17.1 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠαρατηρητήριο Αμερικανικής ΠολιτικήςΟ δικαστικός έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων στις Η.Π.Α.

Ο δικαστικός έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων στις Η.Π.Α.


Του Νικόλαου Καραμήτρου,

Μια από τις θεμελιώδεις βάσεις των σύγχρονων δικαστικών συστημάτων είναι ο δικαστικός έλεγχος ενός νόμου για το αν βρίσκεται σε αρμονία με το Σύνταγμα. Ο δικαστικός έλεγχος ενός θεσπισμένου νόμου έρχεται πολύ συχνά σε αντίθεση με την αρχή της διάκρισης των εξουσιών, σε νομοθετική, δικαστική και εκτελεστική, καθώς δίνεται η δυνατότητα στη δικαιοσύνη να παρεμβαίνει στη νομοθετική λειτουργία ενός κράτους. Οι συνέπειες του διαρκούς παρεμβατισμού των δικαστικών λειτουργών δεν είναι άλλες από την προστασία των θεμελιωδών διατάξεων του Συντάγματος και την προσπάθεια αυτό να μην καταστεί διακοσμητικό στοιχείο. Εμφανίζεται, λοιπόν, ως αναγκαίος ο δικαστικός έλεγχος, δίχως όμως αυτό να σημαίνει πως οδηγεί στην εγκαθίδρυση κράτους δικαστών.

Ο δικαστικός έλεγχος δεν θα μπορούσε να μην συναντάται στην πληρέστατη έννομη τάξη των Ηνωμένων Πολιτειών. Αν και δεν γίνεται ρητή αναφορά στο ανώτερο ιεραρχικά κείμενο της έννομης τάξης των Η.Π.Α., με αποτέλεσμα να μην δίδεται ως τεκμήριο αρμοδιότητας στους δικαστές (inherent power), η δυνατότητα του δικαστικού ελέγχου έχει διαπλαστεί νομολογιακά ως σιωπηρή αρμοδιότητα (implied power) του Αμερικανικού Συντάγματος. Έως το 1803, εάν το δικαστήριο μιας Πολιτείας διαπίστωνε πως ένας ομοσπονδιακός νόμος ήταν ελαττωματικός ή άκυρος, λόγω αντίθεσης στο Σύνταγμα, θα μπορούσε να απευθυνθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών (Supreme Court of the United States, SCOTUS).

Καμπή στη νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου αποτέλεσε η υπόθεση Marbury v. Madison του 1803, με την οποία εδραιώθηκε η θεμελιώδης αρχή του δικαστικού ελέγχου στην έννομη τάξη των Η.Π.Α. Στην υπόθεση αυτή, αξίζει να παρατηρήσουμε την ανακήρυξη του Συντάγματος σε θεμελιώδη νόμο με αναμφίβολη σημασία, όχι μόνο σε θεωρητικό επίπεδο, αλλά και υπό πρακτικούς όρους και την αναγνώριση της αρμοδιότητας των δικαστηρίων να ελέγχουν κάθε νόμο, που έρχεται σε αντίθεση με το Σύνταγμα, είτε της νομοθετικής είτε της εκτελεστικής εξουσίας και να τον ακυρώνουν. Η υπόθεση Marbury θεωρείται πυρήνας του Αμερικανικού Συνταγματικού Δικαίου, αλλά και πολλών άλλων σύγχρονων συνταγματικών συστημάτων.

Πηγή: https://www.doi.gov/employees/employmentlaw/litigation

Ο έλεγχος των νόμων στις Η.Π.Α., όπως και στην Ελλάδα, είναι διάχυτος πράγμα που σημαίνει πως κάθε δικαστής οποιασδήποτε βαθμίδας δύναται να αποφαίνεται επί της νομιμότητας ενός νόμου. Παρατηρείται μια δυσπιστία της δικαστικής έναντι της νομοθετικής εξουσίας και μια υποταγή του δικαστή στο Σύνταγμα. Έτσι, εάν ένας νόμος αντίκειται στο Σύνταγμα, ο δικαστής καλείται να τον αφήσει ανεφάρμοστο. Όπως είναι φυσικό δημιουργούνται αντιφάσεις και διάσταση στη νομολογία, αφού όλα κρίνονται από το πρόσωπο του δικαστή. Οι αντιφάσεις που δημιουργούνται αίρονται στο Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο και διαμορφώνει πάγια νομολογία. Ο διάχυτος έλεγχος δεν θα πρέπει να συγχέεται με τον συγκεντρωτικό, που είναι αντίθετός του και συναντάται στις έννομες τάξεις της Γαλλίας και της Γερμανίας.

