Του Αλέξανδρου Ραπακούσιου,
Α΄ μέρος
Τις τελευταίες τρεις εβδομάδες, η κεντρική πολιτική σκηνή έχει μεταμορφωθεί σε έναν επικίνδυνο, αν και αδιάφορο για την κοινωνική πλειοψηφία, κουβά με απόνερα.
Με κυβερνητική ευθύνη και μέσω φίλα προσκείμενων εκδοτών, συνομιλίες παρμένες από την απόρρητη εσωτερική έκθεση της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών που ξεκίνησε πριν τέσσερα χρόνια, ηχογραφήσεις και δικόγραφα βλέπουν το φως της δημοσιότητας στη λογική ενός σκηνοθετημένου μοτίβου.
Υιοθετώντας τη σκέψη του πολιτικού νηπίου, οι αποκαλύψεις περί πρώην κυβερνητικών πρακτικών εξετάζονται μεμονωμένα από το πολιτικό περιβάλλον που διαμορφώνει η επικαιρότητα. Και τοιουτοτρόπως δύνανται να κριθούν.
Απορρίπτοντας τη σκέψη του πολιτικού νηπίου, αναρωτιέται κανείς πώς απόρρητα έγγραφα, μεταξύ των οποίων και ήδη μεταβιβασθέντα προς διερεύνηση από τη Δικαιοσύνη, δημοσιεύονται το ένα πίσω από το άλλο, λίγα εικοσιτετράωρα, αφότου το φιάσκο του διαμοιρασμού των είκοσι εκατομμυρίων ευρώ στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης κυριαρχούσε στα μικρομεσαία δημοσιογραφικά μαγαζιά.
Μέσα στον γενικότερο βούρκο, ο νομικός πολιτισμός, έστω και μερικώς διαβρωμένος από τις ύποπτες σχέσεις του με ποικίλα κομμάτια του πολιτικού κόσμου, οφείλει να αυτοπραγματωθεί ως πυξίδα. Με απλά λόγια, οι «αποκαλύψεις», η αποσπασματική δημοσίευση των οποίων βρίσκεται στην ευχέρεια του εκάστοτε πολιτικού ή δημοσιογραφικού κέντρου, καταντάνε μπούρδες, ωσότου η υπόθεση διερευνηθεί και τελεσιδικήσει.
Συνεπώς, τέτοιου τύπου υποθέσεις, απαιτείται να ξεψαχνίζονται έως το κόκκαλο.
Εκείνο όμως, που δεν προβλέφθηκε από το πρωθυπουργικό επιτελείο ήταν πως εκτός από τους ίδιους, απόρρητες πληροφορίες κατέχει και η αντιπολίτευση. Ήδη διακινούνται, αυτή τη φορά από δικά της φίλα προσκείμενα μέσα, ανατριχιαστικές συνομιλίες παρμένες ξανά από τους εκτελεστικούς βραχίονες που τοποθετούνται ανά καιρό σε ανώτατες νευραλγικές θέσεις εσωτερικής και εθνικής ασφάλειας.
Επανάληψις, μήτηρ μαθήσεως· τίποτε δεν ευσταθεί, έως ότου εξακριβωθεί και διερευνηθεί από τις αρμόδιες δικαστικές ή ελεγκτικές αρχές. Είτε αυτό αφορά το ένα ή το άλλο κόμμα.
Ευτυχώς ή δυστυχώς, η ηθική πτυχή δεν απαιτεί δικαστική διερεύνηση. Απαιτεί κι αυτή βέβαια τον χρόνο της, μιας και η επιλεκτική ηθική βάσει αποσπασματικών αποκαλύψεων, θερίζει στις μέρες μας.
Σε επίπεδο προσώπων, ο φερόμενος ως συνδετικός κρίκος, πρώην υπουργός Νίκος Παππάς, καταδεικνύεται ως το άτομο των παρασκηνιακών διαβουλεύσεων, ως εκείνος δηλαδή που κινούσε τα νήματα.
Αντί για τα νήματα ενός σχεδίου, κατέληξε να εμπαίζεται από τα ίδια ως Καραγκιόζης.
