Του Νίκου Ζερζελίδη,
Τους τελευταίους μήνες, ο κόσμος βιώνει μια πρωτόγνωρη κατάσταση για τα δεδομένα του 21ου αιώνα. Ο κορωνοϊός ή COVID-19, που ξεκίνησε από την Κίνα με το πρώτο επίσημο κρούσμα να ανακοινώνεται το Δεκέμβριο 2019, ανήκει στην οικογένεια των κορωνοϊών που προκαλούν αναπνευστικά προβλήματα, αλλά και σοβαρές αναπνευστικές μολύνσεις και θανάτους σε μια ευρεία κλίμακα, σε παγκόσμιο επίπεδο. Έχουν γίνει διάφορες υποθέσεις για την προέλευση του ιού, όπως ότι υπήρξε τεχνητά αναπτυγμένος στα εργαστήρια βιολογικού πολέμου της πόλης του Γουχάν στην Κίνα και πως η εξάπλωσή του ήταν αποτέλεσμα δυσλειτουργίας ή περιστατικού ασφαλείας.
Είτε είναι αληθές είτε όχι, η επίδραση του κορωνοϊού για ανάπτυξη βιολογικών όπλων αξίζει να μελετηθεί. Ο βιολογικός πόλεμος αποτελεί μια ακόμα ασύμμετρη απειλή ή μορφή ασύμμετρου πολέμου και περιλαμβάνει την πραγματική χρήση βιολογικών παραγώγων που στοχεύουν να μολύνουν πληθυσμούς, κυρίως τους πολίτες μιας χώρας. Ασθένειες που συνδέονται με βιολογικά παράγωγα όπως ιοί, βακτήρια, τοξίνες, συνήθως ταυτίζονται με ασθένειες όπως: άνθρακα, ευλογιά, πανούκλα, μελιταίο πυρετό.
Ο βιολογικός πόλεμος δεν έχει τη δυνατότητα απλά να προσβάλλει ανθρώπους, αλλά συμπεριλαμβάνει το ζωικό και φυτικό βασίλειο, τη γεωργία, την κτηνοτροφία μιας χώρας, καθώς δε διακρίνει φυσικά ή τεχνητά σύνορα χωρών. Ως εκ τούτου, δοκιμάζει τις υγειονομικές υπηρεσίες και αρχές κάθε κράτους, καθώς παράγει και δυνατότητες ψυχολογικού πολέμου, σκοπός του οποίου είναι να διασπείρει μαζικό πανικό και φόβο, να επηρεάσει αρνητικά την οικονομία, το εμπόριο, καθώς και τις δυνατότητες αντοχής του υγειονομικού συστήματος κάθε χώρας. Οι ιδιαιτερότητες του βιολογικού πολέμου, με τα χαρακτηριστικά του φόβου, μαζικού πανικού και επιρροής σε κοινωνικό, οικονομικό, πολιτικό και υγειονομικό επίπεδο, καθιστούν αυτού του τύπου τη βία ελκυστική παράμετρο για περιστατικά βιολογικής τρομοκρατίας.
Με βάση τα χαρακτηριστικά αυτά του βιολογικού πολέμου, η περίπτωση της πανδημίας του κορωνοϊού καταδεικνύει την αποτελεσματικότητα μιας μορφής βιολογικής απειλής στην εξουδετέρωση και θανάτωση απλών ανθρώπων. Παράλληλα, απεικονίζει τις δυνατότητες των βιολογικών όπλων και επιθέσεων να καταφέρουν πλήγματα σε κάθε χώρα, όχι μόνο σε υγειονομικό, αλλά και σε πολιτικό, οικονομικό και στρατιωτικό επίπεδο. Η επίδραση του κορωνοϊού είναι έντονη ακόμα και σε ψυχολογικό επίπεδο, με τη διασπορά του πανικού και του φόβου, ανάλογη με την εξέλιξη της πανδημίας.
Τα πλεονεκτήματα ενός βιολογικού πολέμου, συνοδευόμενου από τη διασπορά φόβου και μαζικού πανικού σε πολλαπλά επίπεδα, καθιστούν αυτού του τύπου τη βία ελκυστική για λήψη δράσης από «μοναχικούς λύκους» και τρομοκράτες για ενδεχόμενα περιστατικά βιολογικής τρομοκρατίας. Ο κορωνοϊός αποτελεί μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία, ώστε τα τρομοκρατικά δίκτυα να ξανακερδίσουν τη χαμένη επιρροή και να ανακτήσουν το δυναμικό προφίλ τους, λόγω της μεταστροφής της προσοχής των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης στην πανδημία του κορωνοϊού, με το πρόσχημα πως ο COVID-19 αποτελεί «ένα βάσανο που στάλθηκε από τον Αλλάχ προς τους εχθρούς του Ισλάμ». Παράλληλα, η επιρροή του ιού αυτού σε παγκόσμιο επίπεδο θα μπορούσε να αποτελέσει έμπνευση για πολλά τρομοκρατικά δίκτυα, με στόχο την εκμετάλλευση κενών εξουσίας σε «αποτυχημένα» κράτη και διασπορά φόβου για περαιτέρω τρομοκρατικά χτυπήματα σε παγκόσμιο επίπεδο. Το χαμηλό κόστος παραγωγής βιολογικών όπλων αυξάνει την πιθανότητα χρήσης τους από τρομοκρατικές ομάδες, καθώς αποτελεί μια «αθόρυβη» επίθεση. Επίσης, ο δράστης τέτοιων επιθέσεων είναι δύσκολο να βρεθεί, αλλά στην περίπτωση των τρομοκρατών, συνήθως οι εν λόγω ομάδες αναλαμβάνουν την ευθύνη για τέτοιου είδους επιθέσεις, με σκοπό να κάνουν γνωστό το σκοπό τους, αλλά και την ύπαρξή τους.
