Του Νίκου Ζερζελίδη,
Στις 24 και 27 Μαρτίου το κράτος της Βόρειας Μακεδονίας έζησε ιστορικές στιγμές ως προς τη θέση της χώρας μελλοντικά στο διεθνές προσκήνιο. Αρχικά, στις 24 Μαρτίου οι Υπουργοί εξωτερικών των κρατών-μελών της ΕΕ έδωσαν την έγκριση για έναρξη διαπραγματεύσεων ένταξης των χωρών της Βόρειας Μακεδονίας και της Αλβανίας στην ΕΕ και στις 30 Μαρτίου η Βόρεια Μακεδονία εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ ως το 30ο μέλος της Συμμαχίας. Η έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ, χωρίς όμως συγκεκριμένη ημερομηνία έναρξης, αποδεικνύει πως η ΕΕ παραμένει λειτουργική και κρατάει τις υποσχέσεις της σε 2 χώρες της Βαλκανικής χερσονήσου που χρόνια έχουν προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις, ειδικότερα στους τομείς των κανόνων δικαίου και της δικαιοσύνης. Η απόφαση αυτή αποτελούσε σημείο διαφωνίας μεταξύ των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων. Η Γερμανία και η Ιταλία ήταν υπέρ της έναρξης της ευρωπαϊκής πορείας των 2 χωρών, ενώ η Γαλλία, η Ολλανδία και η Δανία αποτελούσαν το γκρουπ των σκεπτικών ως προς την περαιτέρω διεύρυνση της ΕΕ με νέα μέλη. Ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμμανουέλ Μακρόν, πίστευε πως η ΕΕ πρέπει πρώτα να ασχοληθεί με την αναμόρφωσή της μετά και την επίτευξη του Brexit που σήμανε για πρώτη φορά την αποχώρηση ενός μέλους από την Ένωση, ενός μέλους σημαντικότατου όμως, τόσο σε οικονομικό όσο και σε πολιτικό μέγεθος.
Παράλληλα, εκφράστηκαν κατά περιόδους ανησυχίες από κρατικούς αξιωματούχους πολλών χωρών ότι η πρόσκληση χωρών για ένταξη στην ΕΕ από μια περιοχή μαστιζόμενη από το οργανωμένο έγκλημα και θέματα διαφθοράς, όπως αυτή των Δυτικών Βαλκανίων, θα ήταν μια μη δημοφιλής επιλογή και θα ενίσχυε εθνικιστικές φωνές. Όσον αφορά τη Βόρεια Μακεδονία, τα 2 αυτά ιστορικά γεγονότα είναι καίριας σημασίας. Αρχικά, η ένταξη μιας ακόμα βαλκανικής χώρας στο ΝΑΤΟ επιβεβαιώνει την προθυμία του ΝΑΤΟ να εντάξει νέα μέλη, εφόσον εκπληρώσουν μια σειρά από προϋποθέσεις που απαιτούνται προς ένταξη στη Συμμαχία. Μεγαλύτερη σταθερότητα στα Βαλκάνια σημαίνει και διεύρυνση της Ευρώ-ατλαντικής ασφάλειας σε γεωγραφικά μεγέθη. Η προσάρτηση μιας ακόμα χώρας της πρώην Γιουγκοσλαβίας αποτελεί μια ακόμα νίκη για το ΝΑΤΟ απέναντι στη Ρωσία, καθώς η τελευταία έχει εκδηλώσει την αντίθεσή της για διεύθυνση του ΝΑΤΟ με χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας και πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Η ίδια όμως, η Συμμαχία έχει ξεκαθαρίσει πως η διεύθυνση του ΝΑΤΟ από αυτές τις περιοχές δεν αποσκοπεί ούτε να προκαλέσει αρνητικά αλλά ούτε και να περικυκλώσει τη Ρωσία με χώρες μέλη του ΝΑΤΟ.
