19.7 C
Athens
Κυριακή, 16 Μαρτίου, 2025
ΑρχικήΠολιτισμόςΠώς μπορούν άραγε οι γυναίκες να αλλάξουν τον κόσμο; Και όμως, μπορούν…...

Πώς μπορούν άραγε οι γυναίκες να αλλάξουν τον κόσμο; Και όμως, μπορούν… (Μέρος 1ο)


Της Δήμητρας Βασιλείου, 

Βιρτζίνια Γουλφ (ή Virginia Woolf, πλήρες όνομα Αντελίν Βιρζίνια Στήβεν-Adeline Virginia Stephen, 25 Ιανουαρίου 1882 – 28 Μαρτίου 1941): Η γυναίκα που άλλαξε τον κόσμο της αφήγησης

«Μια γυναίκα πρέπει να έχει τα χρήματα και ένα δωμάτιο όλοδικό της, εάν πρόκειται να γράψει μυθιστοριογραφία». Αυτή η παροιμιώδης φράση ηχεί στο κεφάλι μας στην ανάγνωση κάθε σελίδας του γνωστού δοκιμίου της Γουλφ Ένα δωμάτιο ολοδικό σου (A Room of One’s Own, 1929) και όσο και αν σήμερα μπορεί να θεωρηθεί από κάποιους ξεπερασμένη και κλισέ μιας και έχουν γίνει σπουδαία βήματα στη διεκδίκηση των δικαιωμάτων των γυναικών, ωστόσο εν έτη 1929 το να μιλά μια γυναίκα-συγγραφέας για την ανάγκη των γυναικών να αποκτήσουν οικονομική ανεξαρτησία και πνευματική αυτονομία για να μπορέσουν να δημιουργήσουν, ήταν μάλλον θαρραλέο. Δεν επρόκειτο απλά για μια θεωρητική συζήτηση, αλλά για μια προσωπική και βαθιά βιωμένη αλήθεια που διατρέχει κάθε έργο της. Η Γουλφ θεωρήθηκε πρωτοπόρος και νεοτερίζουσα λογοτέχνις στον 20ό αιώνα και μια από τους μέγιστους καινοτόμους στην αγγλική γλώσσα. Τα διασημότερα έργα της είναι τα μυθιστορήματα Η κυρία Νταλογουέι (Mrs Dalloway, 1925), Στο φάρο (To The Lighthouse, 1927), το Ορλάντο (Orlando, 1928).

Η Γουλφ αναδιαμόρφωσε την ίδια τη δομή της λογοτεχνικής αφήγησης, προκαλώντας τα όρια της γλώσσας και της συνείδησης. Σε κάθε έργο της ξεδιπλώνεται μπροστά μας ένας κόσμος φτιαγμένος από σκέψεις, συνειρμούς, εσωτερικούς μονολόγους, ένας κόσμος που ρέει, ακριβώς όπως ρέει και ο ανθρώπινος νους. Αφήνοντας πίσω την παραδοσιακή δομή της αφήγησης, δεν ενδιαφερόταν για την πλοκή με την εν στενή συμβατική της έννοια, αλλά ήθελε να αποτυπώσει τη ροή της σκέψης, το ακαθόριστο της ανθρώπινης ύπαρξης. Στα έργα της όπως Η Κυρία Νταλογουέι ή στο Προς τον Φάρο, δεν υπάρχει κεντρικό γεγονός που κινεί την ιστορία, αλλά υπάρχει μόνο ο χρόνος που κυλά και μετασχηματίζεται μέσα από τη συνείδηση των χαρακτήρων. Αυτός ο τρόπος γραφής συνιστούσε απάντηση στη λογοτεχνία που κυριαρχούσε μέχρι τότε, η οποία περιόριζε τις γυναίκες ρε ρόλους διακοσμητικούς, υποβαθμίζοντας την αξία τους και υποκρύπτοντας το ταλέντο τους. Η Γουλφ κατάφερε να δώσει στις ηρωίδες της φωνή και βάθος, να υπάρχουν ως αυθύπαρκτα όντα πέραν του στενού πλαισίου της οικογενειακής και κοινωνικής τους θέσης. Αυτή η φωνή ακούγεται τόσο έντονα στο σήμερα, τρυπώνει μέσα μας, για να μας θυμίσει πως όσα κατακτήσαμε ξεκίνησαν από γυναικείες προσωπικότητες όπως η Γουλφ, που βρήκαν το σθένος και το θάρρος να αποτυπώσουν την αλήθεια της ανθρώπινης εμπειρίας, όπως την βίωναν, όπως την φαντάστηκαν, όπως την ονειρευτήκαν. Ακριβώς αυτό το στοιχείο κάνει και την Γουλφ διαχρονική.