Η χρήση της βιολογικής τρομοκρατίας εντάσσεται στις ασύμμετρες απειλές, εφόσον χρησιμοποιηθεί για την εκμετάλλευση κενών ασφαλείας, λόγω μειωμένης, σε διεθνές επίπεδο, αντιτρομοκρατικής συνεργασίας, πρόβλημα που επιδεινώθηκε από την πανδημία, με επιπτώσεις στο διεθνές περιβάλλον, όπως την πρόκληση κοινωνικοπολιτικού χάους, φόβου και μαζικού πανικού. Η επικινδυνότητα τέτοιων επιθέσεων είναι αυξημένη, αν αναλογιστούμε πως τρομοκρατικά βιολογικά χτυπήματα έχουν στόχο χώρες μαστιζόμενες από συγκρούσεις, χώρες με κενά εξουσίας, αλλά και χώρες με αδύναμες κυβερνήσεις και οικονομίες. Κάτι τέτοιο συμβαίνει σε πολλές περιπτώσεις στην Αφρική, όπου τα κράτη διαθέτουν ελάχιστες δυνατότητες αντίστασης και αντοχής απέναντι σε κρίσεις παγκόσμιας εμβέλειας, όπως ο κορωνοϊός ή κάποια βιολογική τρομοκρατική επίθεση, λόγω του αδύναμου υγειονομικού τους συστήματος και των ελάχιστων πόρων προς διάθεση στον τομέα της υγείας. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, πως απέναντι σε μια πανδημία ή βιολογική επίθεση, η πρώτη ομάδα αντίδρασης δεν είναι οι ένοπλες δυνάμεις ή οι δυνάμεις ασφαλείας, αλλά το ιατρικό και νοσηλευτικό δυναμικό μιας χώρας.
Ολοκληρωτική άμυνα απέναντι σε μια κρίση βιολογικής μορφής είναι δύσκολο να επιτευχθεί. Η αυξημένη, όμως, παρακολούθηση ύποπτων κρουσμάτων ενός ιού ή ύποπτων ατόμων για τρομοκρατική δράση, οι ισχυρές υποδομές υγείας και η προθυμία υπακοής των πολιτών στους εμπειρογνώμονες και επιστήμονες της υγείας, που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή, θα είναι κρίσιμοι παράγοντες για την ελαχιστοποίηση της ζημιάς από ένα τέτοιου είδους χτύπημα. Αυτό που χρειάζεται είναι ο επαναπροσδιορισμός τη εθνικής ασφάλειας, καθώς σήμερα γίνεται έκδηλη η ανάγκη συμπερίληψης της δημόσιας υγείας στις προτεραιότητες της εθνικής ασφάλειας. Η διεθνής συνεργασία είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση ενδεχόμενων βιολογικών τρομοκρατικών επιθέσεων στο μέλλον, με στόχο τον έλεγχο των επικίνδυνων αυτών παθογόνων, στην περίπτωση ανάδυσης μιας επιδημίας ή πανδημίας, λαμβάνοντας υπόψη την παγκόσμια επίδραση του κορωνοϊού σε πολλαπλά επίπεδα, σε μόλις 2,5 μήνες από την έξαρσή του σε Ευρώπη και Αμερική.
Είναι διεθνολόγος, 26 χρονών και κατάγεται από το Κιλκίς. Απόφοιτος του τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς. Κατά τη διάρκεια των προπτυχιακών του σπουδών, συμμετείχε σε πολυάριθμα συνέδρια-προσομοιώσεις διεθνών και ευρωπαϊκών θεσμών τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Έκανε πρακτική στη Διεθνή Αμνηστία στην Αθήνα αλλά και δύο προγράμματα Εράσμους για σπουδές και εθελοντισμό στην Τσεχία και στην Πορτογαλία αντίστοιχα. Τον Ιούνιο του 2019 ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές του σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Λέιντεν της Ολλανδίας στις Πολιτικές Επιστήμες με εξειδίκευση στον Εθνικισμό, στις Εθνοτικές Συγκρούσεις και την Ανάπτυξη. Μιλάει 5 ξένες γλώσσες. Αυτή την περίοδο υπηρετεί τη στρατιωτική του θητεία στο Πυροβολικό Σώμα του Ελληνικού στρατού.