Του Γιώργου Σαλπιγγίδη,
Έχασε τη μάχη με τη ζωή σήμερα ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας, Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας Αναστάσιος, ένας άνθρωπος που αφιερώθηκε όχι μόνο στην Ορθόδοξη Εκκλησία, αλλά και σε όλους τους ανθρώπους ανεξαρτήτως θρησκεύματος.
Ο, κατά κόσμον, Αναστάσιος Γιαννουλάτος γεννήθηκε στις 4 Νοεμβρίου 1929 στον Πειραιά και εκεί πέρασε τα μαθητικά του χρόνια. Έπειτα, φοίτησε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και αποφοίτησε το 1952. Οι άσχημες εμπειρίες της κατοχής του γέννησαν την ανάγκη να αγωνιστεί για την ειρήνη και την αγάπη μεταξύ των ανθρώπων μέσα από την Εκκλησία. Έτσι, το 1960 χειροτονήθηκε Διάκονος και τέσσερα χρόνια αργότερα Αρχιμανδρίτης, ενώ το ίδιο έτος ξεκινά την ιεραποστολική του δράση στην Αφρική, κυρίως στην Ουγκάντα. Νόσησε, όμως, από ελονοσία και αναγκάστηκε να φύγει από την Αφρική που τόσο αγαπούσε. Τελικά, συνέχισε με τις μεταπτυχιακές του σπουδές, από το 1965 έως το 1969, κερδίζοντας υποτροφία από το γερμανικό Ίδρυμα “Alexander von Humboldt”.
Γύρισε πίσω στην Ελλάδα και οργάνωσε δυο πολύ σημαντικά κέντρα, το Διορθόδοξο Ιεραποστολικό Κέντρο «Πορευθέντες» και το Διορθόδοξο Κέντρο Αθηνών της Εκκλησίας της Ελλάδος. Το έργο του αυτό είχε μεγάλη ανταπόκριση και του έδωσε την ευκαιρία να χειροτονηθεί Επίσκοπος Ανδρούσας το 1972. Επίσης, το έτος αυτό γίνεται έκτακτος καθηγητής Ιστορίας των Θρησκευμάτων στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και δέκα χρόνια αργότερα εκλέγεται Κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής. Ακολουθεί μια επιτυχημένη πορεία στον πανεπιστημιακό χώρο για μεγάλο διάστημα.
Η βαθιά του γνώση για τις θρησκείες ανά τον κόσμο προέρχεται εκτός από τα διαβάσματά του και από τα ταξίδια που πραγματοποίησε σε πλήθος χωρών της οικουμένης. Για τη μελέτη των Αφρικανικών θρησκειών έχει ταξιδέψει σε Ουγκάντα, Νιγηρία, Καμερούν, Τανζανία και αλλού, γνώρισε μέσα από την Ινδία τον Ινδουισμό, ενώ οι επαφές του με τον Βουδισμό προέρχονται από την Ταϊλάνδη, την Κίνα, την Κορέα, την Ιαπωνία κ.α. Μέσα από τα ταξίδια του σε Σιγκαπούρη, Κίνα και Χονγκ Κονγκ αποκόμισε στοιχεία για τον Ταοϊσμό και τον Κομφουκιανισμό. Τέλος, είχε μεγάλη εμπειρία στην Ισλαμική θρησκεία που απέκτησε κυρίως από τις επισκέψεις του στην Αλβανία, αλλά και τη Συρία, το Λίβανο, το Ιράν και αλλού.
