Της Άννας Μαρίας Γερακάρη,
Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) έχει εδραιώσει την παρουσία της επί ενός συνόλου θεμελιωδών αρχών, οι οποίες απαριθμούνται στο άρθρο 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ). Στις προαναφερθείσες αρχές εμπεριέχονται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, η ελευθερία, η δημοκρατία, η ισότητα, καθώς επίσης και πρωτίστως η εδραίωση ενός κράτους δικαίου. Η παγίωση του κράτους δικαίου συνιστά έναν θεμελιώδη παράγοντα για τη διαρκή διαφύλαξη του συνόλου των ατομικών αλλά και των πολιτικών ελευθεριών των πολιτών της Ένωσης.
Πάραυτα, η ενσωμάτωση εκάστης εκ των προαναφερθεισών θεμελιωδών αρχών δεν συνιστά πάντοτε μία κατ’ ανάγκην απλή ή ευχερή διαδικασία στο πλαίσιο της πρακτικής εφαρμογής. Οι τρέχουσες εξελίξεις τόσο στην Πολωνία όσο και στην Ουγγαρία αναφορικά με την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης καθώς και την καταστολή των θεμελιωδών δικαιωμάτων αναδεικνύουν τον μείζονα ρόλο των θεσμών της ΕΕ. Εξαρχής, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιτελεί έναν πρωταρχικό καθώς και ουσιώδη ρόλο στην προάσπιση του κράτους δικαίου.
Η έννομη τάξη των κρατών μελών της ΕΕ εδράζεται στο κοινό νομικό κεκτημένο της Ένωσης, παρόλα αυτά ο σεβασμός στην αρχή του κράτους δικαίου, η οποία εκ των πραγμάτων συνιστά ένα από τα θεμελιώδη κριτήρια για την προσχώρηση στην ΕΕ, δεν είναι πάντοτε αυτονόητος. Τόσο στην Πολωνία όσο και στην Ουγγαρία ένας πλούτος υφιστάμενων περιστάσεων καταδεικνύει μια αναμφισβήτητη κρατική εμπλοκή στο δικαστικό σύστημα, παράλληλα με την έκδηλη υπονόμευση των δημοκρατικών διαδικασιών. Οι παραπάνω διαφοροποιήσεις καθιστούν επιτακτική την ενισχυμένη εποπτεία της ΕΕ με απώτερο σκοπό τη σθεναρή διαφύλαξη του συνόλου των θεμελιωδών της αρχών.

Το Δικαστήριο της ΕΕ διαδραματίζει αναμφισβήτητα έναν καθοριστικό ρόλο στην ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης καθώς επίσης και στην αποφασιστική ενίσχυση των αρχών που ρυθμίζουν το νομικό πλαίσιο των κρατών μελών. Σε περίπτωση παραβίασης του άρθρου 2 της ΣΕΕ, το ΔΕΕ έχει τη δυνατότητα να επιβάλει νομικές κυρώσεις καθώς και να εκδώσει δικαστικές αποφάσεις με απώτερο σκοπό την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η ενεργοποίηση του άρθρου 7 ΣΕΕ εναντίον της Πολωνίας και της Ουγγαρίας αντιπροσωπεύει ένα αδιαμφισβήτητο παράδειγμα της ακέραιης δέσμευσης της ΕΕ προς τη σχολαστική προστασία της δικαστικής ανεξαρτησίας και των θεμελιωδών δικαιωμάτων, αψηφώντας τις έντονες αντιδράσεις από τα εν λόγω κράτη-μέλη.
Η Πολωνία αποτελεί την πρώτη χώρα η οποία κλήθηκε να διαχειριστεί τις βαρύτατες συνέπειες του Άρθρου 7 ΣΕΕ. Μια πληθώρα και μια επακόλουθη συσσώρευση παρεμβάσεων στο δικαστικό της σύστημα απετέλεσαν την απαρχή, οι οποίες, κατά την εκτίμηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, διάβρωναν σε ύψιστο βαθμό και κατηγορηματικά την αμεροληψία της δικαιοσύνης. Η διογκωμένη υπέρμετρα κρατική ανάμιξη αναφορικά με τους διορισμούς των δικαστικών λειτουργών υποδήλωνε την έκδηλη αμφισβήτηση της θεμελιώδους αρχής του κράτους δικαίου, όπως αυτή απαρεγκλίτως διαφυλάσσεται εντός του πλαισίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έπειτα από δυσμενείς διαπιστώσεις απεφάνθη ότι οι προαναφερθείσες τροποποιήσεις συνιστούν κατάφωρη παραβίαση των θεμελιωδών αρχών της Ένωσης, καταδικάζοντας μετά σφοδρότητας τις πρακτικές της πολωνικής κυβέρνησης.
