Του Χρήστου Μπέντσου,
Στο δεύτερο εξάμηνο του 2014 σημειώθηκε μια ραγδαία πτώση στην τιμή του πετρελαίου της τάξης των $49 (από $115), εκ των οποίων τα $11 προήλθαν από την επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας, $16 συσχετίζονταν με θετικά παραγωγικά σοκ, ενώ τα υπόλοιπα δε μπορούσαν να διευκρινιστούν. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για την ερμηνεία της πτώσης. Το Global Economic Prospects (2015) επισήμανε τις τάσεις στην προσφορά και τη ζήτηση, τις αλλαγές στην πολιτική των χωρών του ΟΠΕΚ, τις γεωπολιτικές εξελίξεις και την ανατίμηση του δολαρίου.
Αναφορικά με την προσφορά υπήρξε μια αύξηση τόσο από τις χώρες του ΟΠΕΚ όσο και από άλλες πετρελαιοπαραγωγούς χώρες (πχ Ρωσία) αυξάνοντας τη συνολική παγκόσμια παραγωγή κατά 0,9%. Οι χώρες του ΟΠΕΚ, προκειμένου να διατηρήσουν το μερίδιό τους στην αγορά ανακοίνωσαν εκπτώσεις για τις Ασιατικές χώρες εισαγωγείς πετρελαίου. Επίσης, το Νοέμβριο του 2014 ανακοίνωσαν ότι θα διατηρήσουν τα τρέχοντα επίπεδα παραγωγής παρά την αύξηση της παραγωγής πετρελαίου από τις χώρες που δεν είναι μέλη του ΟΠΕΚ. Η ανατίμηση του δολαρίου, μείωσε τη ζήτηση, καθώς το πετρέλαιο διαπραγματεύεται σε δολάρια. Όλοι οι ανωτέρω παράγοντες οδήγησαν στην σημαντική πτώση των τιμών.
Από τον Ιούνιο 2016 ($25 δολάρια/βαρέλι), ξεκίνησε μια φάση ανόδου, με αποκορύφωμα τον Μάιο 2018 με τιμή βαρελιού στα $75. Το peak, στο πρώτο εξάμηνο του 2018 οφείλεται εν μέρει στην φημολογία, αλλά και στην τελική απόφαση του D. Trump να αποσύρει τις ΗΠΑ από την διεθνή πυρηνική συμφωνία με το Ιράν και την επιβολή κυρώσεων με αντίκτυπο στην εξαγωγή πετρελαίου. Η εν λόγω απόφαση στηρίχθηκε και από τη Σαουδική Αραβία. Σύμφωνα με αναλυτές, αναμένονταν μείωση της παραγωγής του Ιράν κατά 300.000 έως 1 εκ. βαρέλια ημερησίως ανάλογα με τον αριθμό των χωρών που θα ευθυγραμμιστούν με τις ΗΠΑ. Ταυτόχρονα, η ζήτηση των Ασιατικών χωρών είχε ανέλθει σε επίπεδα ρεκόρ, ενώ μετά την συμφωνία του Νοεμβρίου 2014, η Ρωσία και η Σαουδική Αραβία, οι χώρες με την μεγαλύτερη παραγωγή και τις περισσότερες εξαγωγές πετρελαίου αντιστοίχως, αποφάσισαν να περιορίσουν την προσφορά, ώστε να ενισχύσουν τις τιμές. Στο τέλος του έτους, σύμφωνα με αναλυτές, η τιμή θα προσέγγιζε τα $100, ενώ σύμφωνα με την Rapidan Energy Group για κάθε άνοδο της τιμής κατά $1, τα έσοδα της Σαουδικής Αραβίας αυξάνονται κατά περίπου 3,1 δισεκατομμύρια δολάρια.
Ωστόσο, τις τελευταίες 12 μέρες παρατηρείται ένα πτωτικό σπιράλ στις τιμές του πετρελαίου. Η τιμή του αργού πετρελαίου την Τρίτη (13/11) σημείωσε χαμηλό εννέα μηνών $58.47 το βαρέλι, καταγράφοντας απώλειες περίπου 20% από τις αρχές Οκτωβρίου. Σε αυτό το πλαίσιο, η Σαουδική Αραβία ανακοίνωσε, μέσω του υπουργού ενέργειας, ότι σκοπεύει να μειώσει την παραγωγή κατά 500.000 βαρέλια την ημέρα, τον Δεκέμβριο, ώστε να αυξηθεί η τιμή. Σύμφωνα με αξιωματούχο του Κουβέιτ, η απόφαση για μείωση της παραγωγής αναβλήθηκε για τις 6 Δεκεμβρίου στην σύνοδο του ΟΠΕΚ στην Βιέννη. Ταυτόχρονα, ο Αμερικανός πρόεδρος, μέσω twitter δήλωσε την αντίθεσή του στην μείωση της παραγωγής. Παρόλα αυτά, η τιμή στις 19/11 αυξήθηκε κατά 1% καθώς αξιωματούχοι του ΟΠΕΚ διαρρέουν ότι μέσα στο 2019 η παραγωγή θα μειωθεί κατά 1,4 εκ. βαρέλια την ημέρα.
