Του Ελευθέριου Χονδρού,
Η ιταλική πολιτική σκηνή βρίσκεται αντιμέτωπη με μια υπόθεση που έχει προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Η πρωθυπουργός Giorgia Meloni αποκάλυψε σε βίντεο που δημοσίευσε στο Facebook ότι η ίδια, καθώς και δύο υπουργοί της κυβέρνησής της, βρίσκονται υπό έρευνα λόγω της αμφιλεγόμενης αποφυλάκισης και επαναπατρισμού του Λίβυου αξιωματούχου Osama Najim. Ο Najim, επικεφαλής της δικαστικής αστυνομίας της Λιβύης, καταζητείται από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ICC) για εγκλήματα πολέμου, και η απόφαση της Ιταλίας να τον απελευθερώσει και να τον επιστρέψει στη Λιβύη έχει εγείρει σοβαρά ερωτήματα για τις πραγματικές προθέσεις της ιταλικής κυβέρνησης και τις γεωπολιτικές της προτεραιότητες.
Η υπόθεση ξεκίνησε πριν από δέκα ημέρες, όταν ο Najim συνελήφθη σε ξενοδοχείο στο Τορίνο, κατόπιν διεθνούς εντάλματος σύλληψης του ICC. Ωστόσο, λίγες ημέρες αργότερα, εφετείο της Ρώμης διέταξε την απελευθέρωσή του, επικαλούμενο νομικές διαδικασίες, ενώ η ιταλική κυβέρνηση έσπευσε να τον απελάσει αμέσως με κρατικό αεροσκάφος, υποστηρίζοντας ότι αποτελούσε «κίνδυνο». Οι εικόνες του Najim να αποβιβάζεται στη Λιβύη και να γίνεται δεκτός ως ήρωας προκάλεσαν σοκ στην ιταλική κοινή γνώμη και καταδίκη από οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η πρωθυπουργός, αντιμετωπίζοντας σφοδρές πιέσεις, υιοθέτησε μια άκρως επιθετική στάση, χαρακτηρίζοντας την έρευνα σε βάρος της ως πολιτικά υποκινούμενη. Υποστήριξε πως η υπόθεση χρησιμοποιείται για να πλήξει την κυβέρνησή της και κατηγόρησε τους δικαστές, και ειδικά τον εισαγγελέα της Ρώμης, Francesco Lo Voi, για προκατάληψη εναντίον της. Η Meloni δεν παρέλειψε να υπενθυμίσει ότι ο ίδιος εισαγγελέας είχε ηγηθεί της δίκης του αναπληρωτή πρωθυπουργού Matteo Salvini για την υπόθεση αποκλεισμού μεταναστών στη θάλασσα το 2019 – υπόθεση από την οποία ο Salvini αθωώθηκε.
Το γεγονός ότι η έρευνα άνοιξε έπειτα από μήνυση που κατατέθηκε από τον πρώην πολιτικό Luigi Li Gotti, ενίσχυσε την αφήγηση της Meloni ότι πρόκειται για οργανωμένη επίθεση από το πολιτικό κατεστημένο. Ωστόσο, στην Ιταλία, οι εισαγγελείς είναι υποχρεωμένοι να ανοίγουν έρευνες μετά από την υποβολή μήνυσης, κάτι που σημαίνει ότι η ύπαρξη μιας έρευνας δεν συνεπάγεται απαραίτητα την άσκηση κατηγοριών.
Η Meloni, προκειμένου να ενισχύσει τη θέση της, έθεσε ένα ερώτημα που φαινομενικά αμφισβητεί τη στάση του ICC: γιατί το ένταλμα σύλληψης εκδόθηκε μόνο όταν ο Najim εισήλθε στην Ιταλία, ενώ είχε προηγουμένως επισκεφθεί ανενόχλητος τρεις άλλες ευρωπαϊκές χώρες; Αν και η δήλωση αυτή αφήνει υπαινιγμούς για την επιλεκτική εφαρμογή της διεθνούς δικαιοσύνης, αποφεύγει να απαντήσει στο βασικό ζήτημα: γιατί η Ιταλία δεν ακολούθησε τις προβλεπόμενες διαδικασίες συνεργασίας με το ICC και αντ’ αυτού αποφάσισε να απελάσει τον Najim, διευκολύνοντας έμμεσα την επιστροφή του σε ένα περιβάλλον όπου μπορεί να συνεχίσει τις παράνομες δραστηριότητές του.