Παράλληλα, η ΕΕ, με την απόφασή της αυτή, επανέφερε την αισιοδοξία στους κόλπους των βαλκανικών χωρών για ένταξη στην ΕΕ στο μέλλον και κρατάει τις υποσχέσεις της πως αφήνει τις πόρτες ανοιχτές για περαιτέρω διεύρυνσή της με νέα μέλη. Από την άλλη, η Ρωσία και η Κίνα ανέμεναν και ακόμα αναμένουν λάθος κινήσεις της Ένωσης στην περιοχή των Βαλκανίων προκειμένου να καλύψουν γεωπολιτικά κενά και να δείξουν την ελκυστικότητα του μοντέλου ανάπτυξής τους. Η Κίνα, για παράδειγμα, έχει εισχωρήσει στα Βαλκάνια μέσω επενδύσεων στον τομέα των υποδομών με την πλατφόρμα συνεργασίας 16+1 της κινεζικής πρωτοβουλίας «Μια Ζώνη-Ένας Δρόμος». Οι επεκτατικές κινήσεις της Κίνας σε διάφορους οικονομικούς τομείς των Βαλκανίων σε συνδυασμό με την άσκηση επιρροής από τη Ρωσία μέσω στρατιωτικών συμφωνιών με τη Σερβία αποδεικνύουν πως τα Βαλκάνια, παρά την όποια αισιοδοξία επικρατεί λόγω της προσέγγισης της ΕΕ σε διάφορες χώρες για μελλοντική ένταξή τους στην Ένωση, αποτελούν ακόμα πεδίο ανταγωνισμού μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων.
Για την ΕΕ, τα Βαλκάνια αποτελούσαν ανέκαθεν μια ευαίσθητη περιοχή με προβλήματα οικονομικής και πολιτικής φύσεως. Οι συνεχιζόμενες διαφορές μεταξύ κρατών της Βαλκανικής χερσονήσου αποτελούσαν καίριο ζήτημα έλλειψης εμπιστοσύνης προς αυτές τις χώρες και τις δυνατότητές τους, με αποτέλεσμα να καταδεικνύονται σε μια παραμελημένη γεωγραφική περιοχή από την Ένωση. Η έλλειψη σαφούς προσανατολισμού για τα εναπομείναντα κράτη, μη μέλη της ΕΕ, στα Βαλκάνια έχει δώσει τη δυνατότητα σε περιφερειακές δυνάμεις, όπως τη Ρωσία και την Κίνα, να καλύψουν το γεωπολιτικό κενό που αφήνει η ΕΕ σε θέματα οικονομικής στήριξης, άμυνας και ασφάλειας, αλλά και ευρωπαϊκής προοπτικής και κινήτρων να προχωρήσουν στις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις για ένταξη στην ΕΕ. Η τελευταία σε συνεργασία με το ΝΑΤΟ οφείλουν να επιβεβαιώσουν τον κυρίαρχο ρόλο τους στα Βαλκάνια σε θέματα οικονομικής συνεργασίας και επενδύσεων, ασφάλειας και άμυνας της περιοχής από την επιρροή ξένων δυνάμεων.
Είναι διεθνολόγος, 26 χρονών και κατάγεται από το Κιλκίς. Απόφοιτος του τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς. Κατά τη διάρκεια των προπτυχιακών του σπουδών, συμμετείχε σε πολυάριθμα συνέδρια-προσομοιώσεις διεθνών και ευρωπαϊκών θεσμών τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Έκανε πρακτική στη Διεθνή Αμνηστία στην Αθήνα αλλά και δύο προγράμματα Εράσμους για σπουδές και εθελοντισμό στην Τσεχία και στην Πορτογαλία αντίστοιχα. Τον Ιούνιο του 2019 ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές του σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Λέιντεν της Ολλανδίας στις Πολιτικές Επιστήμες με εξειδίκευση στον Εθνικισμό, στις Εθνοτικές Συγκρούσεις και την Ανάπτυξη. Μιλάει 5 ξένες γλώσσες. Αυτή την περίοδο υπηρετεί τη στρατιωτική του θητεία στο Πυροβολικό Σώμα του Ελληνικού στρατού.