Του Κωνσταντίνου Λίκα,
Έχει πλέον επιβεβαιωθεί. Το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν της Γερμανίας έχει μειωθεί κατά 2,2% το Α’ τρίμηνο του 2020, η δεύτερη μεγαλύτερη μείωση στο ΑΕΠ μεταπολεμικά και η ισχυρότερη μετά από την οικονομική κρίση του 2008. Η αιτία, πέραν της κατάρρευσης της αγοράς της Κίνας λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, ήταν και τα περιοριστικά μέτρα που επέβαλε η ομοσπονδιακή κυβέρνηση αλλά και τα εκάστοτε κρατίδια, με αποτέλεσμα την μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης και παραγωγής, αντισταθμισμένη, όμως, από το πακέτο διάσωσης της γερμανικής κυβέρνησης. Η μείωση στο ΑΕΠ αναμένεται από πολλούς ειδικούς, να μεταφραστεί σε ύφεση το επόμενο τρίμηνο, οριζόμενη ως δύο διαδοχικά τρίμηνα μείωσης του ΑΕΠ. Σύμφωνα με την Reuters, προβλέπεται μείωση στο ΑΕΠ έως και 18,5% στο δεύτερο τρίμηνο. Σύμφωνα με την Financial Times, προβλέπεται μείωση του ΑΕΠ κατά 6,3% το 2020 επί του συνόλου. Σύμφωνα με την Deutsche Welle, αναμένεται να μετεξελιχθεί στην χειρότερη οικονομική συρρίκνωση μετά από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σε κάθε περίπτωση, αναμένεται και «τρύπα» στα δημόσια οικονομικά. Συγκεκριμένα, αναμένεται μείωση φορολογικών εσόδων κατά 81,5 δισεκατομμύρια ευρώ φέτος, λόγω του κατακερματισμού της οικονομίας. Η Financial Times, αναφέρει τις προβλέψεις για τα φορολογικά έσοδα σε όλα τα επίπεδα της κυβέρνησης σε σχετικό άρθρο της. Αρχικά, το 2020 προβλεπόταν έσοδα 816,4 δις, πλέον προβλέπονται 799,3 δις το 2020, με μειώσεις και στα φορολογικά έσοδα τα επόμενα έτη έως και το 2024.
Η αγορά εργασίας στην Γερμανία δέχτηκε, επίσης, γερό πλήγμα. Το ποσοστό ανεργίας στην Γερμανία ανήλθε μεν ελαφρώς ανοδικά κατά 0,7% στο 5,8% το 2020 σε σχέση με πέρυσι, σύμφωνα με την Bundesagentur für Arbeit (BfA), ήτοι 415.000 επιπλέον ανέργους, αλλά σύμφωνα με την Deutsche Welle οι μισές εταιρείες στην Γερμανία εφαρμόζουν Kurzarbeit – τουτέστιν, διατηρούνται οι εργαζόμενοι με λιγότερες ώρες, για μικρότερους μισθούς, δημοσία δαπάνη. Τα ποσοστά αυτά, όμως, διίστανται ανάμεσα στους κλάδους, με την γαστρονομία, τον ξενοδοχειακό κλάδο και την αυτοκινητοβιομηχανία να έχουν λάβει σθεναρά πλήγματα, άρα να αξιοποιούν το Kurzarbeit περισσότερο. Η BfA αναφέρει ότι 10,1 εκατομμύρια άνθρωποι – 1 στους 8 Γερμανούς – εργάζονται υπό αυτό το καθεστώς. Από την κρίση του κορωνοϊού, δεν μπόρεσαν να μείνουν αλώβητες διάφοροι επιχειρηματικοί κολοσσοί της γερμανικής οικονομίας. Η Lufthansa, η οποία βιώνει έναν Αρμαγεδδώνα κατακερματισμένης ζήτησης με έναν τεράστιο στόλο και σημαντικά έξοδα, όπου οι ίδιοι οι πιλότοι της αρνούνται τον μισθό τους για να σωθεί η εταιρεία, αναμένεται να λάβει 10 δισεκατομμύρια σε κρατικά πακέτα διάσωσης, με το κράτος, ωστόσο, να λαμβάνει 25% μερίδιο επί της επιχείρησης και ως εκ τούτου λόγο στο διοικητικό της συμβούλιο – πράγμα που η Lufthansa δεν επιθυμεί.
Η Γερμανική ομοσπονδιακή κυβέρνηση, επιμένει στο μερίδιο 25% επί της Lufthansa, με τον πρόεδρο των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) Norbert Walter-Borjans να απαιτεί από την Lufthansa πλήρη διαφάνεια για τις θυγατρικές της, που χρησιμοποιούν «φορολογικές οάσεις» για να μειώσουν την φορολογική τους δαπάνη στη Γερμανία. Οι Πράσινοι την βλέπουν ως ευκαιρία να πιέσουν την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να πιέσει με την σειρά της την Lufthansa να πάρει μία «πράσινη» στροφή, ενώ στελέχη των Χριστιανοδημοκρατών (CDU/CSU) στηρίζουν την κρατικοποίηση, όπως ο Volker Bouffier (CDU), Πρωθυπουργός της Έσσης, ο οποίος θέλει να την διαφυλάξει από εξαγορές από ξένα συμφέροντα. Αντίσταση, ωστόσο, υφίσταται – διάφοροι πολιτικοί τόσο εντός και εκτός κυβέρνησης, όπως ο Markus Söder (CSU), απορρίπτουν την «μερική κρατικοποίηση». Και δεν είναι, όμως, μόνο η Lufthansa. Οι startups στην Γερμανία απαιτούν οικονομική στήριξη ύψους €2 δις και βρίσκονται σε στάδιο διαπραγματεύσεων με την κυβέρνηση. Οι δήμοι επίσης. Η κυβέρνηση ανακοίνωσε €57 δις για οικονομική βοήθεια στους δήμους και κοινότητες για να καλύψουν τις οικονομικές τους υποχρεώσεις.
