Της Άννας Κομπόγιαννου
Σήμερα, 3 Δεκεμβρίου, είναι η Παγκόσμια Ημέρα Ατόμων με αναπηρία. Η μέρα αυτή θεσπίστηκε από τον Ο.Η.Ε. το 1992 και από τότε, κάθε χρόνο, πραγματοποιούνται δράσεις ενημέρωσης και ψυχαγωγίας των Ατόμων με Αναπηρία, καθώς επίσης υπενθυμίζεται η διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους και της ισότιμης διαβίωσής τους την κοινωνία. Παρά, όμως, τις κινητοποιήσεις και τις οργανωμένες δράσεις που πραγματοποιούνται ένεκα την ημέρας, είτε από κυβερνητικούς θεσμούς, είτε από σωματεία στήριξης των ΑμεΑ, είτε ακόμη και από ιδιώτες, οι δυσκολίες και οι ανισότητες που τους αφορούν εξακολουθούν να υπάρχουν και να καθορίζουν την ζωή τους σε μεγάλο βαθμό.
Ας πάρουμε, λοιπόν, τα πράγματα από την αρχή. Τα φαινόμενα άνισης αντιμετώπισης των ατόμων με αναπηρία δεν εμφανίζονται μόνο στην χώρα μας. Αντίθετα είναι παγκόσμια, τόσο από ιατρικής όσο και πολύ περισσότερο κοινωνικής άποψης. Πρόσφατες έρευνες του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια έχουν καταγράψει πως μόνο το ¼ των χωρών του κόσμου έχουν θεσπίσει επίσημα και συνταγματικά ρητή απαγόρευση της διάκρισης των ατόμων με αναπηρία ή εγγυώνται ίσα δικαιώματα για τα άτομα αυτά. Επίσης, όσον αφορά το θέμα της εκπαίδευσης, μόνο το 28% των χωρών προστατεύουν συνταγματικά το δικαίωμα στην εκπαίδευση των παιδιών με αναπηρία και μόνο το 12% έχουν ιδρύσει ειδικά σχολεία για ΑμεΑ. Μάλιστα, πολλές φορές, η ιδιότητα αυτών των ιδρυμάτων εκπαίδευσης είναι συγκεκριμένης θεματολογίας, περιορίζοντας με αυτόν τον τρόπο τα παιδιά να κοινωνικοποιηθούν και να λάβουν ευρύτερη μόρφωση και συνεπώς να νιώσουν ενεργά μέλη του κοινωνικού συνόλου. Από τα παραπάνω ποσοστά, δεν είναι δύσκολο να συμπεράνει κανείς πως η μέριμνα συνταγματικής κατοχύρωσης αυτών των δικαιωμάτων εκτείνεται σε μικρή κλίμακα χωρών ανά τον κόσμο, κάτι που δε συνάδει με την «προοδευτική εποχή» που διανύουμε. Μήπως, άραγε, η κοινωνία του 2018- κοντά 2019- δεν είναι έτοιμη να αποδεχτεί και να αγκαλιάσει διαφορετικότητες τέτοιου είδους, παρέχοντας την απαραίτητα βοήθεια και στήριξη; Η ερώτηση, φυσικά και είναι ρητορική.
Τα προβλήματα που ταλανίζουν την κοινότητα των Ατόμων με Αναπηρία είναι, πρωτίστως, κοινωνικής φύσεως και δευτερευόντως πρακτικής. Είναι γεγονός πως ανέκαθεν κατασκευαζόταν και εξακολουθεί να κατασκευάζεται μια αντίληψη «λύπησης» γι’ αυτά τα άτομα από μικρή ηλικία, η οποία ξεκινά πρώτα από τα λεγόμενα της οικογένειας και έπειτα του σχολείου, δημιουργώντας έτσι έναν διαχωρισμό των ανθρώπων σε φυσιολογικούς και μη. Αυτή η άποψη, από μόνη της, ριζώνει σίγα-σιγά στον χαρακτήρα μας και μας απομακρύνει από την συναναστροφή με ΑμεΑ καθώς ενδόμυχα θεωρούμε, ότι ο καθένας πρέπει να κάνει παρέα με ανθρώπους του «είδους» του. Ωστόσο, κανένας δεν έχει κατά νου ότι όλοι είμαστε εν δυνάμει ανάπηροι, καθώς, στη ζωή, όλα είναι πιθανά και μπορεί να βρεθούμε ξαφνικά σε ανάλογη θέση.
Όλη αυτή η φιλοσοφία που αναπτύσσεται λόγω της κοινωνικής εσωστρέφειας, μας οδηγεί να σκεφτόμαστε στενόμυαλα και όχι προοδευτικά. Κανείς δεν είναι ανώτερος μόνο και μόνο επειδή περπατά ή έχει όλες του τις αισθήσεις ενεργές. Δυστυχώς, όμως, δεν έχουμε μάθει να πορευόμαστε με βάση αυτή την νοοτροπία. Ειδικές διαβάσεις αμαξιδίων σπάνια θα βρούμε στους δρόμους μας, ενώ τα περισσότερα πεζοδρόμια τόσο κεντρικών όσο και πιο αραιοκατοικημένων περιοχών είναι γεμάτα με παρκαρισμένα αυτοκίνητα και κάθε είδους εμπόδια. Αυτές και άλλες πολλές παρόμοιες καθημερινές μας συμπεριφορές, είναι που οδηγούν ευθέως στον κοινωνικό αποκλεισμό των ατόμων με αναπηρία και τοποθετούν την αναπηρία κάποιου συνανθρώπου μας σε ένα απαγορευτικό και καταπιεστικό κοινωνικό περιβάλλον.