Αντί για κατά φαντασία Νικολό Μακιαβέλι, κατέληξε στην κατηγορία της εκθρονισμένης πολιτικής πλέμπας.
Διότι, παρότι τα δημοσιευθέντα αποσπάσματα φαίνεται να επιλέχθηκαν με σχεδόν χειρουργική ακρίβεια και μολονότι είναι πιθανό στο τέλος να μην προκύψουν νομικές συνέπειες, το ύφος και τα λεγόμενά του δεν αφήνουν αμφιβολίες επί της ηθικοπολιτικής προέκτασης. Το ίδιο ισχύει και για όλα όσα μέλλονται να δουν τη δημοσιότητα, εφόσον το γαϊτανάκι του βούρκου συνεχιστεί από τα δύο πολιτικά μέρη.
Εν μέσω της διαρκούς διοχέτευσης υλικού από τον ιδιόμορφο λερωμένο κουβά, η νέας μορφής και ακροδεξιάς κοπής αντισυστημικότητα συσπειρώνει δυνάμεις· οι αρμόδιες για την εσωτερική κι εθνική ασφάλεια κρατικές υπηρεσίες εκφυλίζονται αποδεικνύοντας τον τερατώδη βαθμό εξάρτησης και τρωτότητας τους από το πολιτικό σύστημα· καίριες προκλήσεις στο εσωτερικό και το εξωτερικό θέτουν σε αμφισβήτηση τόσο τις βραχείες ανάσες που πέτυχε να πάρει η ελληνική κοινωνία, όσο και το status quo στα νερά της Ανατολικής Μεσογείου.
Στην υγεία, το στοίχημα των 5.000 ημερήσιων τεστ για τον εντοπισμό κρουσμάτων κορωνοϊού, μέσω των κινητών μονάδων του ΕΟΔΥ, έχει εγκαταλειφθεί πλήρως.
Στον τουρισμό, τα υγειονομικά πρωτόκολλα παραμένουν ανεφάρμοστα σε ουκ ολίγες περιπτώσεις, αναδεικνύοντας τρύπες στην υγειονομική θωράκιση της χώρας.
Η οικονομία αναλώνεται σε επικοινωνιακά πανηγύρια κατεδάφισης κτιρίων στο Ελληνικό, την ώρα που η επένδυση παραμένει ακόμα βαλτωμένη, ελέω προσφυγών στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Στη Δικαιοσύνη, κορυφαίος υπουργός της κυβέρνησης δηλώνει για εισαγγελικό λειτουργό πως «πρέπει να πάει στη φυλακή», με την Ένωση Εισαγγελέων, τον Πρόεδρο και τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου να κάνουν λόγο για προσπάθειες χειραγώγησης.
Στο προσφυγικό-μεταναστευτικό, η υπεύθυνη για τη διαχείρισή του, η τριάδα υπουργών, Ν. Μηταράκης, Μ. Χρυσοχοΐδης και Γ. Κουμουτσάκος, δυσφημεί τη χώρα πανευρωπαϊκά, αδυνατώντας να απαντήσει επί της ουσίας σε καταγγελίες παρέκκλισης από το Διεθνές Δίκαιο, ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Στα της κοινωνίας, το πρόσφατο νομοσχέδιο για τις δημόσιες συναθροίσεις λοιδορείται ως αντισυνταγματικό από σειρά Αρχών και Οργανισμών, από την Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής έως τη Διεθνή Αμνηστία.
Στο τελευταίο «κούμπωσε» και το πρότυπο ηγεσίας της κας. Γεννηματά, η οποία βρέθηκε να ψηφίζει το νομοσχέδιο μαζί με την κυβέρνηση και το κόμμα του Κυριάκου Βελόπουλου.