Αξίζει να επισημανθεί πως ο έλεγχος του νόμου στην Αμερική δεν μπορεί να ασκηθεί σε προληπτικό επίπεδο, παρά μόνο σε κατασταλτικό. Αντιστοίχως και στο ελληνικό δικαστικό σύστημα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο εκδιδόμενος νόμος ελέγχεται, αφού δημοσιευτεί και παράγει έννομα αποτελέσματα, προσφέροντας τη δυνατότητα στον δικαστή να κρίνει τη συνταγματικότητά του, με βάση το πως έχει εφαρμοστεί στην έννομη τάξη. Ωστόσο, ο κατασταλτικός έλεγχος εμποδίζει την ασφάλεια δικαίου, αφού ένας ευμενής για τους πολίτες νόμος μπορεί να κριθεί ως αντισυνταγματικός, με συνέπεια τη ζημία τους, άλλοτε οικονομική και άλλοτε ηθική, ανατρέποντας παγιωμένες καταστάσεις. Από την άλλη, ο προληπτικός έλεγχος προωθεί την ασφάλεια δικαίου, καθώς αναπτύσσει άμεση και γενική ισχύ, αλλά γίνεται μόνο μία φορά, κάτι που καθιστά δύσκολη την πρόβλεψη των εννόμων αποτελεσμάτων μιας νομοθετικής ρύθμισης.

Τέλος, ο έλεγχος είναι παρεμπίπτων, που σημαίνει πως αντικείμενο της δίκης δεν είναι το κύρος του νόμου, όπως συμβαίνει με τον κύριο δικαστικό έλεγχο, αρμόδια του οποίου είναι τα συνταγματικά δικαστήρια, αλλά, κατά το στάδιο της εκκρεμοδικίας, ο δικαστής, προκειμένου να εκδικάσει μια υπόθεση, ελέγχει αν ο νόμος είναι σε συμφωνία με το Σύνταγμα. Με λίγα λόγια, ο προσφεύγων δεν αιτείται την ακύρωση του νόμου, αλλά ο δικαστής ελέγχει τον νόμο που πρόκειται να εφαρμόσει και σε περίπτωση που αυτός είναι αντισυνταγματικός, κηρύσσει το ανεφάρμοστό του. Όμως, δεν δημιουργείται ένα ισχυρό νομολογιακό προηγούμενο, με αποτέλεσμα, σε αντίστοιχη περίπτωση στο μέλλον, ο νόμος να εφαρμόζεται κανονικά. Ο παρεμπίπτων έλεγχος είναι πάντοτε κατασταλτικός, ενώ ο κύριος είναι συνήθως συγκεντρωτικός, άλλοτε προληπτικός και άλλοτε κατασταλτικός.

Πηγή: https://lawliberty.org/originalism-and-article-iii-judicial-power/

Συνοψίζοντας, τον δικαστικό έλεγχο, τόσο στην Ελλάδα όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, συγκροτούν ο διάχυτος, κατασταλτικός και παρεμπίπτων χαρακτήρας του. Παρατηρείται, επίσης, μια διάσταση στη θεωρία όσον αφορά τη συνταγματικότητά του. Οι υποστηρικτές του θεωρούν πως η αρμοδιότητα στα δικαστήρια δίδεται σιωπηρά και υπαινικτικά. Οι πολέμιοι του θεωρούν πως είναι αντισυνταγματικός και πως η δράση και η οργάνωση της δικαστικής εξουσίας πρέπει να ρυθμίζονται από σαφή και ανεπιφύλακτη αρμοδιότητα. Αναντίρρητα, σκοπός του δικαστικού ελέγχου δεν είναι παρά η νομιμότητα της νομοθετικής εξουσίας, ο περιορισμός της αυθαιρεσίας των κυβερνόντων, η υπαγωγή της νομοθετικής εξουσίας στην υποχρέωση τήρησης των απαραίτητων διαδικαστικών και ουσιαστικών επιταγών κατά τη θέσπιση ενός νόμου και η προστασία των ιδιωτών από την αυθαίρετη και παράνομη δράση των οργάνων εξουσίας. Αποτέλεσμα της λελογισμένης χρήσης του δικαστικού ελέγχου θα είναι η εγκαθίδρυση μιας ισχυρής έννομης τάξης, που θα βασίζεται στη νομιμότητα και θα διασφαλίζει την προστασία των δικαιωμάτων των ιδιωτών.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ


Νίκος Καραμήτρος

Γεννημένος το 2001. Διανύει το πρώτο έτος των σπουδών του στο τμήμα Νομικής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Έχει συμμετάσχει σε σεμινάρια με αντικείμενο το Διεθνές Δίκαιο, για το οποίο τρέφει μεγάλο ενδιαφέρον. Μιλάει αγγλικά και γερμανικά. Είναι μέλος του European Law Students’ Association (ELSA Komotini).

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Νίκος Καραμήτρος
Νίκος Καραμήτρος
Γεννημένος το 2001. Διανύει το πρώτο έτος των σπουδών του στο τμήμα Νομικής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Έχει συμμετάσχει σε σεμινάρια με αντικείμενο το Διεθνές Δίκαιο, για το οποίο τρέφει μεγάλο ενδιαφέρον. Μιλάει αγγλικά και γερμανικά. Είναι μέλος του European Law Students’ Association (ELSA Komotini).