6.7 C
Athens
Πέμπτη, 20 Μαρτίου, 2025
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΑντικειμενικός καταλογισμός και αυτοδιακινδύνευση του θύματος: Η περίπτωση της ΑΠ 2045/2010

Αντικειμενικός καταλογισμός και αυτοδιακινδύνευση του θύματος: Η περίπτωση της ΑΠ 2045/2010


Του Νίκου Αντωνάκη,

Τα τελευταία χρόνια βρίσκει ολοένα και περισσότερο έδαφος στην ελληνική ποινική επιστήμη η θεωρία του αντικειμενικού καταλογισμού στο πεδίο της αιτιότητας, η οποία, όπως τονίζεται, δεν την υποκαθιστά (ενν. τη θεωρία του ισοδυνάμου των όρων στο πεδίο της αιτιότητας), αλλά τη συμπληρώνει. Ουσιαστικά πρόκειται για αξιολογικές και κανονιστικές κρίσεις, οι οποίες, σε ένα δεύτερο επίπεδο (αφού σε πρώτο επίπεδο καταφαθεί η αιτιότητα με βάση τη θεωρία του ισοδυνάμου των όρων) τείνουν στον καταλογισμό ή όχι ενός αξιόμεμπτου αποτελέσματος σε μια συγκεκριμένη συμπεριφορά. Μία από τις αρχές που αντλούνται από την ανωτέρω θεωρία είναι και η αρχή της ιδίας υπευθυνότητας. Αυτή η τελευταία ακριβώς σημαίνει ότι στο μέτρο που υπάρχει αυτοδιακινδύνευση του θύματος, η συμμετοχή σε αυτήν παραμένει μη αξιόποινη. Βέβαια αυτή η περίπτωση πρέπει να διακρίνεται από την υπό όρους μη αξιόποινη ετεροδιακινδύνευση με τη συγκατάθεση του παθόντα. Η διάκριση αυτή, αν και θεωρητικά προφανής, εντούτοις πρακτικά εμφανίζει πολλές δυσχέρειες και ζητήματα οριοθέτησης της μιας κατηγορίας από την άλλη.

Η αρχή της ιδίας υπευθυνότητας του θύματος και η κατά συνέπεια μη αξιόποινη συμμετοχή σε αυτοδιακινδύνευση του τελευταίου επιβάλλεται από τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή να πράττει κανείς κατά το δοκούν, πάντοτε βέβαια στα πλαίσια του νόμου (άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος). Κατ’ άλλη θεώρηση, στις περιπτώσεις αυτές δεν υπάρχει καν «πράξη» με την έννοια του ποινικού δικαίου, αφού, για να θεωρηθεί μια ενέργεια ή παράλειψη ως τέτοια, πρέπει να ενσαρκώνει και κάποιο κοινωνικό νόημα. Και αφού δεν υπάρχει καν άδικη πράξη, είναι φυσικό επόμενο να μην υπάρχει ούτε περιθώριο αναγνώρισης αξιόποινης συμμετοχής σε αυτήν. Υπό το πρίσμα αυτό, η διάταξη του άρθρου 301 ΠΚ φαίνεται να εισάγει εξαίρεση από τα όσα λέχθηκαν ανωτέρω, εκτός κι αν θεωρήσει κανείς ότι ο υποψήφιος αυτόχειρας βρίσκεται κάτω υπό τέτοια πίεση, ώστε να μην του καταλείπεται πεδίο ελεύθερης δράσης και άρα να μην μπορεί να γίνει λόγος για συνειδητή αυτοδιακινδύνευση. Πράγματι, αν η ψυχική πίεση που τον καταλαμβάνει φτάσει σε σημείο που να αίρει τον καταλογισμό του, τότε δεν μπορεί να γίνει λόγος για συνειδητή απόφαση και άρα για αυτοδιακινδύνευση και κατά συνέπεια για μη αξιόποινη συμμετοχή στην τελευταία.

