Της Αναστασίας Χατζηιωαννίδου,
Έπειτα από σχεδόν δεκατέσσερα χρόνια στον προεδρικό θώκο της Βολιβίας, ο σοσιαλιστής ηγέτης Έβο Μοράλες, προς μεγάλη του ίσως απογοήτευση, αποτελεί εδώ και λίγους μήνες παρελθόν από την πολιτική ζωή της χώρας. Όντας μέρος της λεγόμενης «Ροζ Παλίρροιας», ήτοι της διαδοχικής ανάδειξης σοσιαλιστών στα ανώτατα πολιτειακά αξιώματα της Λατινικής Αμερικής, με αποκορύφωμα το λυκαυγές της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης το 2008, ο Μοράλες κατάφερε να αποτελέσει έναν από τους μακροβιότερους ηγέτες της ηπείρου, καθώς και τον πρώτο ιθαγενή πρόεδρο της –κατά το 40% αποτελούμενης από γηγενείς πληθυσμούς– Βολιβίας.
Η πορεία του ωστόσο, στο προεδρικό αξίωμα κάθε άλλο παρά ομαλή και ανέφελη υπήρξε. Η στροφή στις σοσιαλιστικές πολιτικές που επέφερε η εκλογή του το 2005, με τις μαζικές κρατικοποιήσεις και τον ολοένα αυξανόμενο απομονωτισμό, αν και πέτυχε προς στιγμή να μειώσει σημαντικά το εξαιρετικά υψηλό ποσοστό φτώχειας, εντούτοις φαίνεται πως για κάποιους δεν αποτέλεσε εξίσου παράγοντα βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου: η μεσαία τάξη της χώρας, η οποία έκτοτε κυριολεκτικά πληρώνει το κόστος της κοινωνικής πολιτικής, ενώ παράλληλα βλέπει την οικονομική της ελευθερία να μειώνεται χρόνο με το χρόνο (η πορεία της Βολιβίας στους αντίστοιχους δείκτες είναι σταθερά πτωτική από το 2005 έως και σήμερα), μοιραία αντιτίθετο στις πολιτικές του ακραία ριζοσπαστικού προέδρου της.
Κι ενώ η πλουσιότατη και καίρια για την οικονομική ανάπτυξη περιοχή της Santa Cruz αντιπολιτευόταν τον πρόεδρο και τις σοσιαλιστικές πρακτικές του, ο Έβο Μοράλες, απτόητος από τις αλλεπάλληλες κατηγορίες για διαφθορά και σιγοντάρισμα των παραγωγών κόκας (των οποίων υπήρξε πρόεδρος και εκπρόσωπος για σχεδόν τέσσερις δεκαετίες), αποφάσιζε να επιταχύνει τις προσπάθειές του για τον ολοκληρωτικό έλεγχο της χώρας: έχοντας καταπατήσει ήδη τον περιορισμό του βολιβιανού νομικού συστήματος που απαγόρευε τις διαδοχικές θητείες, με το έωλο επιχείρημα ότι η πρώτη θητεία του δεν πρέπει να καταμετρηθεί σε αυτές, ο Μοράλες επανήλθε στα γνώριμα λημέρια του το 2016, όταν προκήρυξε δημοψήφισμα για την αναθεώρηση του συντάγματος της χώρας με σκοπό την κατάργηση οποιουδήποτε περιορισμού στα όρια επανεκλογής. Το αίτημά του αυτό παραδόξως απορρίφθηκε από τον λαό της Βολιβίας, αν και με εντελώς ισχνή πλειοψηφία (52-48%), και αποδείχθηκε πως ο σοσιαλιστής πρόεδρος δεν ήταν διατεθειμένος να δεχθεί ένα τέτοιο αποτέλεσμα. Όταν το αμφισβητούμενης λειτουργικής ανεξαρτησίας Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας ανέτρεψε τη λαϊκή ετυμηγορία ένα χρόνο αργότερα, ο Μοράλες ήταν πλέον ο απόλυτος κυρίαρχος της πολιτικής σκηνής.
