Της Κωνσταντίνας Μερλέμη,
Η Μιανμάρ, χώρα της Νοτιοανατολικής Ασίας, βρίσκεται στο σταυροδρόμι ανάμεσα στην Ινδία, την Κίνα και την Ταϊλάνδη, αποτελώντας μια γέφυρα μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών και εθνοτήτων. Το 2025 επλήγη από έναν φονικό σεισμό, ο οποίος προκάλεσε όχι μόνο το θάνατο χιλιάδων ανθρώπων και καταστροφές στη Μιανμάρ όσο και σε γειτονικές χώρες, αλλά έφερε στο προσκήνιο και τις βαθιές πολιτικές αντιφάσεις που διαπερνούν την ιστορία της. Η χώρα πλήττεται εδώ και δεκαετίες από πολιτική αστάθεια και ένοπλες συγκρούσεις.
Στις 29 Μαρτίου 2025, η Μιανμάρ επλήγη από σεισμό μεγέθους 7,7 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, ο οποίος σκόρπισε τον τρόμο σε ολόκληρη τη χώρα. Πολλές περιοχές, όπως η Μανταλέι και η Ναϊπιτάου, υπέστησαν σοβαρές ζημιές, με χιλιάδες κτήρια να καταρρέουν και τον απολογισμό των νεκρών να ξεπερνά τους 1.700. Ωστόσο, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Γεωλογικού Ινστιτούτου των Ηνωμένων Πολιτειών, θα μπορούσαν οι νεκροί να φτάσουν ακόμη και τους 10.000, λόγω της ευπάθειας των δομών.
Η τραγωδία επηρέασε και τις γειτονικές χώρες, όπως την Ταϊλάνδη, όπου η κατάρρευση ουρανοξύστη στη Μπανγκόκ προκάλεσε δεκάδες νεκρούς και εγκλωβισμένα άτομα. Η βοήθεια που προσφέρθηκε από την Κίνα, τη Ρωσία και τη Νότια Κορέα δεν επαρκούσε για να καλύψει τις τεράστιες ανάγκες της χώρας, ενώ ο στρατός απέτυχε να προσφέρει ουσιαστική στήριξη στους πληγέντες. Η χώρα, ήδη πληγωμένη από εμφύλιες συγκρούσεις και πολιτική αστάθεια, βρέθηκε αβοήθητη μπροστά στην καταστροφή. Η ανθρωπιστική κρίση εντάθηκε, με τις τοπικές αρχές να αδυνατούν να διαχειριστούν την κατάσταση και εκατομμύρια πολίτες να στερούνται βασική βοήθεια.
Η Μιανμάρ είναι μία χώρα με έντονο πολιτικό και ιστορικό παρελθόν. Κατά τον 20ό αιώνα, υπήρξε αποικία της Βρετανίας και ανεξαρτητοποιήθηκε το 1948. Η ιστορία της είναι γεμάτη από αιματηρές συγκρούσεις και πολιτική αστάθεια. Από το 1962 έως το 2011, άρχισε σταδιακά μια μετάβαση προς τη δημοκρατία, με τη διεξαγωγή των πρώτων εκλογών και την αποκατάσταση πολιτικών ελευθεριών.

Η σημαντική στροφή προς τη δημοκρατία στη Μιανμάρ σημειώθηκε το 2015, με τη νίκη της Αούνγκ Σαν Σου Κι και του Εθνικού Συνδέσμου για τη Δημοκρατία (NLD). Ωστόσο, ο στρατός της χώρας, ο οποίος διατηρούσε ισχυρή επιρροή, αντέδρασε σφοδρά στις εκλογικές επιτυχίες του κόμματος της Αούνγκ Σαν Σου Κι. Το 2020, το NLD επικράτησε εκ νέου με συντριπτική πλειοψηφία, γεγονός που ανέδειξε τις έντονες αντιπαραθέσεις μεταξύ του στρατού και της εκλεγμένης κυβέρνησης. Την 1η Φεβρουαρίου 2021, οι εντάσεις κορυφώθηκαν με το στρατιωτικό πραξικόπημα, το οποίο ανέτρεψε την κυβέρνηση της Σου Κι. Ο στρατός επικαλέστηκε εκλογική νοθεία στις εκλογές του Νοεμβρίου 2020 ως αφορμή για την κατάληψη της εξουσίας. Η ηγέτιδα συνελήφθη, η χούντα ανέλαβε την εξουσία της χώρας και έκτοτε η Μιανμάρ βυθίστηκε σε ένα νέο κύκλο βίας και καταστολής.