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: Mark D’aiuto

Στην περίπτωση που απασχόλησε την ΑΠ 2045/2010 επρόκειτο ουσιαστικά για αυτοσχέδιους αγώνες, όπου τα διαγωνιζόμενα οχήματα ανέπτυξαν ιλιγγιώδη ταχύτητα, με αποτέλεσμα να προκληθεί ο θάνατος ενός οδηγού αυτοκινήτου και να τραυματιστούν ελαφρά κάποιοι συνοδηγοί. Οι αγώνες αυτοί, μάλιστα, διεξήχθησαν κατόπιν «πονταρίσματος». Το Ακυρωτικό, με το ανωτέρω βούλευμά του, επικύρωσε την παραπομπή των κατηγορουμένων στο ΜΟΔ, αφενός κάποιων για θανατηφόρα διατάραξη της ασφάλειας των συγκοινωνιών (πρώην άρθρο 290 ΠΚ) και αφετέρου άλλων για ηθική αυτουργία στην τελευταία πράξη, δηλαδή εκείνων που με το ποντάρισμά τους οδήγησαν στη διεξαγωγή των αγώνων (46, πρώην 290 ΠΚ). Σήμερα, οι συμπεριφορές αυτές αντιμετωπίζονται στο πλαίσιο του ισχύοντος άρθρου 290Α ΠΚ, ήτοι της επικίνδυνης οδήγησης. Πέρα από τα όποια ζητήματα τίθενται εδώ σχετικά με τη δυνατότητα συμμετοχής σε εκ του αποτελέσματος έγκλημα και το κατά πόσο η αποδοχή μιας τέτοιας δυνατότητας είναι δογματικά σωστή (το άρθρο 29 ΠΚ επιτρέπει σήμερα και την τιμώρηση των συμμετόχων για συμμετοχή στο εκ του αποτελέσματος διακρινόμενο έγκλημα, όταν και αυτοί βαρύνονται με αμέλεια ως προς το περαιτέρω αποτέλεσμα), αλλά και της δυνατότητας κατάφασης ηθικής αυτουργίας με «ποντάρισμα», το δικαστήριο δεν ερεύνησε καθόλου το κατά πόσο ήταν δυνατή εδώ η απαλλαγή των κατηγορουμένων, δεδομένου ότι ο θανών οδηγός είχε την κυριαρχία του οχήματός του και πάντως επρόκειτο για συνειδητή αυτοδιακινδύνευση της ζωής του τελευταίου.

Πράγματι, παρά το ότι οι αυτοσχέδιοι αγώνες απαιτούν τη συμμετοχή τουλάχιστον δύο συμμετεχόντων, δεν αμφισβητείται το γεγονός ότι ο κάθε οδηγός, έχοντας επίγνωση των κινδύνων που εγκυμονεί μια τέτοια δραστηριότητα για τα έννομά του αγαθά, προβαίνει σε αυτούς συνειδητά και έχοντας επιλέξει να προβεί ελεύθερα σε μια θέση αυτοδιακινδύνευσης. Βέβαια, το κατά πόσο η επιλογή αυτή ήταν ελεύθερη και δεν υπήρχε ουσιώδης μείωση του καταλογισμού είναι αμφίβολο, αν αναλογιστεί κανείς ότι στις τοξικολογικές που υποβλήθηκε ο θανών οδηγός βρέθηκε αλκοόλ στο αίμα του (το γεγονός αυτό φαίνεται να μην λαμβάνει σοβαρά υπόψη ο Βαθιώτης, βλ. Εμβάθυνση σε ειδικά ζητήματα Ποινικού Δικαίου, 20). Δεδομένου όμως ότι επρόκειτο για σχετικά χαμηλό ποσοστό συγκεντρώσεως, κανείς θα έτεινε και πάλι στη λύση της μη αξιόποινης συμμετοχής σε αυτοδιακινδύνευση. Εξάλλου, δεν πρέπει να παροραθεί και το γεγονός ότι οι όποιες αμφιβολίες υπάρχουν βαίνουν σε όφελος των κατηγορουμένων (αρχή in dubio pro reo).

Πηγή εικόνας: tanea.gr / Δικαιώματα χρήσης: shutterstock.com/ Bordovski Yauheni

Ως εκ τούτου, είναι προφανές ότι παρά το ότι υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των πράξεων των κατηγορουμένων και του επελθόντος θανάτου του θύματος, εντούτοις δεν μπορεί να καταλογιστεί αντικειμενικά ο θάνατος του τελευταίου στη συμπεριφορά των πρώτων, λόγω συνειδητής αυτοδιακινδύνευσής του. Στο μέτρο που το ανωτέρω βούλευμα δεν εξέτασε καν το γεγονός αυτό, αλλά, αντιθέτως, παρέπεμψε τους κατηγορουμένους στο ακροατήριο του ΜΟΔ, είναι νόμω εσφαλμένο.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Κωνσταντίνος Βαθιώτης, Εμβάθυνση σε ειδικά ζητήματα Ποινικού Δικαίου, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2014

  • Χρίστος Χ. Μυλωνόπουλος, Ποινικό Δίκαιο – Γενικό Μέρος, Π.Ν. Σάκκουλας, 2020
  • Μαρία Καϊάφα-Γκμπάντι – Ελισάβετ Συμεωνίδου – Καστανίδου, Ποινικό Δίκαιο – Γενικό Μέρος, Νομική Βιβλιοθήκη, 2022
  • Γεώργιος Μπαστουνάς, Εγκλήματα κατά των συγκοινωνιών, Νομική Βιβλιοθήκη, 2024


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Νίκος Αντωνάκης
Νίκος Αντωνάκης
Είναι φοιτητής στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ. Του αρέσει ιδιαίτερα η ενασχόληση με τον τομέα του Αστικού Δικονομικού και Εργατικού Δικαίου, ενώ στον ελεύθερό του χρόνο επιδιώκει την ανάγνωση συγγραμμάτων και μελετών με σκοπό την περαιτέρω εξειδίκευσή του στους κλάδους αυτούς.