Της Μαριάτζελας Δημητροπούλου,
Ένα θέμα που «έπαιξε» πολύ στην πολιτική σκακιέρα της τελευταίας εβδομάδας και έχει πυροδοτήσει πλήθος πολιτικών αντιπαραθέσεων είναι η κατάργηση του προγράμματος τηλεκατάρτισης για τους επιστήμονες, στην οποία προχώρησε η κυβέρνηση. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης εξαπολύουν πυρά κατά της κυβέρνησης και προσωπικά κατά του Υπουργού Εργασίας, ο οποίος από την πλευρά του απάντησε σε υψηλούς τόνους στην τοποθέτησή του στη Βουλή.
Πιο συγκεκριμένα, επιτέθηκε στον ΣΥ.ΡΙΖ.Α, κατηγορώντας τον για «μέγιστη πολιτική υποκρισία και αθλιότητα», διότι, όπως υπογράμμισε, έρχεται σήμερα και καταγγέλλει ένα πρόγραμμα που το ίδιο υλοποίησε και η σημερινή κυβέρνηση, που το κληρονόμησε, είχε τη τόλμη και το πολιτικό θάρρος να το καταργήσει, αναγνωρίζοντας το λάθος της. Παράλληλα, καταλόγισε στο κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης «την προσπάθεια κατασυκοφάντησης της κυβέρνησης», που αναδείχθηκε σε μεγάλο φιάσκο. «Τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Αντιμετωπίσαμε μια έκτακτη μοναδική κατάσταση. Σε χρόνο μηδέν έπρεπε να πάρουμε αποφάσεις για θέματα που αφορούν ανέργους, κάλυψη επιχειρήσεων και εργαζομένων. Αυτό δεν είχε επιχειρηθεί ποτέ στο παρελθόν. Έγιναν πράξεις όλα αυτά και το πείραμα πέτυχε. Κινηθήκαμε άμεσα, ώστε σε ελάχιστο χρόνο να πληρωθούν τα 600 ευρώ. Κινηθήκαμε με απόλυτη διαφάνεια και πάνω στο συγκεκριμένο πλαίσιο που είχαμε κληρονομήσει από τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α το 2019. Ο πολιτικός πρέπει να ακολουθεί τη πορεία του προγράμματος. Είδαμε ότι δεν πήγαινε καλά, ότι δεν στεκόταν στο ύψος των περιστάσεων. Πολιτική γενναιότητα και εντιμότητα λέγεται όταν νομοθετείς και βλέπεις ότι δεν πάει καλά, το επανεξετάζεις και να μην λειτουργείς εγωιστικά». Αυτά είναι μερικά από τα οποία τόνισε ο κ. Βρούτσης κατά την τοποθέτησή του.
Στον αντίποδα της άποψης αυτής βρίσκεται το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, μέσα από τις δηλώσεις του κ. Χαρίτση, που υποστηρίζει ότι η παραίτηση του Υπουργού Εργασίας αποτελεί μονόδρομο. «Η παρωδία του προγράμματος της δήθεν τηλεκατάρτισης των επιστημόνων μέσω ΚΕΚ αποκάλυψε σε ολόκληρο το πανελλήνιο πως το επιτελικό κράτος του κ. Μητσοτάκη είναι ένα επικίνδυνο μείγμα αδίστακτου κυνισμού και τραγικής ανικανότητας. Η ευθύνη του αρμόδιου Υπουργού είναι κάτι παραπάνω από οφθαλμοφανής, καθώς δεν περιορίστηκε μόνο στο ότι πιστοποίησε ένα πρόγραμμα που προσβάλλει την νοημοσύνη των επιστημόνων, αλλά επεκτείνεται και στο γεγονός της άμεσης εμπλοκής συνεργάτιδάς του σε εταιρία που είχε αναλάβει την εκτέλεση του κατάπτυστου αυτού έργου, που συνιστά σκάνδαλο, το οποίο πρέπει να διερευνηθεί άμεσα. Και βεβαίως, μετά από όλα αυτά, η παραίτησή του συνιστά μονόδρομο». Ωστόσο, καταλήγει και στο ότι η ευθύνη βαραίνει και τον ίδιο τον Πρωθυπουργό, από τη στιγμή που επιλέγει να διατηρεί τον κ. Βρούτση στο αξίωμά του, συμπληρώνοντας ότι οφείλει να δώσει στους Έλληνες πολίτες εξηγήσεις για όλες τις πτυχές του ζητήματος αυτού.
Από την πλευρά του το ΚΙΝΑΛ και πιο συγκεκριμένα ο κ. Χρηστίδης, υποστηρίζει πως είναι προφανές ότι υπάρχει πολιτική ευθύνη του Υπουργού Εργασίας. «Κάποιοι Υπουργοί μας κατηγορούσαν για λαϊκισμό» και συμπλήρωσε «Ποιος είναι ο λαϊκισμός; Όταν εμείς λέγαμε την αλήθεια και οι Υπουργοί έλεγαν το αντίθετο ή τώρα που βγαίνουν οι Υπουργοί και ακολουθούν τη γραμμή του κ. Μητσοτάκη, που είδε αυτό που συμβαίνει, υπαναχώρησε και παίρνει πίσω τις επιλογές του; Είναι προφανές ότι υπάρχει πολιτική ευθύνη», δήλωσε ο Εκπρόσωπος Τύπου του ΚΙΝΑΛ, τονίζοντας ότι η κυβέρνηση επέλεξε να δώσει μια τέτοιου είδους αμφιβόλου ποιότητας κατάρτιση, εμπαίζοντας τους αυτοαπασχολούμενους.
Η πολιτική αντιπαράθεση για τα voucher της τηλεκατάρτισης των επιστημόνων μεταφέρεται και στη Βουλή στον απόηχο της κυβερνητικής οπισθοχώρησης και της απόφασης του πρωθυπουργού να διακοπεί το εν λόγω πρόγραμμα μετά το σάλο που προκλήθηκε. Μια πρόγευση πάντως για το τι έπεται στην επικείμενη συνεδρίαση δίνουν οι αψιμαχίες σε υψηλούς τόνους μεταξύ των βουλευτών των κομμάτων που προηγήθηκαν, ιδίως μεταξύ αυτών της ΝΔ και του ΣΥ.ΡΙΖ.Α.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, βέβαια, τόνισε -κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών- πως οι επιστήμονες θα λάβουν κανονικά την ενίσχυση των 600 ευρώ για τον μήνα Απρίλιο, χωρίς προϋποθέσεις, ανακοινώνοντας συγχρόνως ότι ο Πρωθυπουργός έδωσε εντολή να ξεκινήσει αξιολόγηση των ΚΕΚ μέσω ενδελεχούς ελέγχου της ποιότητας των προγραμμάτων κατάρτισης και ανάπτυξης του ανθρώπινου δυναμικού, κάτι που τα τελευταία χρόνια δεν συνέβαινε.