Το θέμα, φυσικά, επεκτείνεται και σε ζωτικής σημασίας προβλήματα που αφορούν την ανισότητα που αντιμετωπίζουν, τα οποία δημιουργούνται απευθείας αυτή τη φορά από το ίδιο το κράτος. Πιο συγκεκριμένα, οι σύλλογοι ατόμων με αναπηρία διαμαρτύρονται συχνά, ζητώντας αύξηση των προνοιακών επιδομάτων, αφού ένας άνθρωπος με μειωμένη κινητικότητα ή νοητική στέρηση, έχει αποκλειστεί μοιραία από την αγορά εργασίας, με αποτέλεσμα το μόνο του εισόδημα να είναι το επίδομα αναπηρίας, το οποίο κυμαίνεται κατά μέσο όρο στα 350 ευρώ μηνιαίως. Άρα, με αυτά τα χρήματα πρέπει το άτομο να καλύψει τις φαρμακευτικές του ανάγκες ή να τα αποταμιεύσει για μελλοντικές εγχειρήσεις που πιθανόν θα χρειαστεί και παράλληλα να καλύψει τα προσωπικά του έξοδα και να ζήσει αξιοπρεπώς την ζωή του. Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, όλα αυτά δε μπορούν να έρθουν εις πέρας με ένα πενιχρό εισόδημα, που βοηθάει μεν, αλλά δεν αρκεί. Συνεπώς, ουσιαστικά υπάρχει περιορισμός και όχι προνοιακή και κοινωνική μέριμνα διαβίωσής τους.
Τέλος ακόμη ένα σημαντικό αίτημά των εκπροσώπων των ατόμων με αναπηρία στην Ελλάδα είναι οι άνθρωποι αυτοί, να μην διαβιούν μέσα στα ιδρύματα, αλλά στην κοινωνία. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί ως επι το πλείστον με την τοποθέτησή τους σε κανονικά σχολεία, όπου θα καθοδηγούνται από κατάλληλα καταρτισμένους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι θα τους κάνουν να πιστέψουν στον εαυτό τους και στις ξεχωριστές ικανότητές τους. Αυτό, σε συνδυασμό με την καθημερινή συναναστροφή τους με την κοινότητα του σχολείου θα συμβάλλει στην μέγιστη δυνατή κοινωνικοποίηση και την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας τους. Βέβαια εκτός από τα σχολεία, απαραίτητη είναι και η δημιουργία υποδομών από το κράτος για την πραγματοποίηση δραστηριοτήτων που θα τους βοηθήσουν να ανακαλύψουν τα ταλέντα και την κλίση τους. Η σωστή καθοδήγηση θα αποτελέσει κίνητρο για την ενεργοποίηση των Ατόμων με Αναπηρία και η ψυχολογία τους θα αλλάξει ριζικά, καθώς θα νιώσουν πως ανήκουν σε μια ομάδα, αφήνοντας στην άκρη το πρόβλημα υγείας τους.
Κλείνοντας πρέπει να υπογραμμιστεί, ότι η 3η Δεκεμβρίου είναι μια αδιαμφισβήτητα σημαντική μέρα. Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να θυμόμαστε τα προβλήματα και τα δικαιώματα των ατόμων με μακροχρόνιες σωματικές, νοητικές, πνευματικές ,και αισθητηριακές αναπηρίες, μόνο σήμερα. Ο αγώνας για ισότητα, ευαισθητοποίηση και αλληλεγγύη πρέπει να είναι διαρκής και μαζικός. Ο καθένας από εμάς, εάν αλλάξει τον τρόπο σκέψης και αντιμετώπισης ορισμένων θεμάτων, μπορεί να βοηθήσει στο να διαμορφώσουμε μια δίκαιη κοινωνία, χωρίς ντροπές και ταμπού τα οποία πληγώνουν συνανθρώπους μας, που η αξία τους δε διαφέρει από την δική μας. Άλλωστε, η ποιότητα και ο πολιτισμός μια κοινωνίας και μιας δημοκρατικής χώρας, φαίνεται στην ποιότητα ζωής που παρέχει στα άτομα με αναπηρία. Αν θες, λοιπόν, να λέγεσαι δημοκράτης, τότε πράξε ανάλογα!
YΓ: Θα ήθελα να ευχαριστήσω την φίλη μου, Μαρία Ζωγράφου, που όντας Άτομο με Αναπηρία, με βοήθησε να καταγράψω τις σκέψεις και την πραγματικότητα που βιώνει αυτή και όλα τα Άτομα με Αναπηρία.