζει η γεωπολιτική σημασία των εξελίξεων. Η επιχειρησιακή ικανότητα και η δυνητική καταστροφικότητα της κινεζικής αλιείας σε “απομακρυσμένα νερά” βασίζεται σε περίπου 17.000 πλοία, τα οποία είναι οργανωμένα σε πολλές μικρές εταιρίες, των οποίων τον έλεγχο, ο κρατικός μηχανισμός συχνά αδυνατεί να επιβάλλει, ενώ, από την άλλη, υπάρχουν υποψίες για νοτιοαμερικανικές εταιρίες, που συνδράμουν τα πλοία εφοδιαστικά. Τα ανωτέρω δημιουργούν την αδήριτη ανάγκη, τα κράτη της Νότιας Αμερικής να συνεργαστούν στενότερα, στο πλαίσιο ενός λειτουργικού καθεστώτος για την προστασία και διατήρηση του θαλάσσιου οικοσυστήματος του Ανατολικού Ειρηνικού, ωστόσο ακόμα μένει να φανεί, κατά πόσο η κινεζική αλιευτική επιθετικότητα, θα καταστεί καταλύτης περιφερειακών συνεργασιών.
Από τη συζήτηση αυτή δε θα μπορούσε να απουσιάζει, βέβαια, και ο αμερικανικός παράγοντας, ο οποίος παρακολουθεί -όπως φαίνεται- στενά τις εξελίξεις στη γειτονιά. Το Συμβούλιο Εθνικής Άμυνας δημοσίευσε”tweet”, στηρίζοντας το Εκουαδόρ εναντίον οποιασδήποτε επιθετικότητας κατά της οικονομικής και περιβαλλοντικής της κυριαρχίας. Η Αμερική των δύο μεγάλων ωκεανών και κυρίαρχη δύναμη σε όλη την αμερικανική ήπειρο εδώ και δεκαετίες, ουδέποτε θα επέτρεπε οποιαδήποτε προσπάθεια ηγεμονίας της Κίνας στον Ειρηνικό, ούτε υπέρμετρη οικονομική και διπλωματική επιρροή στα κράτη της Νότιας Αμερικής.
Επομένως, η εικόνα που αναμένεται να διαμορφωθεί, θα καθοριστεί σε μεγάλο βαθμό από τις δυναμικές των διακρατικών σχέσεων της περιοχής. Δυσάρεστο γεγονός, ωστόσο, αποτελεί πως το συνολικό σκηνικό διαδραματίζεται εις βάρος των φυσικών πόρων και της βιοποικιλότητας, που η κλιματική αλλαγή έχει ήδη πλήξει σοβαρά. Ο ανθρωπογενής παράγοντας, έως τώρα έχει εν πολλοίς επιδεινώσει μόνο την κατάσταση.
Γεννήθηκε το 1999 στην Αθήνα. Είναι προπτυχιακός φοιτητής στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς και εργάζεται στον χώρο της εστίασης. Ασχολείται ερευνητικά με την Ανατολική Ευρώπη, την Τουρκία και την Ανατολική Μεσόγειο στο Εργαστήριο Τουρκικών και Ευρασιατικών Μελετών του Πανεπιστημίου. Είναι ενεργός πολιτικά στα τοπικά της Ηλιούπολης στην οποία και μεγάλωσε και συμμετέχει σε ευρωπαϊκά προγράμματα ανταλλαγής Erasmus+. Μιλάει Αγγλικά και Τουρκικά.