Του Μιχάλη Γιαννακίδη,
Δύο πράγματα είναι σίγουρα σε αυτή τη ζωή: οι άνθρωποι που πίνουν τον καφέ σκέτο να σου λένε ότι ο γλυκός είναι σαν γαλακτομπούρεκο…και ότι όλοι θα πεθάνουμε. Ναι, ο θάνατος, ή αλλιως, το καλύτερο θέμα για άρθρο την περίοδο πριν τα Χριστούγεννα! Όλοι, αργά ή γρήγορα, θα τον αντιμετωπίσουμε, απλώς δεν ξέρουμε πότε ακριβώς. Υπάρχει, όμως, μία μικρή εξαίρεση, οι θανατοποινίτες.
Πριν από λίγα χρόνια, η γνωστή ιστοσελίδα 9gag δημοσιεύσε μια συλλογή φωτογραφιών με τα τελευταία γεύματα ατόμων, τα οποία είχαν καταδικαστεί στην εσχάτη των ποινών. Κάποια ήταν απλά, όπως μια μπριζόλα, αλλά περίεργα, όπως μία, υποθέτω πολύ μοναχική, ελιά. Έτσι, βλέποντας αυτή τη δημοσιέυση θέλησα να βάλω τον εαυτό μου στη θέση των καταδίκων.
Μπορεί να ακούγεται περίεργο, αλλά βρίσκω τις τελευταίες στιγμές πριν το θάνατο εξαιρετικά ενδιαφέρουσες, με τη βιομηχανία του θεάματος και την ιστορία να συμφωνούν μαζί μου. Από το περίφημο ” rosebud” στο “Citizen Cane”, στο ” money can‘t buy happiness” του Bob Marley, στο υβριστικό ξέσπασμα του Tony Montana και στο ”Goodbye, my kitten” του Ernest Hemingway, δίνουμε ιδιαίτερη βαρύτητα στις τελευταίες λέξεις ή πράξεις των ατόμων, φανταστικών και μη. Η προσπάθεια των ανθρώπων να δώσουν έναν ωραίο, συμβολικό ή σημαντικό επίλογο σε κάτι τόσο περίπλοκο όσο ολόκληρος ο βίος τους έχει μια γοητεία.
Όσον αφορά τη δική μου περίσταση, το γεύμα μου θα ήταν κάτι αρκετά απλό και σίγουρα ανθυγιεινό, μια τελευταία απόλαυση φαγητών, τα οποία όλο μου το σώμα, εκτός της γλώσσας, απεχθάνεται. Θα έπαιρνα μάλλον ένα πιτόγυρο, ένα μετρίου μεγέθους μπέργκερ (για να αφήσω χώρο για τα υπόλοιπα), πατάτες από τα McDonalds, μια μπάλα παγωτό μπουένο και ένα McFlurry snickers. Έπειτά, θα άκουγα το αγαπημένο μου άλμπουμ και θα διάβαζα Χάρι Πότερ.
Πιο συγκεκριμένα, θα διάβαζα δύο από τα τελευταία κεφάλαια της σειράς. Θα ήταν απίθανο και παράλληλα άδικο να προσπαθήσω να περιγράψω το μεγαλούργημα της J.K. Rowling μέσα σε λίγες γραμμές ή λέξεις, άλλα πρέπει να δικαιολογήσω την επιλογή μου.
Σε αυτά τα κεφάλαια ο Χάρι καταλαβαίνει πως, για να επιτευχθεί ο σκοπός του, να νικηθεί ο Λόρδος Βόλντεμορτ, πρέπει ο ίδιος να αποδημήσει τον μάταιο τούτο κόσμο. Έτσι, λοιπόν, με ανδρεία και ανιδιοτέλεια, ξεκινά τον περίπατο του προς το θάνατο, παρατηρώντας, με πρωτόγνωρη διαύγεια, το θαύμα της ζωής και μετανιώνοντας, που δεν το είχε εκτιμήσει αρκετά. Με την καρδιά του, όπως γράφει η Rowling, να φτερουγίζει σαν τρομαγμένο πουλί, φτάνει στο δάσος, όπου και πεθαίνει.
Προς μεγάλη του έκπληξη, ξυπνά σε έναν χώρο που δεν μπορεί να προσδιορίσει, άθικτος από οποιονδήποτε τραυματισμό. Έπειτα, εμφανίζεται ο Άλμπους Ντάμπλντορ, καθηγητής, μέντορας και πατρική φιγούρα του Χάρι, με μία άκρως αποκαλυπτική, για τα μυστικά της σειράς, συζήτηση να επακολουθεί. Τελικά, καταλήγουν πως ο Χάρι πρέπει να επιστρέψει στον κόσμο των ζωντανών για να συνεχίσει την αποστολή του, πριν φύγει όμως, ο Ντάμπλντορ λέει:
«Μη λυπάσαι τους νεκρούς, Χάρι. Λυπήσου τους ζωντανούς και κυρίως αυτούς που ζουν χωρίς αγάπη».
Μέσα σε αυτές τις δύο μικρές προτάσεις, η Rowling κατάφερε να περιγράψει, τόσο απλά, τις βασικές αξίες που πρεσβευεί ολόκληρη η σείρα και που, κατά τη δική μου άποψη, όλοι θα έπρεπε να αναζητούμε. Μια ζωή με αγάπη, ευτυχία και τελικά την ειρηνική αποδοχή του τέλους της.
Με αυτές, λοιπόν, της σκέψεις στο μυαλό μου θα ήθελα να ”φύγω”, με την ελπίδα πως ο Σείριος είχε δίκιο και ο θάνατος όντως είναι «πιο γρήγορο και πιο εύκολο από το να σε πάρει ο ύπνος» και με ένα ή παραπάνω αγαπητά πρόσωπα να με περιμένουν στην άλλη μεριά.
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, αλλά μένει μόνιμα στην Αθήνα. Είναι τριτοετής φοιτητής Πολιτικών Επιστημών και Διεθνών Σχέσεων, στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου. Εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα και πιο συγκεκριμένα στον χώρο τον media, ενώ στον ελεύθερο του χρόνο, ασχολείται με την τέχνη και την άθληση.