Η αυτοκινητοβιομηχανία επίσης. Οι κυβερνήσεις των κρατιδίων της Βαυαρίας (έδρα της BMW), Βάδης-Βυρτεμβέργης (έδρα της Daimler) και Κάτω Σαξονίας (έδρα της Volkswagen) ζήτησαν την χορήγηση bonus για την αγορά αυτοκινήτων, πράγμα που συνάντησε αντίσταση από τον Parlamentskreis Mittelstand (PKM – «Κοινοβουλευτικός Κύκλος Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων») διάφορους οικονομολόγους της ομοσπονδιακής κυβέρνησης (συγκεκριμένα της Οικονομικής Πτέρυγας του CDU) και ως εκ τούτου «πάγωσε». Οι αυτοκινητοβιομηχανίες, παρόλο που σημείωναν κέρδη τα προηγούμενα χρόνια, τώρα εν μέσω της κρίσης του κορωνοϊού, εξακολουθούν να πληρώνουν μερίσματα στους μετόχους τους – κατανοητό μεν για τους μετόχους τους, ακατανόητο δε για την αριστερά. Όλα αυτά κοστίζουν. Επομένως, οι δαπάνες αυξάνονται, όπως και τα χρέη. Ο ομοσπονδιακός Υπουργός Οικονομικών Olaf Scholz (SPD) έχει ανακοινώσει λιτανεία μέτρων, για να στηρίξει την οικονομία. Αρχικά πέρασε πακέτο διάσωσης €750 δις, με την κυβέρνηση να δείχνει προθυμία λήψης περισσότερων δανείων για να στηρίξει την οικονομία και όσες επιχειρήσεις γίνεται. Δεν είναι «δωρεάν γεύμα» όμως: μέχρι σήμερα, τα δοθέντα ποσά για στήριξη των επιχειρήσεων και εργαζομένων εδώθησαν υπό την μορφή δανείων, εγγυημένων από τη Γερμανική κυβέρνηση, μέσω της κρατικής τράπεζας KfW (Kreditanstalt für den Wiederaufbau), με την λιγότερη δυνατή γραφειοκρατία.
Αυτό το πράγμα, προφανώς, συνιστά χρυσή ευκαιρία στα καθιερωμένα κόμματα στην Γερμανία να προωθήσουν τις πολιτικές τους πεποιθήσεις και τις αντζέντες τους. Επίσης, προκύπτουν και κατά τόπους διαμάχες ανάμεσα στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση και τα κρατίδια. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση μπορεί να αποφάσισε να διαθέσει €57 δις για την οικονομική βοήθεια στους δήμους, η κυβέρνηση της Βαυαρίας, όμως, αντιδρά σθεναρά, καθώς το σχέδιο για την βοήθεια στους δήμους απαιτεί επίσης και την υποχρεωτική συμμετοχή των κρατιδίων στην αποπληρωμή χρεών των δήμων – και μάλιστα κατά το ήμισυ. Η Handelsblatt αναφέρει δραματικά πορίσματα: οι δήμοι αναμένεται να απωλέσουν €11,8 δις σε φορολογικά έσοδα και 2.000 δήμοι σε όλη τη Γερμανία χρωστάνε €45 δις και, όπως και όλοι οι δήμοι, αναμένεται να λάβουν οικονομική υποστήριξη – πράγμα που, όπως κρίνει η κυβέρνηση της Βαυαρίας (CSU), τιμωρεί τους συνεπείς δήμους. Συνολικά, η Γερμανική οικονομία δεν παραμένει αλώβητη από την κρίση του κορωνοϊού. Αν μη τι άλλο, οι σοβαρές επιπλοκές και το γεγονός ότι η Γερμανία επεμβαίνει με λιτανεία πακέτων διάσωσης, εν μέρει από ίδια κεφάλαια, εν μέρει από δάνεια, προσφέρει πολιτικές ευκαιρίες στους Χριστιανοδημοκράτες να βελτιώσουν την εικόνα και τα ποσοστά τους, καθώς πέρυσι έπαιρναν το 27% του ψήφου, πλέον είναι στο 37% – όσο και στην αριστερά να προωθήσει την πράσινη ατζέντα της.
Γεννήθηκε το 1995 στον Πειραιά. Είναι απόφοιτος του τμήματος Ναυτιλιακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς και μεταπτυχιακός φοιτητής στο ΠΜΣ Εφαρμοσμένα Οικονομικά και Χρηματοοικονομικά του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και στο Master of Finance της Frankfurt School of Finance and Management. Ενδιαφέρεται κυρίως για διεθνή χρηματοοικονομικά, τραπεζικά, φορολογικά και εμπορικά ζητήματα, όπως και για γερμανικά, αλβανικά, ιαπωνικά και διεθνή πολιτικά ζητήματα. Ενδιαφέρεται επίσης για ζητήματα άμυνας και ασφάλειας. Είναι υπότροφος της διεθνούς ακαδημαϊκής υποτροφίας (IPS) του Γερμανικού Κοινοβουλίου και της DAAD. Μιλάει αγγλικά, γερμανικά, γαλλικά, τουρκικά, αλβανικά και ελληνικά.