Εντούτοις, η πολυπόθητη παντοδυναμία του Έβο Μοράλες δεν έμελλε να μακροημερεύσει. Μετά τη διεξαγωγή των προβλεπόμενων εκλογών στα τέλη του περασμένου Οκτωβρίου, ο Μοράλες επέδειξε για πολλοστή φορά τη σαθρότητα των δημοκρατικών του αντανακλαστικών: ενώ βρέθηκε να έχει εξασφαλίσει μυστηριωδώς τις δέκα ποσοστιαίες μονάδες διαφοράς από τον συνυποψήφιό του Κάρλος Μέσα, διαφορά που κατά τα βολιβιανά νομικά ειωθότα επαρκεί για τη νίκη χωρίς ανάγκη διεξαγωγής δεύτερου γύρου ψηφοφορίας, αξιωματούχοι του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών ήταν κατηγορηματικοί σχετικά με την έλλειψη διαφάνειας της διαδικασίας. Αυτή η αποκάλυψη, αφού επιβεβαίωσε τις υποψίες των Βολιβιανών ότι οι εναπομείνασες μη καταμετρηθείσες ψήφοι δεν επαρκούσαν για μια τέτοια ανατροπή του αποτελέσματος, πυροδότησε κύμα αντιδράσεων και κινητοποιήσεων σε όλη τη χώρα. Καθώς ο λαός της Βολιβίας δεν επρόκειτο να υποχωρήσει στις πλέον εξόφθαλμες ολοκληρωτικές βλέψεις του σοσιαλιστή προέδρου, ο Μοράλες υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει τον προεδρικό θώκο στα μέσα του περασμένου Νοεμβρίου.
Στο χάος που ακολούθησε την παραίτηση Μοράλες, τα ηγετικά στελέχη του κόμματός του, Κίνημα για το Σοσιαλισμό, έκαναν ένα λάθος που έμελλε να τους κοστίσει. Όταν οι τρεις ανώτεροι κρατικοί αξιωματούχοι εγκατέλειψαν τις θέσεις τους, αρχικά ως μια κίνηση διαμαρτυρίας και συμπαράστασης στον πρόεδρό τους, οι ενέργειές τους αυτές άνοιξαν το δρόμο για την κατάληψη της προεδρίας της Γερουσίας από την επόμενη στη σειρά Ζανίν Ανιέζ, το κόμμα της οποίας, κατά πολιτικό παράδοξο, είχε συγκεντρώσει κάτι παραπάνω από το 4% στις προηγούμενες εκλογές. Από τη θέση της Προέδρου της Γερουσίας πλέον, η Ανιέζ αυτοανακηρύχθηκε νέα πρόεδρος της χώρας και ανέλαβε καθήκοντα στις 12 Νοεμβρίου 2019. Τα πρώτα δείγματα γραφής της δίνονται λίγες μόνο ώρες αργότερα, μετά την παροχή πλήρους αμνηστίας στα μέλη της αστυνομίας και του στρατού «για εγκλήματα που μπορεί να τελέσουν κατά τις προσπάθειές τους να επανακτήσουν τον κοινωνικό έλεγχο» κατά τις συγκρούσεις με διαδηλωτές οπαδούς του απερχόμενου Μοράλες.
Και όσο η μεταβατική πρόεδρος δε δημιουργεί πολλές προσδοκίες, τόσο με τη συνήθειά της να τονίζει τη βαθιά θρησκευτικότητά της σε αντιπαραβολή με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των ιθαγενών, που εκπροσωπούσε ο Μοράλες –ο οποίος, εξίσου διχαστικά φερόμενος, είχε απαγορεύσει ακόμα και την ύπαρξη Βίβλου στο προεδρικό μέγαρο– όσο και με την απόφασή της να διορίσει ως Υπουργό Εσωτερικών έναν ακροδεξιό, του οποίου τα φρονήματα για τους ιθαγενείς πληθυσμούς και το δικαίωμα των γυναικών στην άμβλωση είναι από χρόνια γνωστά στη χώρα. Όσο για τα υπόλοιπα μέλη του υπουργικού συμβουλίου, οι προθέσεις της Ζανίν Ανιέζ δεν έδειξαν να κατευθύνονται προς το σκοπό της ενότητας σε μια χώρα βαθιά διχασμένη σε επίπεδο εθνικό, πολιτικό και οικονομικό. Η μετέπειτα υπουργοποίηση δύο ατόμων με καταγωγή ιθαγενών –όσων ακριβώς εμπεριείχε και η κυβέρνηση Μοράλες– δε δείχνει μέχρι στιγμής κάποια σοβαρή διαφορά, καθώς εν πολλοίς η λαϊκιστική κληρονομιά του τέως προέδρου παραμένει ακμαία.
