20.1 C
Athens
Σάββατο, 23 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά Θέματα"Προβλήματα" του νόμου που συμβάλλουν στο ρυθμιστικό αρμπιτράζ

“Προβλήματα” του νόμου που συμβάλλουν στο ρυθμιστικό αρμπιτράζ

Της Πέννυς Σεϊτανίδη,

Όσο η νομοθετική επέμβαση και ρύθμιση των αγορών περιορίζει την κερδοφόρα δραστηριότητά τους, θα υπάρχουν ισχυρά κίνητρα για να βρεθεί τρόπος αποφυγής των συνεπειών της νομοθεσίας”.
Larry D. Wall, 2014

Συνήθης πρακτική των συναλλασσόμενων είναι το ρυθμιστικό αρμπιτράζ. Ως ρυθμιστικό αρμπιτράζ (όπως αναφέραμε και σε προηγούμενο άρθρο) ορίζεται η επιλογή του ευνοϊκότερου μέτρου ή μεταχείρισης, ακολουθώντας το γράμμα, αλλά όχι το πνεύμα της νομοθεσίας. Το παρόν άρθρο θα αναλύσει το πώς ο νόμος συμβάλλει σε αυτό το φαινόμενο. Πιο συγκεκριμένα, θα γίνει αναφορά σε τρία γενικά προβλήματα.

1. Τα όρια που θέτει ο νόμος οδηγούν σε ρυθμιστικό αρμπιτράζ. Αυτό δυστυχώς είναι ένα εγγενές πρόβλημα της νομοθεσίας. Εδώ πρέπει αρχικά να αναφερθεί ότι κάθε νομικός κανόνας περιλαμβάνει ένα σύνολο υποκειμένων και δραστηριοτήτων που υπόκεινται σε αυτόν το συγκεκριμένο κανόνα (Matthew C. Turk, 2015). Έτσι, εξ’ αντιδιαστολής, αν ένα υποκείμενο ή μια δραστηριότητα δεν βρίσκεται μέσα στα ορισμένα εκ του νόμου όρια, δεν ρυθμίζεται από αυτόν. Σε αυτήν την περίπτωση, είτε ρυθμίζονται από άλλον κανόνα δικαίου, είτε παραμένουν αρρύθμιστα.

Το παράδειγμα που ακολουθεί συμβάλλει στη βαθύτερη κατανόηση του προβλήματος. Ο Κανονισμός ΕΕ/575/2013 ορίζει ως πιστωτικό ίδρυμα την επιχείρηση ”της οποίας η δραστηριότητα συνίσταται στην αποδοχή από το κοινό καταθέσεων ή άλλων επιστρεπτέων κεφαλαίων και στη χορήγηση πιστώσεων για ίδιο λογαριασμό”. Συνεπώς, αν μια επιχείρηση επιδίδεται σε αυτές τις δύο δραστηριότητες, είναι πιστωτικό ίδρυμα. Αν όχι, δεν είναι. Κάπως έτσι, γεννήθηκε η σκιώδες τραπεζική αγορά, που περιλαμβάνει τα ιδρύματα που δεν αναλαμβάνουν σωρευτικά τις δύο αυτές δραστηριότητες, με σκοπό να μην χαρακτηριστούν ως παραδοσιακά πιστωτικά ιδρύματα. Κατά αυτόν τον τρόπο, δεν υπόκεινται στον εν λόγω Κανονισμό, αφού μένουν εκτός των ορίων που αυτός θέτει, με αποτέλεσμα να αποφεύγουν περίτεχνα την ένταξή τους σε αυτόν.

2. Το γράμμα του νόμου δε συνάδει πάντα με το πνεύμα του. Ως αποτέλεσμα, οι συναλλασσόμενοι τηρούν το νόμο κυριολεκτικά, αλλά στην πραγματικότητα παρεκκλίνουν από την αληθινή πρόθεση του νομοθέτη. Τυχόν ασάφειες και κενά του νόμου παρερμηνεύονται και οι συναλλασσόμενοι εκμεταλλεύονται αυτές τις ασυνέπειες για να προβούν σε ρυθμιστικό αρμπιτράζ.

3. Οι νόμοι συνήθως είναι εκ φύσεως ατελείς (Katharina Pistor και Chenggang Xu, 2003). Ένας νόμος μπορεί να είναι ατελής αν δεν καλύπτει όλες τις δραστηριότητες που οδηγούν στις ίδιες καταστρεπτικές συνέπειες (James W. Bowers, 2002). Συνεπώς, ακόμα και όταν προσδιορίζεται το αποτέλεσμα που πρέπει να αποφευχθεί, ο νόμος εξακολουθεί να είναι ελλιπής αν δεν μπορεί να συλλάβει όλες τις ενέργειες που οδηγούν σε αυτό το αποτέλεσμα (James W. Bowers,2002). Επιπλέον, η διατύπωση του δικαίου διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο, καθώς η ατέλεια του νόμου μπορεί να αποδοθεί στην ασάφεια του. Πολύ σημαντικό είναι, επίσης, ότι αυτή η ατέλεια οφείλεται στην αδυναμία του νομοθέτη να προβλέψει την αντίδραση των συναλλασσόμενων, που θα θελήσουν να αποφύγουν τις συνέπειες του νόμου, και να την αποτρέψει. Έτσι, όταν ένας νόμος περιέχει κάποια ατέλεια ή ασυνέπεια, που οι συναλλασσόμενοι θα εκμεταλλευτούν για να βρουν νέους τρόπους να ξεγελάσουν το σύστημα, το ρυθμιστικό αρμπιτράζ ευνοείται.

Αυτό το αέναο μοτίβο μεταξύ των αρχών και των συναλλασσόμενων, υπό τη μορφή του ρυθμιστικού αρμπιτράζ, είναι άξιο παρατήρησης και μελέτης. Όσο οι ρυθμιστικές αρχές πιέζουν, τόσο οι αγορές θα βρίσκουν νέους τρόπους καταστρατήγησης της νομοθεσίας, κι έτσι οι αρχές θα επεμβαίνουν ξανά. Αυτός ο κύκλος δε θα κλείσει μάλλον ποτέ. Ωστόσο θα ήταν συνετό να βρεθούν τρόποι πρόληψης, κι όχι μόνο σκληρής απάντησης και παρέμβασης, που μάλλον επιδεινώνουν τις αρνητικές συνέπειες του φαινομένου, αντί να τις μετριάζουν.

Βιβλιογραφία

-Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

-James W. Bowers, “Incomplete Law” (2002) 62 La. L. Rev. 1229.

-Katharina Pistor and Chenggang Xu, “Incomplete Law” (2003) 35 (4) New York University Journal of International Law and Politics 931.

-Matthew C. Turk, “The Convergence of Insurance with Banking and Securities Industries, and the Limits of Regulatory Arbitrage in Finance” (2015) Colum. Bus. L. Rev. 967.

-Larry D. Wall, ”Simple Concept, Complex Regulation” (Federal Reserve Bank of Atlanta 2014) <https://www.frbatlanta.org/cenfis/publications/notesfromthevault/1401.aspx/>.

Πέννυ Σεϊτανίδη

Γεννημένη το 1993 και απόφοιτη της Νομικής Σχολής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. Είναι εγγεγραμμένη στον Δικηγορικό Σύλλογο Πατρών ως ασκούμενη δικηγόρος και κάτοχος του τίτλου "LL.M. in Law and Economics" από το Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης. Αρθρογραφεί στην κατηγορία των Νομικών Θεμάτων.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