Επιπροσθέτως, η Ουγγαρία, υπό την καθοδήγηση του Viktor Orbán, έχει μεθοδικά περιορίσει σε σημαντικό βαθμό την αυτονομία της δικαιοσύνης, τον πλουραλισμό των μέσων μαζικής ενημέρωσης καθώς και το σύνολο της δράσης της κοινωνίας των πολιτών. Οι περισσότερες νομοθετικές πρωτοβουλίες της ουγγρικής κυβέρνησης έχουν επηρεάσει δυσμενώς τη λειτουργικότητα των δημοκρατικών θεσμών, εγείροντας σφοδρές αντιδράσεις στο σύνολό τους από την ΕΕ. Εν αντιθέσει προς τις μυριάδες αντιρρήσεις που κατά καιρούς εγείρει η Ουγγαρία έναντι συγκεκριμένων αποφάσεων της Ένωσης, το ΔΕΕ έχει επιβάλει σωρεία κυρώσεων και έχει καταστήσει σαφέστατα ότι η ΕΕ ουδόλως προτίθεται να επιδείξει την παραμικρή ανοχή σε οποιεσδήποτε παρεκκλίσεις από τις θεμελιώδεις αρχές της.

Μολονότι οι διαδικασίες επιβολής κυρώσεων είναι χρονοβόρες και περίπλοκες, καταδεικνύουν με σαφήνεια την ύψιστη σημασία του θεσμικού πλαισίου της ΕΕ για τη διαρκή διαφύλαξη του κράτους δικαίου. Αναμφίβολα, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει αναδειχθεί σε έναν από τους ακρογωνιαίους λίθους του προαναφερθέντος εγχειρήματος, δεδομένου ότι οι αποφάσεις του συντείνουν στην αδιάλειπτη διασφάλιση της ευρωπαϊκής συνοχής και εναρμόνισης καθώς και στην αταλάντευτη υπεράσπιση του συνόλου των θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών.
Η δυσαρμονία μεταξύ της εικονιζόμενης προβολής της ΕΕ ως θεματοφύλακα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων επισφραγίζει το μείζον ζήτημα αξιοπιστίας των θεσμικών της δομών. Η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να διευθετήσει μια πλειάδα εσωτερικών ζητημάτων. Κατά τρόπο αναμφισβήτητο η νομική προσωπικότητα της Ένωσης εξακολουθεί να είναι διαυγής: η αδιάσειστη πρόβλεψη του άρθρου 2 ΣΕΕ και η ακλόνητη διασφάλιση του κράτους δικαίου συνιστούν αδιαπραγμάτευτες και θεμελιώδεις παραμέτρους για την ομαλή λειτουργία της ΕΕ.
Εν κατακλείδι, η διαφύλαξη των θεμελιωδών αρχών της ΕΕ επισύρει αδιάλειπτη νομική, καθώς και πολιτική επαγρύπνηση. Η αταλάντευτη και αδιάλειπτη προσήλωση των ευρωπαϊκών θεσμών στην σθεναρή και ασυμβίβαστη καταπολέμηση της παραβίασης του κράτους δικαίου εκ μέρους ορισμένων κρατών μελών αναδεικνύεται υψίστης σημασίας για την επαγρύπνηση της συνοχής και της ακεραιότητας του συνόλου της Ένωσης, καθώς και για την ουσιαστική και αποτελεσματική διασφάλιση των δικαιωμάτων στο σύνολο των Ευρωπαίων πολιτών.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Η προστασία των αξιών του άρθρου 2 ΣΕΕ στην ΕΕ, europarl.europa.eu, διαθέσιμο εδώ
- Ευρωπαϊκή Ένωση και κράτος δικαίου: πρόοδος και προοπτικές βελτίωσης, Prevedourou.gr, διαθέσιμο εδώ
- Κράτος δικαίου και προστασία του προϋπολογισμού της Ένωσης, Lawspot.gr, διαθέσιμο εδώ
- Η «πολυπρισματική» κανονιστική υπόσταση της θεσμικής εγγύησης, Constitutionalism.gr, διαθέσιμο εδώ
- Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο, Ειδική έκθεση 03/2024: Το κράτος δικαίου στην ΕΕ, eca.europa.eu, διαθέσιμο εδώ