Πιο συγκεκριμένα, στη θέση του κακού αμερικανικού παράγοντα που αποπειράται να πλήξει τον λαοπρόβλητο ηγέτη έχουν τοποθετηθεί πλέον οι Κουβανοί, οι Βενεζουελάνοι και κατά καιρούς άλλοι λατινοαμερικανικοί λαοί, ενώ η ανάγκη των βολιβιανών πολιτικών για αποδιοπομπαίους τράγους είναι διαχρονικά σταθερή. Στα θετικά της μεταβατικής προεδρίας, ωστόσο, θα πρέπει να πιστωθεί η στροφή προς την έξοδο από τον απομονωτισμό, στο βαθμό που τόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και η αμερικανική κυβέρνηση έχουν αναγνωρίσει τη νέα πρόεδρο της χώρας [Αμερικανοί διπλωμάτες έχουν διαπιστευθεί στην πρωτεύουσα της χώρας μετά από σχεδόν ενδεκάχρονη απουσία, όταν εκδιώχθηκαν από τον τέως πρόεδρο ως «ιμπεριλιαστικοί δάκτυλοι»]. Μένει να διαπιστωθεί το κατά πόσον η τρέχουσα θα είναι όντως μεταβατική, δεδομένου ότι η κυβέρνηση της –νυν υποψήφιας για την προεδρία- Ζανίν Ανιέζ έχει ήδη αναβάλλει τις προγραμματισμένες για το Μάιο προεδρικές εκλογές, ελέω της πανδημίας του κορωνοϊού.
Τούτων λεχθέντων, δε χωρεί αμφιβολία ότι η μοναδικής φυλετικής ποικιλίας χώρα της Λατινικής Αμερικής έχει μεγάλο κόπο να κάνει στο δρόμο για τη δημοκρατία, παλεύοντας να αποκόψει από το σώμα της τις βαθύτατες ρίζες των ζιζανίων, τόσο της εκατέρωθεν φυλετικής προκατάληψης, αλλά και εκείνες της εκμετάλλευσης των πληγών αυτών από το σαράκι του λαϊκισμού. Όντας ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους στην ιστορία προς τιμήν των οποίων έχουν ονομαστεί ολόκληρα έθνη, ο αρχιτέκτονας της λατινοαμερικανικής ανεξαρτησίας, Σιμόν Μπολιβάρ, έγραψε το πρώτο βολιβιανό σύνταγμα έχοντας δίπλα του Το Πνεύμα των Νόμων, του Μοντεσκιέ, και τον Πλούτο των Εθνών, του Άνταμ Σμιθ. Εκείνο στο οποίο οι μετέπειτα μελετητές ομονοούν – δείχνοντας απέραντη ευγνωμοσύνη στον προσωπικό βοηθό του Μπολιβάρ, ο οποίος, παρακούοντάς τον, δεν κατέστρεψε τα προσωπικά του έγγραφα και πρωτόλεια – είναι πως ο Libertador όμνυε στον περιορισμό του κράτους, τον διαχωρισμό των εξουσιών, του δικαιώματος στην ιδιοκτησία, της θρησκευτικής ελευθερίας και του κράτους δικαίου. Ίσως όμως, θα πρέπει να κάνει αρκετή ακόμα υπομονή ώσπου να δει τις ιδέες του να καρπίζουν.