Της Σταυρούλας Τζιόρα,
Η περιοχή των Εξαρχείων μονοπωλεί το ενδιαφέρον της αστυνομίας λόγω των επεισοδίων που καταγράφονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα από τους φοιτητές που εξεγείρονται. Η πρώτη εξέγερση φοιτητών σημειώθηκε στα Εξάρχεια ήδη το 1859. Τα επεισόδια της 10ης και 11ης Μαΐου αποτέλεσαν σταθμό στην ελληνική ιστορία, καθώς οι φοιτητές βγήκαν στους δρόμους και διαμαρτυρήθηκαν για πρώτη φορά ως αυθύπαρκτη κοινωνική οντότητα.
Όλα ξεκίνησαν όταν ο τότε υπουργός Εξωτερικών, Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής, επί κυβερνήσεως Μιαούλη, υποστήριξε ότι οι Έλληνες καταναλωτές έπρεπε να στραφούν στην αγορά προϊόντων ελληνικής παραγωγής, αντί των εισαγόμενων από την Ευρώπη. Ο Ραγκαβής ήθελε να τονίσει την ανάγκη στήριξης της εγχώριας παραγωγής, η οποία λόγω των εισαγωγών είχε εκδηλώσει μεγάλη μείωση. Έφερε λοιπόν, ένα ενδυματολογικό παράδειγμα, αναφέροντας ότι οι Έλληνες πρέπει να προτιμούν τα ντόπια ψάθινα καπέλα, που ονόμαζαν «σκιάδια» και κατασκευάζονταν στη Σίφνο, σε αντίθεση με τα εισαγόμενα ευρωπαϊκά καπέλα. Ο γιος του Ραγκαβή, υιοθετώντας την ιδέα του πατέρα του, άρχισε να φοράει σκιάδια με γαλανόλευκη κορδέλα, προτρέποντας και τους φίλους του να πράξουν το ίδιο.
Σταδιακά, τα σκιάδια καθιερώθηκαν ως ενδυματολογική επιλογή την περίοδο εκείνη, της προοδευτικής σπουδάζουσας νεολαίας των Αθηνών, των Γαριβαλδινών όπως τους ονόμαζαν, οι οποίοι φορούσαν τα σκιάδια στην κυριακάτικη έξοδό τους. Οι Γαριβαλδινοί πήραν το όνομά τους από ιταλικό εθελοντικό στρατιωτικό σώμα, που συγκρότησε ο Ιταλός Γκιουζέπε Γαριβάλδι. Καταστατική αρχή του σώματος αυτού ήταν να σπεύδουν σε βοήθεια όσων μάχονται υπέρ της ελευθερίας. Οι Γαριβαλδινοί πολέμησαν σε 4 διαφορετικούς πολέμους για την ελευθερία της Ελλάδας. Τα σκιάδια έμοιαζαν αρκετά με τους ιταλικούς πίλους που φορούσαν οι Γαριβαλδινοί.
Η καθιέρωση των σκιαδιών εκνεύρισε τους ιδιοκτήτες μαγαζιών και εισαγωγείς, οι οποίοι προέβησαν σε αντίποινα, διότι έβλεπαν τις πωλήσεις τους να μειώνονται διαρκώς. Στις 3 Μαΐου 1859, όταν οι νεαροί βγήκαν για την καθιερωμένη κυριακάτικη βόλτα τους, οι ιδιοκτήτες των καταστημάτων πώλησης ευρωπαϊκών καπέλων που είχαν θιγεί από την προπαγάνδα κατά των εισαγόμενων, εμφάνισαν στον χώρο αυτόν τους υπαλλήλους τους, οι οποίοι φορούσαν κουρελιασμένα σκιάδια με σκοπό να διακωμωδήσουν τους νεαρούς. Τα επεισόδια αυτά επαναλήφθηκαν μία εβδομάδα αργότερα στις 10 Μαΐου με περισσότερους συγκεντρωμένους, οι οποίοι κρατούσαν ρόπαλα και προέβησαν σε βιαιότητες κατά της μαθητιώσας νεολαίας. Όταν λοιπόν τα γεγονότα εντάθηκαν, επενέβη η χωροφυλακή η οποία επετέθη στους μαθητές με βούρδουλες. Στο τέλος των επεισοδίων, τρεις μαθητές συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν στη φυλακή.