Η υπόθεση αυτή δεν αποτελεί ένα απλό δικαστικό ζήτημα, αλλά μια σύγκρουση εξουσιών με βαθύτερες πολιτικές και γεωπολιτικές προεκτάσεις. Από τη μία πλευρά, η ιταλική κυβέρνηση φαίνεται να χρησιμοποιεί την υπόθεση ως εργαλείο ενίσχυσης του αφηγήματός της περί μιας ηγέτιδας που πολεμά το σύστημα και τις παλιές ελίτ. Από την άλλη, οι θεσμικές αντιδράσεις καταδεικνύουν ένα σοβαρό πρόβλημα διαφάνειας και λογοδοσίας στη διαχείριση ευαίσθητων διεθνών ζητημάτων.
Οι σχέσεις της Ιταλίας με τη Λιβύη είναι καθοριστικές για την πολιτική της κυβέρνησης Meloni στο μεταναστευτικό. Η Ρώμη επιδιώκει να ενισχύσει τη συνεργασία της με τις λιβυκές αρχές, παρά τις εκτεταμένες καταγγελίες για βασανιστήρια και κακοποιήσεις μεταναστών σε λιβυκά κέντρα κράτησης. Η κυβέρνηση της Meloni έχει επανειλημμένα στηρίξει την εκπαίδευση και τον εξοπλισμό της λιβυκής ακτοφυλακής, παρά τις καταγγελίες οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων ότι η εν λόγω συνεργασία συμβάλλει στην παράνομη κράτηση και εκμετάλλευση μεταναστών.
Η ιταλική αντιπολίτευση εκμεταλλεύτηκε την υπόθεση για να επιτεθεί στην κυβέρνηση. Ο Matteo Renzi κατηγόρησε την πρωθυπουργό ότι υιοθετεί μια στρατηγική θυματοποίησης για να ενισχύσει το προφίλ της. Η σκληρή γραμμή της Meloni, αντί να αμβλύνει τις εντάσεις, φαίνεται να πολώνει ακόμη περισσότερο το πολιτικό σκηνικό.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η υπόθεση αυτή εγείρει σοβαρά ερωτήματα για την αξιοπιστία των ευρωπαϊκών θεσμών στη διαχείριση των διεθνών εγκλημάτων πολέμου και της συνεργασίας με το ICC. Η αδυναμία της Ιταλίας να ακολουθήσει τις προβλεπόμενες διαδικασίες υπονομεύει τις διεθνείς προσπάθειες λογοδοσίας για εγκλήματα πολέμου και δείχνει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΕΕ στην εφαρμογή μιας συνεκτικής εξωτερικής πολιτικής.
Η υπόθεση Najim είναι κάτι περισσότερο από ένα σκάνδαλο – είναι ένα παράθυρο στις αντιφάσεις της ιταλικής και ευρωπαϊκής πολιτικής. Υπογραμμίζει τις περίπλοκες ισορροπίες μεταξύ ασφάλειας, διεθνούς δικαιοσύνης και πολιτικών συμφερόντων. Το αν η κυβέρνηση της Meloni θα μπορέσει να βγει αλώβητη από αυτή την κρίση μένει να φανεί, αλλά η υπόθεση αυτή έχει ήδη αφήσει το αποτύπωμά της στις σχέσεις Ιταλίας-Λιβύης και στις διεθνείς προτεραιότητες της Ευρώπης.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Italy’s PM investigated over release of Libyan war crimes suspect, ΒΒC, διαθέσιμο εδώ
- Italy PM Meloni under investigation for releasing Libyan warlord wanted by ICC, France 24, διαθέσιμο εδώ