Της Ευθυμίας Γκαμπέση,
Με έναν ιδιαίτερα ιντριγκαδόρικο τίτλο, το Ποιος το ξέρει; Ποιος το ξέρει; αποτελεί το τρίτο μέρος της αυτοβιογραφίας του, μετά τα Πριν σβήσουν τα φώτα και Κάτω από τις στάχτες. Ένα βιβλίο που μας αφορά όλους. Πρόκειται για μία αυτοβιογραφία του συγγραφέα, Μίμη Ανδρουλάκη, η οποία κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη. Η πρόκληση που θέτει συνάδει απόλυτα και με το εξώφυλλο του βιβλίου, που σημαίνει να γνωρίσουμε ακόμα καλύτερα τον εαυτό μας, από διαφορετικές οπτικές γωνίες και σε διαφορετικές πτυχές.
Πριν, όμως, προχωρήσουμε στην πλοκή και ανάλυση του έργου, θα πρέπει να μάθουμε κάποια βασικά στοιχεία για το προφίλ του συγγραφέα. Αρχικά, ο Μίμης Ανδρουλάκης γεννήθηκε στην Κρήτη, και συγκεκριμένα στον Άγιο Νικόλα, το 1951 και μήνα Νοέμβριο. Έχει πραγματοποιήσει σπουδές στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο ενώ η πολιτική του δράση υπήρξε εξίσου σημαντική. Όντας μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής της κατάληψης του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο του 1973, υπηρέτησε την αντιδικτατορική αντίσταση, με αποτέλεσμα να διωχθεί από τη χούντα. Έκτοτε υπήρξε σοβαρό πρόσωπο της Αριστεράς, χωρίς ωστόσο να διεισδύει σε βάθος στην καθημερινή διαχείριση της πολιτικής.
Ακόμη, έχει καταπιαστεί και με άλλους τομείς όπως είναι η οικονομική ανάλυση αλλά και η πρόγνωση στον ιδιωτικό τομέα. Μέχρι και από καλλιτεχνικής άποψης, έχει δώσει το παρόν αφού έχει δημιουργήσει ραδιοφωνικές εκπομπές, θεατρικές παραστάσεις, καθώς και μουσικά αφιερώματα. Τέλος, μερικά από τα συγγραφικά του έργα, τα οποία κυκλοφορούν από τις Εκδόσεις Πατάκη είναι τα εξής: Ο κόκκινος κάβουρας (2013), Μαύρο φως (2021), Πριν σβήσουν τα φώτα (2022) και Κάτω από τις στάχτες (2023).
Ερχόμενοι και πάλι στο σημερινό βιβλίο, το Ποιος το ξέρει; Ποιος το ξέρει; αποτελεί ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα, με κύριο άξονα τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, το έντονο στοιχείο της πολιτικής αλλά και ζητήματα που ταλανίζουν τη σημερινή εποχή. Αξιοσημείωτο είναι, επίσης, το στοιχείο ότι αναφέρονται γεγονότα της Μεγάλης Καταιγίδας, της κρίσης με επιφανείς προσωπικότητες της πολιτικής σκηνής να κάνουν την εμφάνισή τους στην αφήγηση όπως ο Κ. Σημίτης, ο Κ. Καραμανλής και ο Γ. Παπανδρέου, ο Γ. Παπακωνσταντίνου και ο Α. Τσίπρας, τους οποίους ο συγγραφέας καλεί τους αναγνώστες να «μην βιαστεί να δικάσει».
Η ιστορία διαδραματίζεται σε μια Αθήνα που βρίσκεται εν μέσω κοινωνικών και πολιτικών αναταραχών. Κεντρικός ήρωας είναι ο Μίμης, ένας δημοσιογράφος που προσπαθεί να ξεφύγει από τη ρουτίνα και τις πιέσεις της καθημερινότητας. Η Κριστίνα, πρόσωπο καταλύτης στην εξέλιξη της ιστορίας, καθώς ο κεντρικός ήρωας, κατόπιν της αλληλεπίδρασής τους έρχεται αντιμέτωπος με τις πεποιθήσεις του, τις επιλογές του αλλά και τη θέση του στην κοινωνία. Καθώς ξετυλίγεται το κουβάρι των γεγονότων, ο Μίμης ανακαλύπτει ότι η αλήθεια μπορεί να είναι εξαιρετικά περίπλοκη και ότι η ελεύθερη βούληση μπορεί να είναι παραπλανητική, ειδικά όταν οι πολιτικοί και κοινωνικοί μηχανισμοί επηρεάζουν τη ζωή του καθενός.
Η αφήγηση του Ανδρουλάκη συνδυάζει την προσωπική διάσταση με την ευρύτερη κοινωνική πραγματικότητα. Τα θέματα που αναδεικνύονται περιλαμβάνουν την ηθική, την αλήθεια, την εξουσία και τη δικαιοσύνη. Ο συγγραφέας δεν διστάζει να θίξει τις σκοτεινές πλευρές του πολιτικού κόσμου και να αναδείξει τον τρόπο με τον οποίο τα άτομα μπορούν να μπλέκονται σε καταστάσεις που ξεπερνούν τις δυνατότητές τους να αντιληφθούν την πλήρη εικόνα.
Η γραφή του έργου είναι πλούσια σε ψυχολογική ένταση, υπαρξιακή αναταραχή και έντονα σκηνικά. Το βιβλίο διαπραγματεύεται τις αντιφάσεις της ανθρώπινης φύσης, ενώ, ταυτόχρονα, προσφέρει μια έντονη κοινωνική κριτική. Στην ιστορία, οι χαρακτήρες παλεύουν με τις αντιφάσεις της δικής τους ζωής, με τον Μίμη να αναρωτιέται συνεχώς αν μπορεί να εμπιστευτεί όσα βλέπει και ακούει. Το προσωπικό του ταξίδι είναι επίσης και μία μορφή ανακάλυψης της πολιτικής αλήθειας, που συχνά παραμένει σκοτεινή και ασαφής.
Τέλος, η μυθοπλασία που συναντάται είναι πολυδιάστατη, με τις σκηνές να εναλλάσσονται μεταξύ προσωπικών στιγμών και σημαντικών πολιτικών γεγονότων. Μέσα από τις συνεχείς αντιφάσεις και τις εκρηκτικές αντιπαραθέσεις, ο Μ. Ανδρουλάκης καταφέρνει να δημιουργήσει μια ατμόσφαιρα που διατηρεί την αγωνία του αναγνώστη μέχρι και την τελευταία σελίδα.