Την ίδια ώρα, ο ΟΠΕΚ, αναθεώρησε τις προβλέψεις του προς τα κάτω, σχετικά με την αύξηση της ζήτησης πετρελαίου το 2019. Προέβλεψε αύξηση της ζήτησης ημερησίως, αλλά κατά 70.000 λιγότερα βαρέλια, συγκριτικά με τις προβλέψεις του Ιουλίου. Επιπλέον, ο παγκόσμιος οργανισμός ενέργειας (International Energy Agency) δημοσίευσε το 2018 world energy outlook, στο οποίο αναφέρει ότι μέχρι το 2040 θα μειώνεται η ζήτηση του πετρελαίου, λόγω της αυξημένης χρήσης ηλεκτροκίνητων αυτοκινήτων και καλύτερης ενεργειακής απόδοσης. Ως εκ τούτου, ελλοχεύει ο κίνδυνος της υπερπροσφοράς, με αποτέλεσμα τη μείωση των τιμών. Στην πλεονάζουσα προσφορά έρχεται να προστεθεί η παραγωγή πετρελαίου από χώρες, που δεν ανήκουν στον ΟΠΕΚ, αλλά και η παραγωγή σχιστολιθικού πετρελαίου από τις ΗΠΑ. Την ίδια ώρα, η ανοδική τάση του δολαρίου, το οποίο καταγράφει υψηλό 17 μηνών, αναμένεται να επιδράσει αρνητικά στην τιμή του πετρελαίου.
Η πτώση των τιμών δεν αφήνει ανεπηρέαστες τις χρηματαγορές. Οι Jammazi και Nguyen (2014) βρήκαν ότι οι χρηματαγορές σε καθοδική τάση (bear market phase) επηρεάζονταν λιγότερο από τα πετρελαϊκά σοκ, σε αντίθεση με την ανοδική τάση (bull market phase). Οι Arezki και Blanchard (2014) υποστήριξαν ότι η συνεχόμενη πτώση των τιμών θα επηρέαζε αρνητικά τους επενδυτές με υψηλές θέσεις στο δολάριο και στον ενεργειακό τομέα (high dollar and energy sector exposures). Αντιθέτως, στους τομείς που χρησιμοποιούν έντονα το πετρέλαιο (petroleum intensive sectors), η πτώση των τιμών θα μπορούσε να οδηγήσει σε υψηλότερα κέρδη. Στις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση μοντέλα προσομοιώσεων έδειξαν θετικά αποτελέσματα από την πτώση των τιμών. Ωστόσο, οι Broadstock και Fillis (2014) επισήμαναν ότι οι χρηματαγορές αντιδρούν διαφορετικά στα πετρελαϊκά σοκ σε διαφορετικές χρονικές περιόδους.
Σύμφωνα με το γράφημα, από το 2008 υπάρχει μια πτωτική κύρια τάση, ενώ υπήρξε μια ανοδική ενδιάμεση τάση ως το 2014, όταν ξεκίνησε μια νέα πτωτική. Συνεπώς, υπάρχουν ενδείξεις ότι το πετρέλαιο διανύει μια παρατεταμένη περίοδο υποτίμησης. Το ερώτημα είναι, αν η πρόσφατη πτώση των τιμών αποτελεί μια επουσιώδη κίνηση των λίγων ημερών ή την έναρξη μια νέας περιόδου χαμηλών τιμών.
Απόφοιτος του τμήματος Οικονομικών Επιστημών ΑΠΘ, μεταπτυχιακός φοιτητής στο MSc Energy and Finance στο Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδας και υπότροφος του Ιδρύματος Καρέλια. Στα πλαίσια του Erasmus+ βρίσκεται στο Costas Grammenos Center for Shipping, Trade and Finance στο Cass Business School, ενώ εργάζεται στον Παγκόσμιο Οργανισμό Ναυτιλίας (IMO) στο Λονδίνο. Πολιτικά χαρακτηρίζεται φιλελεύθερος και ευρωπαϊστής. Είναι μέλος του Finance Club, της Ελληνικής Εταιρείας Διοίκησης Επιχειρήσεων και του Ομίλου Ροταράκτ Θεσσαλονίκης. Υπήρξε μέλος του συλλόγου φοιτητών κατά τη διάρκεια των προπτυχιακών του σπουδών και class representative στο μεταπτυχιακό.