Ανιές Βαρντά: Η Γυναίκα που επαναπροσδιόρισε τον κινηματογράφο (Agnès Varda, 30 Μαΐου 1928 — 29 Μαρτίου 2019)

Πηγή εικόνας: flix.gr

Αν το κίνημα Nouvelle Vague ήταν καταιγίδα που σάρωσε τον κλασσικό γαλλικό κινηματογράφο, τότε η Βαρντά ήταν η αθέατη πρωτοπόρος της. Πριν ακόμη εμφανιστούν ο Γκοντάρ και ο Τρυφώ, εκείνη είχε ήδη σκηνοθετήσει το La pointe Courte (1955), ένα φιλμ που έμοιαζε να έρχεται από το μέλλον. Η κάμερά της κινούταν ελεύθερα, οι διάλογοι της απέπνεαν φυσικότητα, ενώ η αφήγησή της ήταν αντισυμβατική. Ήταν μια από τις πρώτες ταινίες που έβαλαν τα θεμέλια για την αισθητική της Nouvelle Vague, και όμως το όνομα της δεν μνημονεύεται ανάμεσα στους «πατέρες» του κινήματος.

Η Βαρντά δεν ήταν απλώς μια σπουδαία σκηνοθέτρια, αλλά μια επαναστάτρια της εικόνας, μια ποιήτρια της διπλανής πόρτας, μια γυναίκα που δεν γαντζώθηκε ποτέ από τα στερεότυπα ούτε της κινηματογραφικής βιομηχανίας, ούτε της ίδιας της ζωής. Στον ανδροκρατούμενο κόσμο του σινεμά, που μέχρι και σήμερα φέρει τα κατάλοιπα του παρελθόντος, εκεί όπου οι γυναίκες βρίσκονταν συνήθως μπροστά από την κάμερα, η Βαρντά βρέθηκε πίσω της, με απόλυτη γνώση του τι αυτό συνεπάγεται, τι ευθύνη θα έφερε εφεξής, αποδεχόμενη την όποια κακεντρεχή κριτική, έχοντας όμως απόλυτο έλεγχο των πλάνων, της αφήγησης και της οπτικής.

Παρά τη λαμπρή και πρωτοποριακή της διαδρομή, δεν διεκδίκησε τίτλους. Δεν την ενδιέφεραν οι ταμπέλες, ούτε η φήμη και η δόξα. Ενδιαφερόταν αποκλειστικά για τη ζωή, τη τέχνη και τη λεπτή αυτή κλωστή που τις ενώνει. Πάνω σε αυτή ακριβώς την κλωστή ήθελε να βρίσκεται και να αιωρείται. Ουτοπία; Μπορεί και ναι, αλλά δεν φοβήθηκε ποτέ, πατώντας πάνω σε αυτή τη κλωστή κατόρθωσε να έχει μονίμως το βλέμμα της στραμμένο προς μια ομορφιά που κανείς άλλος δεν έψαχνε. Από το Cléo de 5 à 7 (1962), όπου η αναμονή ενός ιατρικού αποτελέσματος γίνεται αντικείμενο υπαρξιακού στοχασμού γύρω από τον χρόνο και τον θάνατο, έως το Vogabond (1985), όπου παρακολουθούμε τις τελευταίες μέρες μιας νεαρής αλήτισσας, η Βαρντά τρύπωνε στις ζωές των ανθρώπων που ζούσαν στο περιθώριο, γυναικών που κουβαλούσαν ιστορίες που κανείς άλλος δεν τολμούσε να αφηγηθεί.

Ασχολήθηκε, επίσης, με τη σκηνοθεσία ντοκιμαντέρ, ξεφεύγοντας από την τυπολατρική του μορφή, την απλή και ανιαρή καταγραφή της πραγματικότητας. Χρησιμοποιούσε ζωντανούς διαλόγους, συνέλλεγε εικόνες, αναμνήσεις και στιγμές, ώστε να γίνει και η ίδια παίκτρια ενός είδους «πινγκ-πονγκ» υποκειμενικότητας και αλήθειας. Σημαντικό έργο της σε αυτή τη κατηγορία υπήρξε το The Gleaners and I (2000). Εάν σήμερα το σινεμά είναι προσωπικό, πολιτικό, υβριδικό, θολώνει τις γραμμές μεταξύ μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ, θα λέγαμε πως αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην επιρροή του έργου της Βαρντά.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Δικά μου λόγια, politeianet.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Βιογραφία, melinamercourifoundation.com, διαθέσιμο εδώ
  • Δέκα ταινίες της Ανιές Βαρντά για ένα ταχύρρυθμο μάθημα στην κινηματογραφική… ευτυχία, flix.gr, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Δήμητρα Βασιλείου
Δήμητρα Βασιλείου
Γεννήθηκε το 2003 στο Αγρίνιο. Είναι φοιτήτρια στο τμήμα Νομικής του ΕΚΠΑ. Αγαπά τη λογοτεχνία και τη φωτογραφία, ενώ παράλληλα ανακάλυψε ένα κρυφό πάθος για τις διαπραγματεύσεις. Της αρέσει να κάνει σόλο-ταξίδια και να συμμετέχει σε οργανωτικές επιτροπές νέων, ενώ πιστεύει πως πρέπει πάντα να λέμε αυτό που σκεφτόμαστε ακόμη και αν η φωνή μας τρέμει, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε η ακτιβίστρια Maggie Kuhn.