Της Γεωργίας Παπαδοπούλου,
Τα τελευταία χρόνια, εμφανίζεται στην ποινική διαδικασία ο δικαστικός ψυχολόγος ως εκπρόσωπος ενός σύγχρονου εξειδικευμένου επιστημονικού κλάδου, που καλείται να συνδράμει στο έργο του εισαγγελέα, του ανακριτή ή του δικαστή.
Η δικαστική ψυχολογία δεν αποτελεί απλώς ένα κλάδο της επιστήμης της ψυχολογίας, αλλά παρουσιάζει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που άπτονται της λειτουργίας και εφαρμογής της στο πλαίσιο της ποινικής δίκης. Η συμβολή της δικαστικής ψυχολογίας στη διερεύνηση της αξιοπιστίας των μαρτυρικών καταθέσεων είναι ιδιαιτέρως σημαντική και δύναται να χρησιμεύσει και στον ίδιο το δικαστή για τη διαμόρφωση της κρίσης του. Ο ψυχολόγος πραγματογνώμονας ανήκει στα λεγόμενα προσωπικά αποδεικτικά μέσα και ο ρόλος του είναι επικουρικός στη διαδικασία της ποινικής λειτουργίας. Ανεξαρτήτως της αρχικής θεωρητικής του αφετηρίας, κατευθύνεται στην απάντηση συγκεκριμένων ερωτημάτων, που του τίθενται από το δικαστή εντός του ισχύοντος δικονομικού πλαισίου. Για να επιτελέσει το συγκεκριμένο έργο, ακολουθεί τη μεθοδολογία και τα εργαλεία, όπως συνέντευξη και διάφορες δοκιμασίες (τεστ), που εφαρμόζονται στη δικαστική πρακτική.
Πότε διορίζεται ο δικαστικός ψυχολόγος στην ποινική διαδικασία
Ο δικαστικός ψυχολόγος διορίζεται στην ποινική διαδικασία στις ακόλουθες περιπτώσεις. Αρχικά, γνωμοδοτεί για την ικανότητα καταλογισμού του δράστη στις περιπτώσεις (μη νοσηρής) διατάραξης της συνείδησης και γενικότερα, διαφόρων ψυχικών διαταραχών, που δεν έχουν νοσηρό χαρακτήρα. Ωστόσο, ο ψυχολόγος πραγματογνώμονας διορίζεται σπανιότερα στην πράξη, καθώς οι περισσότερες πραγματογνωμοσύνες αναφέρονται στο ζήτημα της ικανότητας για καταλογισμό και ειδικότερα, στη διαπίστωση ύπαρξης ψυχικής νόσου που οδηγεί σε ανικανότητα ή σε μειωμένη ικανότητα για καταλογισμό, έργο που είναι αρμοδιότητα του ψυχιάτρου.

Δεν αποκλείεται πάντως σε εξαιρετικές περιπτώσεις να ζητηθεί η συνδρομή του, όταν η κατάθεση του μάρτυρα «δεν εξηγείται λογικά», παρουσιάζει «τεράστιες αντιφάσεις» ή η ίδια η συμπεριφορά κατά τη διαδικασία προσιδιάζει σε ψυχική διαταραχή.
Ακόμη, διορίζεται προκειμένου να προετοιμάσει τον ανήλικο μάρτυρα θύμα προσβολής προσωπικής και γενετήσιας ελευθερίας (άρθρο 227 ΚΠΔ) ή τον μάρτυρα θύμα ορισμένων πράξεων (228 ΚΠΔ) και πάλι όμως διαζευκτικά με τον ψυχίατρο.
Εν τέλει, μετά από κάθε πραγματογνωμοσύνη, την απόφαση θα πάρει ο δικαστής, στο πλαίσιο της αρχής της ηθικής απόδειξης.
Ο ρόλος του δικαστικού ψυχολόγου
Είναι σημαντικό να σημειωθεί, ότι ο δικαστικός ψυχολόγος στην καθημερινή του δραστηριότητα μπορεί να επιτελεί διάφορες λειτουργίες (ερευνητική, υποστηρικτική θεραπευτική κ.λπ.). Όμως, εντός του πλαισίου της ποινικής δίκης λειτουργεί ως κλινικός ψυχολόγος με κύριο αντικείμενο την παρατήρηση και την επεξήγηση της αποκλίνουσας συμπεριφοράς του κατηγορουμένου ή του μάρτυρα και σπανιότερα για την υποστήριξη του ευάλωτου θύματος. Δεν κατέχει τον ρόλο του ψυχολόγου που αναλαμβάνει να εντοπίσει την ψυχική διαταραχή και να βοηθήσει τον εξεταζόμενο στην επίλυση του προβλήματος, αλλά καλείται να επιτελέσει συγκεκριμένο έργο στο πλαίσιο της ποινικής δίκης. Ωστόσο, η συγκεκριμένη μετάβαση δεν είναι εύκολη για τον επιστήμονα που καλείται να ανταποκριθεί στις προσδοκίες του ποινικού συστήματος.
Ο ψυχολόγος πραγματογνώμονας καλείται να δώσει απαντήσεις σε συγκεκριμένα ερωτήματα εντός ορισμένου χρόνου. Ο ρόλος του ενισχύεται με τη ρητή αναφορά του παιδοψυχολόγου και του ψυχολόγου στα άρθρα 227 και 228 ΚΠΔ ως πραγματογνώμονα που προετοιμάζει το θύμα για την εξέταση. Ακόμη, διορίζεται και σε άλλες περιπτώσεις, όπως η εκτίμηση της αξιοπιστίας της κατάθεσης του μάρτυρα, την απολογία του κατηγορουμένου και την αξιολόγηση συμπεριφοράς που δεν έχει νοσηρά αίτια.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι σε αρκετές περιπτώσεις, η διάκριση της αρμοδιότητας μεταξύ ψυχιάτρου και ψυχολόγου στην ποινική διαδικασία δεν είναι πάντοτε προφανής. Στα επιστημονικά εγχειρίδια, ιδίως στον αγγλοσαξονικό χώρο, η διαφοροποίηση μεταξύ Forensic Psychiatry και Forensic Psychology δεν είναι πάντοτε σαφής.
Εν κατακλείδι, ρόλος του δικαστικού ψυχολόγου πραγματογνώμονα δεν θα πρέπει να υποτιμάται. Δεν αποτελεί απλώς ένα μάρτυρα ειδικών γνώσεων, καθώς έχει διοριστεί για το σκοπό αυτό από τον δικαστή, τον εισαγγελέα ή τον ανακριτή. Η συνεχής πρόοδος στον κλάδο της ψυχολογίας επιτρέπει στον επιστήμονα να χρησιμοποιεί σύγχρονα επιστημονικά εργαλεία ανάλυσης, να εξειδικεύει περισσότερο τα πορίσματα της επιστήμης του και να προσαρμόζει τα δεδομένα του σε όλο και πιο πολύπλοκες καταστάσεις.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Δημήτριος Κιούπης, Δικαστική Ψυχολογία & Ψυχιατρική, ΝΟΜΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ, Ιανουάριος 2022