11.9 C
Athens
Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΟ ρόλος του κράτους και η προστασία των δικαιωμάτων ενόψει κορωνοϊού

Ο ρόλος του κράτους και η προστασία των δικαιωμάτων ενόψει κορωνοϊού


Της Σοφίας Βογά,

Η πανδημία του κορωνοϊού αποτελεί αδιαμφισβήτητα μια γενικευμένη κρίση, καθώς συναρτάται με μια αιφνίδια, καθολική, απότομη κι έντονη εκδήλωση μιας βαθιάς απορρύθμισης, η οποία δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί παρά μόνο με τη λήψη μέτρων εκτός της συνήθους-φυσιολογικής κατάστασης. Παράλληλα, συνιστά ένα παγκοσμιοποιημένο και παγκόσμιο πρόβλημα, που σε εθνικό επίπεδο έφερε στο προσκήνιο σοβαρά ζητήματα που αφορούν τον περιορισμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την εν γένει λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, αλλά και τον ρόλο του κράτους ενόψει σοβαρών κρίσεων.

Έτσι, κατόπιν της έκδοσης Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου (εφεξής ΠΝΠ) και σειράς κανονιστικών πράξεων της διοίκησης και κυρίως Υπουργικών Αποφάσεων, περιορίστηκαν σημαντικά θεμελιώδεις ανθρώπινες ελευθερίες, όπως είναι ενδεικτικά η ελευθερία της κίνησης, η ελευθερία του συνέρχεσθαι και η ελευθερία της θρησκευτικής λατρείας, προκειμένου να προστατευτεί η δημόσια υγεία, η ανθρώπινη ζωή και η ασφάλεια του κράτους. Η νομιμότητα των περιοριστικών αυτών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μέτρων πρέπει να αξιολογηθούν με βάση την αρχή της αναλογικότητας, που επιβάλλει ο εκάστοτε περιορισμός των δικαιωμάτων να είναι πρόσφορος, δηλαδή κατάλληλος για την εξυπηρέτηση του επιδιωκόμενου σκοπού, αναγκαίος, δηλαδή ο λιγότερο επαχθής για το περιοριζόμενο δικαίωμα και εν στενή εννοία αναλογικός, δηλαδή μη θίγων τον πυρήνα του περιοριζόμενου δικαιώματος. Λόγω του εξαιρετικά απρόβλεπτου και αιφνίδιου χαρακτήρα της κρίσης, που προκάλεσε δικαιολογημένο φόβο για τη δημόσια υγεία και ασφάλεια και λαμβάνοντας υπόψη την περιορισμένη διάρκεια εφαρμογής των περιοριστικών των δικαιωμάτων μέτρων, η προσωρινή υποχώρηση κάποιων θεμελιωδών ελευθεριών πρέπει να κριθεί ως εύλογη και δικαιολογημένη, ειδικά αν λάβει κανείς υπόψη ότι η δημόσια υγεία είναι ένας εγγενής περιορισμός όλων ανεξαιρέτως των ατομικών δικαιωμάτων.

Από την άλλη, η κρίση της πανδημίας συνδέθηκε με τη λήψη από την πλευρά του κράτους προστατευτικών – οικονομικών μέτρων, που αποσκοπούσαν στην ενίσχυση των πληγέντων από την πανδημία επαγγελματικών κλάδων. Έτσι, ήρθαν και πάλι στο προσκήνιο τα για χρόνια παραγκωνισμένα κοινωνικά δικαιώματα, βάσει των οποίων το κράτος οφείλει να λαμβάνει θετικά μέτρα, ώστε να προστατεύει και να εγγυάται τα δικαιώματα των πολιτών του. Πράγματι, η κρίση της πανδημίας έχει χαρακτηριστεί από πολλούς ως η «εκδίκηση των κοινωνικών δικαιωμάτων», καθώς ενόψει της δυσμενούς αυτής συγκυρίας δεν αξιώνεται από το κράτος να απέχει, ώστε να αποφευχθεί η προσβολή των ελευθεριών από την εκάστοτε κρατική αυθαιρεσία, αλλά πλέον το κράτος καλείται να λάβει μέτρα προστατευτικά και εγγυητικά των ελευθεριών, όπως είναι ενδεικτικά η ενίσχυση του συστήματος υγείας ή κοινωνικής ασφάλισης, ή η πρόβλεψη της οικονομικής ενίσχυσης των πολιτών.