Επέστρεψε στην αγαπημένη του Αφρική το 1981 ως Τοποτηρητής της Ιεράς Μητρόπολης Ειρηνουπόλεω—Ανατολικής Αφρικής (είχε υπό τη δικαιοδοσία του την Ουγκάντα, την Κένυα και την Τανζανία). Έμεινε εκεί για μια δεκαετία, υλοποιώντας ένα μεγάλο και δύσκολο έργο, έχτισε σχολεία και ιατρεία, ίδρυσε Πατριαρχική Σχολή, χειροτόνησε 62 Αφρικανούς κληρικούς, φρόντισε για τη μετάφραση της Θείας Λειτουργίας (σε 4 αφρικανικές γλώσσες) και πολλά ακόμα. Η αποστολή του εκεί θα τελειώσει το 1991, καθώς του ανατίθεται ένα νέο δύσκολο έργο.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο τον στέλνει στην Αλβανία ως Πατριαρχικό Έξαρχο (1991) για ν’ αναστήσει την Ορθόδοξη Εκκλησία της χώρας που έβγαινε από ένα πολύχρονο καθεστώς που επέβαλε τον αθεϊσμό στο δημόσιο και ιδιωτικό βίο. Ο Αναστάσιος είναι τελικά αυτός που θα αναλάβει την ηγεσία του Αρχιεπισκοπικού θρόνου της Αλβανίας το 1992, μετά από πρόταση του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου. Η νέα αυτή θέση τον έφερε αντιμέτωπο με την εκ θεμελίων δημιουργία της Εκκλησίας στην γειτονική χώρα.
Μπόρεσε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια να αναστηλώσει περισσότερες από 300 εκκλησίες (εκ των οποίων οι 90 ήταν νέα κτίσματα), καθώς είτε είχαν καταστραφεί είτε είχαν αποκτήσει μια άλλη χρήση. Μερίμνησε για τη μετάφραση πολλών θρησκευτικών κειμένων στα αλβανικά, ενώ χειροτόνησε πάνω από 120 νέους ιερείς. Μεγάλη ήταν και η συμβολή του στην εκπαίδευση της νέας γενιάς, με σχολεία αλλά και με Πανεπιστήμια, όπως την «Ορθόδοξη Θεολογική Ακαδημία Ανάστασις». Επίσης, δημιούργησε συνδέσμους νεολαίας και γυναικών, εκδίδοντας παράλληλα και την ορθόδοξη αλβανική εφημερίδα “Ngjallja” και ιδρύοντας ένα ραδιοφωνικό σταθμό. Αξιοσημείωτη είναι η συμβολή του στο χώρο της υγείας με την ίδρυση κέντρων υγείας, κλινικών και πολυϊατρείων σε όλη τη χώρα, περιθάλποντας όλους τους ανθρώπους ανεξαρτήτου θρησκευτικών πεποιθήσεων. Την περίοδο 2013-2019 επεκτάθηκε σε ένα καινοτόμο έργο, την κατασκευή τριών υδροηλεκτρικών μονάδων, που θα εξασφάλιζαν έσοδα για τη λειτουργία όλων των φιλανθρωπικών έργο της εκκλησίας.
Εξίσου πολλές ήταν και οι συμμετοχές του σε διεθνής οργανισμούς. Ενδεικτικά θα αναφέρουμε πως διετέλεσε Πρόεδρος της Επιτροπής Παγκοσμίου Ιεραποστολής και Ευαγγελισμού, Πρόεδρος του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, Μέλος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Θρησκευτικών Ηγετών και άλλα.
Είχε λάβει πλήθος διακρίσεων στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο, κάποια χαρακτηριστικά είναι ο Μεγαλόσταυρος του Τάγματος Τιμής από την Ελλάδα, το Athenagoras Human Rights Award στη Νέα Υόρκη, το ανώτατο παράσημο της Αλβανίας «Γεώργιος Καστριώτης-Σκεντέμπεη» και πολλά ακόμα. Τέλος, σωρεία πανεπιστημίων ανά την υφήλιο του έχουν απονείμει ακαδημαϊκούς τίτλους.
Όντας ένας άοκνος άνθρωπος δεν επαναπαύονταν ποτέ, κάτι που είναι εμφανές και από το συγγραφικό του έργο που περιλαμβάνει 24 βιβλία και πάνω από 240 άρθρα με μεταφράσεις σε πολλές γλώσσες.
Κοιμήθηκε σήμερα σε ηλικία 95 ετών και η σορός του θα τεθεί σε λαϊκό προσκύνημα σε Ελλάδα και Αλβανία.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Γιαννουλάτος Αναστάσιος, Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας, enploeditions.gr, Διαθέσιμο εδώ
- Βιογραφικό Αρχιεπισκόπου Αναστασἰου, orthodoxalbania.org, Διαθέσιμο εδώ