Προφανώς, το πρότυπο ηγεσίας δεν εκφέρεται ελαφρά τη καρδία· μονάχα η κα. Γεννηματά θα μπορούσε να κάνει άνω κάτω ένα κόμμα, οι βουλευτές του οποίου χωρούν σε πέντε ταξί, επειδή μια μικρή μειοψηφία του αποφάσισε να μην υπερψηφίσει ένα νομοσχέδιο της κυβέρνησης. Μονάχα η κα. Γεννηματά θα διατεινόταν μετά από όλα αυτά πως ασκεί την πραγματική αντιπολίτευση στη χώρα, προκαλώντας νευρικό γέλιο μέχρι και στα ξεθωριασμένα πόμολα της Χαριλάου Τρικούπη.
Β΄ μέρος
Συμβαίνει όμως, το εξής παράδοξο· ο βούρκος διογκώνει την πόλωση και διαρρηγνύει έστω και την τυπική σχέση των κύριων κοινοβουλευτικών δυνάμεων, σε μία συγκυρία ιδιαίτερα επισφαλή.
Συγκυρία, οι προκλήσεις της οποίας δεν αφορούν το εσωτερικό, αλλά την ουσιώδη μελλοντική πορεία της κρατικής οντότητας. Προκλήσεις, για τις οποίες είναι πλέον κοινό μυστικό, πως καμιά κυβέρνηση δε δύναται να προχωρήσει χωρίς τη στήριξη των υπόλοιπων πολιτικών δυνάμεων. Προκλήσεις, που υπερβαίνουν τα κόμματα, την επικοινωνία και τους διαξιφισμούς και επιτάσσουν την χάραξη εθνικής στρατηγικής.
Η Ελλάδα δείχνει να έχει απωλέσει σημαντικό διπλωματικό κεφάλαιο το πρότερο διάστημα. Η επιτυχής αντιμετώπιση της πανδημίας και τυχόν υπόλοιπες εξαγόμενες θετικές ειδήσεις δεν έστρεψαν τους ισχυρούς διεθνείς παίκτες προς την κατεύθυνση της σθεναρής στήριξης των ελληνικών συμφερόντων στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Δεν ήταν, άλλωστε, ποτέ δυνατόν αυτά να αρκούσαν.
Η παραδοχή του αναπληρωτή συμβούλου εθνικής ασφάλειας, Θ. Ντόκου, πως «είχαμε επενδύσει στον Χαφτάρ, αλλά μετρά μέρες», δείχνει τη ραστώνη που διαπέρασε την ελληνική ηγεσία, αφότου πόνταρε τα πάντα στον μουστακαλή στρατηγό και μετέπειτα περιορίστηκε σε προσευχές για την νίκη του.
Την ίδια ώρα, οι αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας παραμένουν χλιαρές και τυπικές, με τις ευρωπαϊκές κυρώσεις κατά της Τουρκίας να έχουν λάβει επ’ αόριστον αναβολή.
Να είμαστε πλήρως ξεκάθαροι. Η παρούσα χρονική συνθήκη, οι ισορροπίες στο μέτωπο της Λιβύης, το φιάσκο της επιχείρησης IRINI, η ενδοτική στάση έναντι της Τουρκίας από συγκεκριμένα κράτη μέλη της Ένωσης, οι πρόσφατες αποκαλύψεις του Τ. Μπόλτον για την ευνοϊκή μεταχείριση και τις μπίζνες του Αμερικανού Προέδρου με το καθεστώς Ερντογάν, αλλά και η διασάλευση της εγχώριας πολιτικής σκηνής με επιθέσεις, εκβιασμούς και κοριούς, δρομολογούν άκρως δυσάρεστες εξελίξεις.
Στη διπλωματία, οι επωφελείς συμβιβασμοί μεταξύ κρατών, καλό είναι να βρίσκονται πάντοτε πάνω στο τραπέζι. Απαραίτητες προϋποθέσεις, να πληρείται το κριτήριο του αμφότερου κέρδους και δεύτερον, ο απέναντί σου να διακρίνεται από εντιμότητα ούτως ώστε να τηρήσει την υπογραφή του.
Στην παρούσα στιγμή, καμία από τις δύο προϋποθέσεις δεν πληρείται. Γι’ αυτό και κάθε συζήτηση περί υποχωρήσεων, απτής συνεργασίας και του τι είναι και τι δεν είναι «μαξιμαλισμός», ακούγεται άκαιρη.