Παρά την αποδοχή των πρώτων μεταρρυθμίσεων και την πρόοδο προς τη δημοκρατία που είχε σημειωθεί από το 2011, η χώρα παραμένει σε καθεστώς πολιτικής αστάθειας, με τον στρατό να κυριαρχεί και να επιβάλλει δικτατορία. Οι εκλογές που είχαν προγραμματιστεί για τον Αύγουστο του 2023 αναβλήθηκαν για έκτη φορά, ενώ η στρατιωτική χούντα συνεχίζει να παρατείνει την κατάσταση έκτακτης ανάγκης, χωρίς να ανακοινώνει σαφή ημερομηνία για τη διεξαγωγή εκλογών.
Η διεθνής κοινότητα, αν και αντέδρασε έντονα επιβάλλοντας κυρώσεις, δεν έχει καταφέρει να επηρεάσει ουσιαστικά τις εξελίξεις στη χώρα. Oι Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ευρωπαϊκή Ένωση επέβαλαν αυστηρές κυρώσεις στο στρατιωτικό καθεστώς, ενώ οργανισμοί όπως ο ΟΗΕ έχουν επανειλημμένα καλέσει για την αποκατάσταση της δημοκρατίας και την απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων. Αντίθετα, η Κίνα και η Ρωσία έχουν επιλέξει να στηρίξουν τη χούντα, αποφεύγοντας την επιβολή κυρώσεων. Έτσι, η Μιανμάρ, με ένα στρατό που εξακολουθεί να ασκεί βία και καταστολή, παγιδεύεται σε ένα φαύλο κύκλο που καθιστά κάθε προσπάθεια για πρόοδο δύσκολη.
Η διεθνής αλληλεγγύη απέναντι στο σεισμό στην περιοχή υπήρξε σημαντική, με γειτονικές χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία και η Ταϊλάνδη να αποστέλλουν ανθρωπιστική βοήθεια και διασωστικά συνεργεία για την αποκατάσταση των ζημιών. Ωστόσο, παρά την προσφερόμενη βοήθεια, οι πολιτικές καταστολής και η αδυναμία του στρατού να ανταποκριθεί στις βασικές ανάγκες των πολιτών καθιστούν τη χώρα εύθραυστη και καταπιεσμένη. Η κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχει επιδεινωθεί, με τη χούντα να κατηγορείται για αυθαίρετες συλλήψεις, βασανιστήρια και εκτελέσεις.
Η Μιανμάρ βρίσκεται ξανά στο επίκεντρο της διεθνούς προσοχής, όχι μόνο λόγω των φυσικών καταστροφών αλλά και εξαιτίας της πολιτικής αστάθειας και του στρατιωτικού καθεστώτος που την πλήττει. Η διεθνής κοινότητα, ενώ παρέχει σημαντική βοήθεια, καλείται να αντιμετωπίσει το αδιέξοδο που προκαλεί η χούντα και τις συνεχιζόμενες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων—εμπόδια που καθιστούν αβέβαιη οποιαδήποτε προοπτική για σταθερότητα και ειρήνη στην περιοχή.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Aftermath of the Myanmar earthquake – a visual guide, Τhe guardian, διαθέσιμο εδώ
- What caused the Myanmar earthquake – and why did it make a tower in Bangkok collapse?, BBC, διαθέσιμο εδώ
- Myanmar earthquake: What we know, BBC, διαθέσιμο εδώ
- Πέντε πράγματα που πρέπει να ξέρεις για την πολιτική κατάσταση στη Μιανμάρ, news247, διαθέσιμο εδώ