Έπειτα από τα επεισόδια αυτά, πλήθος δημοσιευμάτων από τον τύπο της εποχής, καταδίκασε τις βιαιοπραγίες των χωροφυλάκων. Ακόμη και η κυβερνητική εφημερίδα «Ελπίς» αποδοκίμασε τα γεγονότα. Ωστόσο, οι μαθητές δεν περίμεναν τα δημοσιεύματα για να δράσουν, αλλά έπειτα από τη σύλληψη των τριών νεαρών τούς ακολούθησαν στο τμήμα, όπου και ζήτησαν την άμεση αποφυλάκισή τους. Ο διευθυντής της χωροφυλακής απάντησε αρνητικά στο αίτημα αυτό και επετέθη ξανά στους νεαρούς μαθητές, οι οποίοι όντας άοπλοι πέταξαν πέτρες στους χωροφύλακες. Τα γεγονότα αυτά έληξαν με μία ακόμη σύλληψη ενός 19χρονου μαθητή.
Την επόμενη μέρα, στις 11 Μαΐου, τα επεισόδια κλιμακώθηκαν, με πλήθος μαθητών, φοιτητών και πολιτών οι οποίοι φώναζαν συνθήματα κατά της αστυνομίας. Είχαν συγκεντρωθεί στα Προπύλαια απ’ όπου και ξεκίνησαν την πορεία διαμαρτυρίας, φτάνοντας έξω από το Υπουργείο Εσωτερικών, εκφράζοντας δυναμικά τα αιτήματά τους στον Υπουργό Κωνσταντίνο Προβελέγγιο, για παύση του διευθυντή χωροφυλακής Αθηνών Δημητριάδη και την αποφυλάκιση των συλληφθέντων. Τα αιτήματά τους δεν έγιναν αποδεκτά, αλλά έλαβαν προφορική υπόσχεση ότι θα εξετάσουν τα αιτήματα. Ο βασιλιάς Όθωνας δεν απεδέχθη να δει αντιπροσωπεία των φοιτητών, επιδεινώνοντας την κατάσταση. Οι διαδηλωτές -κυνηγημένοι- μετέβησαν στο Πανεπιστήμιο, αναζητώντας ένα καταφύγιο και ενώθηκαν με τους φοιτητές που βρίσκονταν εκεί. Ο φιλειρηνικός χώρος του πανεπιστημίου σύντομα μετατράπηκε σε «πεδίο μάχης», όταν ο φρούραρχος Μιχαήλ Σούτσος εισέβαλε στον πανεπιστημιακό χώρο με πλήθος στρατιωτών και επιτέθηκε στους φοιτητές πυροβολώντας τους. Δύο φοιτητές τραυματίστηκαν σοβαρά.
Το απόγευμα της 11ης Μαΐου συνήλθε Υπουργικό Συμβούλιο, για να λάβει απόφαση σχετικά με τη διαχείριση της κρίσιμης αυτής κατάστασης. Αποφασίστηκε η προσωρινή αντικατάσταση του Δημητριάδη και η κατάληψη του Πανεπιστημίου από τον στρατό μέχρι τις 16 Μαΐου, έτσι ώστε να αποφευχθούν μελλοντικές διαδηλώσεις.
Τα σκιαδικά αποτέλεσαν την πρώτη εκδήλωση γενικής αμφισβήτησης των απολυταρχικών πρακτικών που εφάρμοζε η κυβέρνηση. Έγινε για πρώτη φορά στην ελληνική ιστορία αναφορά στο πανεπιστημιακό άσυλο από τον γερουσιαστή Γεώργιο Χρηστίδη, ο οποίος αποδοκίμασε τις βιαιοπραγίες κατά των φοιτητών εντός του Πανεπιστημίου. Τα σκιαδικά αποτέλεσαν τα επεισόδια που εκκίνησαν τη συζήτηση για το πανεπιστημιακό άσυλο, που μέχρι σήμερα αποτελεί καίριο ζήτημα το οποίο δεν έχει διευθετηθεί.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
- Λάππας, Κ. Πανεπιστήμιο και φοιτητές στην Ελλάδα κατά τον 19ο αιώνα, Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας, Γενική Γραμματεία νέας Γενειάς, Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών Ε.Ι.Ε, σελ. 500-507
- Κωνσταντίνος Δημαράς, Ιδεολογική υποδομή του νέου Ελληνικού κράτους-Τα Σκιαδικά, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τόμος ΙΓ, (1977), σελ.480-482
- Κωστόπουλος, Τ. (2019). Η πρώτη εξέγερση. Η Eφημερίδα των Συντακτών