Δε σημαίνει πως οι δίαυλοι επικοινωνίας δεν πρέπει να παραμείνουν ανοικτοί. Οι υπερφίαλες φωνές στην ελληνική κοινωνία και το πολιτικό σύστημα που ομιλούν για ολοκληρωτική παύση των διμερών σχέσεων, θέτοντας την απευθείας σύγκρουση σε ένα απλοϊκά ανάλαφρο πλαίσιο, εκτός από άσχετες περί τωρινών συσχετισμών, είναι και επικίνδυνες.
Όσο επικίνδυνες τις κατάντησαν, τέλος πάντων, τα εθνικά παραμύθια περί της πιο δίκαιης χώρας του σύμπαντος και που ταυτοχρόνως της τρέχει ιδρώτας, όταν ακούει για το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Η ψευδής αποτύπωση των ισορροπιών προς ενίσχυση του φρονήματος, η απόκρυψη λαθών και παραλείψεων, η λανθασμένη ερμηνεία των ισορροπιών, καθώς και η παροχή του διαχρονικά εθνικού χρυσωμένου χαπιού, έχει δημιουργήσει μία άκρως δυναμική μερίδα, η οποία πορεύεται σαν κλαμένη μεν, θρασύτατη δε χήρα.
Δυστυχώς, η ορθή αποτύπωση της πραγματικότητας άργησε πολύ. Και φυσικά δεν προβλέπεται στον ορίζοντα, μιας και πρώτο βήμα της θα ήταν η διάλυση χρόνιων ψευδαισθήσεων που πέτυχαν να φτάσουν το όριο θυματοποίησης σε νέα, τεράστια μεγέθη μεταξύ του κοινωνικού συνόλου. Η διάλυση ψευδαισθήσεων εξάλλου επιφέρει ανυπολόγιστο πολιτικό κόστος.
Άλλος χρόνος δεν υπάρχει. Κι αν σπαταληθεί περαιτέρω, η θυματοποιημένη και εθνικά υπερφίαλη κοινωνική πτέρυγα, διαποτισμένη από ψευδαισθήσεις, «δίκαια» και εθνική κορεκτίλα, σταδιακά θα διογκώνεται και θα ξεφεύγει από το ήδη ανορθολογικό πλαίσιο μέσω του οποίου αναγιγνώσκει τις εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά.
Η ιστορία έχει αποδείξει πόσο εύκολα, θέσεις του κοινωνικού συνόλου μεταπηδούν στην πολιτική. Μόνο που τότε, η πορεία, καλή ή κακή, δε θα έχει επιστροφή. Κι όταν γραφικοί σχεδιάζουν και υλοποιούν μη αναστρέψιμες πορείες, οι τελευταίες καταλήγουν συνήθως σε τραγωδίες.
Η ιεράρχηση των εθνικών προτεραιοτήτων επαναφέρεται ως ζήτημα ζωτικής σημασίας. Η Δικαιοσύνη ας ασχοληθεί με τα απόνερα, η κυβέρνηση με τις προκλήσεις στο εσωτερικό και σύσσωμο το πολιτικό σύστημα με την εκπόνηση στρατηγικής προς αποφυγή μελλοντικής αποσταθεροποίησης και των διαφαινόμενων de facto συσχετισμών που θα την επιβάλλουν.
Είναι τεταρτοετής φοιτητής του τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς. Έχει συμμετάσχει σε εγχώρια και ευρωπαϊκά μοντέλα προσομοίωσης, ενώ το ενδιαφέρον του εντοπίζεται, εκτός των διεθνών σχέσεων, στην πολιτική επικοινωνία και τη δημοσιογραφία. Μεγάλο κεφάλαιο αποτέλεσε η διετής συμμετοχή του στο Διοικητικό Συμβούλιο της SAFIA, από όπου και αποκόμισε πολύτιμες εμπειρίες και φιλίες. Μέσω του OffLine Post, αρθρογραφεί κυρίως για την εγχώρια πολιτική σκηνή.