Σε επίπεδο οργάνωσης του κράτους, η πανδημία ανέδειξε με τον πιο ακριβή τρόπο την απόσυρση των κρατών από την παγκοσμιοποίηση και τη στροφή προς μια εσωτερική αντιμετώπιση της κρίσης. Μολονότι, δηλαδή, αδιαμφισβήτητα υφίστανται διαλεκτικές σχέσεις συνεργασίας μεταξύ των κρατών για την αντιμετώπιση του κοινού προβλήματος, έκαστο κράτος επέλεξε τον τρόπο διαχείρισης της κρίσης, προτιμώντας είτε να λάβει σοβαρά περιοριστικά μέτρα, με στόχο την αποφυγή της διασποράς του ιού είτε την εφαρμογή της αρχής της ανοσίας της αγέλης, μέθοδος που ακολουθήθηκε από τη Σουηδία, με μάλλον αρνητικές και αποθαρρυντικές συνέπειες. Σε κάθε περίπτωση, έκαστο κράτος, αποφασίζον κυριαρχικά έκρινε ποιος είναι ο καταλληλότερος τρόπος αντιμετώπισης του ζητήματος, χωρίς να δεσμεύεται από την κρίση οποιουδήποτε κοινοτικού ή διεθνούς οργάνου.

Ο κορωνοϊός, παράλληλα οδήγησε σε μια στροφή προς το κράτος έναντι της αγοράς. Μέσω της κρίσης, διαφάνηκε η αξία της ενίσχυσης του δημοσίου συστήματος υγείας, που για χρόνια παραγκωνιζόταν, υποχρηματοδοτούταν και υποστελεχωνόταν. Η κρίση αυτή ανέδειξε ότι όταν οι καταστάσεις γίνονται οριακές και η απειλή κατάρρευσης ολόκληρου του συστήματος υγείας μας «χτυπά την πόρτα», το αόρατο χέρι της αγοράς δεν μπορεί να συνδράμει στην επίλυση του προβλήματος, καθώς οι δυνατότητές του είναι εν προκειμένω περιορισμένες.

Άλλο ένα ζήτημα που αξίζει να μας προβληματίσει ενόψει της πανδημίας αφορά τον ρόλο των ειδικών, των εξειδικευμένων δηλαδή επιστημόνων, που πρωτοστατούν στην αντιμετώπιση του προβλήματος. Είναι αδιαμφισβήτητο ότι οι επιδημιολόγοι-λοιμωξιολόγοι είναι οι μόνοι αρμόδιοι να κρίνουν τη σοβαρότητα και την επικινδυνότητα της υγειονομικής αυτής κρίσης, εφαρμόζοντας τα πορίσματα της επιστήμης τους και χρησιμοποιώντας εξειδικευμένους επιδημιολογικούς δείκτες. Δεν πρέπει, όμως, να λησμονάται ότι οι επιστήμονες επιλέγονται από την πολιτική εξουσία, εισηγούνται, εξετάζουν τα παρόντα δεδομένα και προτείνουν, γνωμοδοτούν, αιτιολογώντας την κρίση της. Οι αποφάσεις, όμως, σε κάθε περίπτωση είναι πολιτικές και λαμβάνονται από την πολιτική εξουσία, η οποία έχοντας λαϊκή νομιμοποίηση, ως νομίμως εκλεγείσα από το εκλογικό σώμα, είναι εκείνη που φέρει την ευθύνη, φέροντας παράλληλα και το βάρος των εκάστοτε επιλογών της.

Έτερο απότοκο της κρίσης του κορωνοϊού σε επίπεδο οργάνωσης του κράτους είναι η ενίσχυση του ρόλου της εκτελεστικής εξουσίας έναντι της νομοθετικής. Ενόψει, δηλαδή της κρίσης, ενεργοποιήθηκε δικαιολογημένως (σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε στο παρελθόν στο πλαίσιο της οικονομικής κρίσης) το άρθρο 44 παρ. 1 του Συντάγματος, που αφορά την έκδοση ΠΝΠ, σε έκτακτες περιπτώσεις εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης, κατ’ απόκλιση από τη συνταγματική διαδικασία νομοθέτησης, στο πλαίσιο της οποίας οι νόμοι ψηφίζονται από τη Βουλή. Στο πλαίσιο των ΠΝΠ, ουσιαστικά ο νόμος εκδίδεται από τον ΠτΔ κατόπιν πρότασης του Υπουργικού Συμβουλίου, ενώ η Βουλή οφείλει απλώς να κυρώσει την ΠΝΠ εντός 40 ημερών από την έκδοσή της, με αποτέλεσμα η Βουλή να μην αποφασίζει πρωτογενώς για την ψήφιση του νόμου, αλλά απλώς να επικυρώνει μια ήδη ληφθείσα από τα όργανα της εκτελεστικής εξουσίας απόφαση.

Μέσα από αυτή την κρίση της πανδημίας, κατέστη πιο σαφές από ποτέ ότι σε περιόδους δυσμενείς, το Σύνταγμα και το ίδιο το πολίτευμα είναι παρόντα. Η κρίση αντιμετωπίστηκε και συνεχίζεται να αντιμετωπίζεται από τα όργανα του κράτους, σύμφωνα με τις προβλεπόμενες στο Σύνταγμα διαδικασίες, το οποίο έχει διαρθρωθεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να εφαρμόζεται όχι μόνο σε περιόδους ομαλότητας, αλλά κατεξοχήν σε περιόδους απορρύθμισης. Η συνειδητοποίηση ότι τόσο η παγκοσμιοποίηση και η απόλυτη κυριαρχία της αγοράς δεν είναι πανάκεια στην επίλυση όλων των προβλημάτων, αλλά και η ενεργοποίηση της ατομικής ευθύνης καθενός από εμάς, που αποτελεί την κύρια έκφανση της κοινωνικής αλληλεγγύης, που καθιερώνεται στο άρθρο 25 παρ. 4 του Συντάγματος, είναι τα κυριότερα διδάγματα της κρίσης του κορωνοϊού, τα οποία αναγκαστήκαμε να αφομοιώσουμε μέσα σε ένα κλίμα πανικού και φόβου και τα οποία σίγουρα θα αλλάξουν ριζικά τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε το κράτος, αλλά και τον ρόλο μας μέσα σε αυτό…


Πηγές


Σοφία Βογά

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1996, όπου και διαμένει μέχρι και σήμερα. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Νομικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, ήδη σήμερα δικηγόρος, ενώ πραγματοποιεί μεταπτυχιακές σπουδές με ειδίκευση στο Δημόσιο Δίκαιο στο Εθνικό και Καποδιαστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μιλάει αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και αραβικά, και στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με την ανάγνωση βιβλίων κλασικής λογοτεχνίας, τη μουσική, τον κινηματογράφο και τη γυμναστική.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Σοφία Βογά
Σοφία Βογά
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1996, όπου και διαμένει μέχρι και σήμερα. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Νομικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, ήδη σήμερα δικηγόρος, ενώ πραγματοποιεί μεταπτυχιακές σπουδές με ειδίκευση στο Δημόσιο Δίκαιο στο Εθνικό και Καποδιαστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μιλάει αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και αραβικά, και στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με την ανάγνωση βιβλίων κλασικής λογοτεχνίας, τη μουσική, τον κινηματογράφο και τη γυμναστική.