17.5 C
Athens
Σάββατο, 1 Φεβρουαρίου, 2025
ΑρχικήΙστορίαΤο Γλωσσικό Ζήτημα (Β’ Μέρος): Το ζήτημα της ελληνικής γλώσσας κατά τα...

Το Γλωσσικό Ζήτημα (Β’ Μέρος): Το ζήτημα της ελληνικής γλώσσας κατά τα νεότερα χρόνια


Της Ιωάννας Ζαπονάκη,

Το γλωσσικό ζήτημα, όπως μελετήθηκε σε προηγούμενο άρθρο, αποτέλεσε μία από τις σημαντικότερες πολιτισμικές και κοινωνικές διαμάχες στην ιστορία της Ελλάδας. Κεντρικό σημείο υπήρξε η αντιπαράθεση ανάμεσα στη χρήση της καθαρεύουσας, δηλαδή της λόγιας και εξευγενισμένης μορφής της ελληνικής γλώσσας και της δημοτικής, δηλαδή της ομιλούμενης γλώσσας του λαού. Επίσης, ένα κύριο ερώτημα που ταλάνισε την κοινή γνώμη ήταν για το ποια από τις δύο θα επικρατήσει και θα αποτελέσει την «εθνική γλώσσα», την επίσημη γλώσσα του έθνους τόσο στο γραπτό, όσο και τον προφορικό λόγο. Στο παρόν άρθρο, θα μελετηθεί αυτή η διαμάχη κατά τη διάρκεια των νεότερων χρόνων στην Ελλάδα. 

Το γλωσσικό ζήτημα έφτασε στην κορύφωσή του με την ίδρυση του Νεοελληνικού Κράτους. Προέκυψε τότε ένα σημαντικό ερώτημα: Ποια γλώσσα θα έπρεπε να καθιερωθεί ως επίσημη γλώσσα του νέου κράτους; Το ερώτημα αυτό είχε ιδιαίτερη βαρύτητα, καθώς η επιλογή της γλώσσας θα καθόριζε την ταυτότητα του κράτους και θα συνέβαλε στην αναγέννησή του μετά από τέσσερις αιώνες υπό τον οθωμανικό ζυγό. Σ’ αυτή την περίοδο, εμφανίστηκαν οι βασικές τάσεις, όσον αφορά τη διαμόρφωση της επίσημης γλώσσας. Από τη μία πλευρά, οι αρχαϊστές, οι οποίοι υποστήριζαν την αρχαϊζουσα και συντηρητική γλώσσα —όπως το Πατριαρχείο και οι Φαναριώτες με επικεφαλής τον Παναγιώτη Κοδρικά. Από την άλλη, οι δημοτικιστές —όπως ο Ιωάννης Βηλαράς και ο Αθανάσιος Ψαλίδας—, οι οποίοι πρότειναν τη χρήση της απλής, καθημερινής γλώσσας. Ενδιάμεση λύση σ’ αυτή τη διαμάχη παρουσίασε ο Αδαμάντιος Κοραής, προτείνοντας τον «καθαρισμό» της λαϊκής γλώσσας από ξένα στοιχεία και τον εμπλουτισμό της με στοιχεία της αρχαίας ελληνικής. Μ’ αυτόν τον τρόπο, δημιουργήθηκε η «καθαρεύουσα», η οποία το 1834 καθιερώθηκε ως η επίσημη γλώσσα του κράτους. 

Ο Αδαμάντιος Κοραής. Πηγή εικόνας: el.wikipedia.org

Παρόλα αυτά, ο Κοραής δέχθηκε κριτική και από τις δύο πλευρές. Οι δημοτικιστές τον κατηγόρησαν ότι έκανε τεχνητές παρεμβάσεις στη γλώσσα, ενώ οι αρχαϊστές ότι απέρριπτε τη γλωσσική παράδοση. Το γλωσσικό ζήτημα, λοιπόν, εισήλθε σε μία ακόμη πιο έντονη φάση. Οι Επτανήσιοι ποιητές ήταν από τους πρώτους οι οποίοι στήριξαν με θέρμη τη δημοτική γλώσσα, με ηγετική μορφή τον Διονύσιο Σολωμό. Ο Σολωμός, στο έργο του «Διάλογος» (1824), εκφράζει χαρακτηριστικά αυτή τη θέση: «Τι λες; ως πότε θα πηγαίνη εμπρός αυτή η υπόθεση; ένας λαός από το ένα μέρος να ομιλή σ’ έναν τρόπο, ολίγοι άνθρωποι από το άλλο να ελπίζουν να κάμουν τον λαόν να ομιλή μίαν γλώσσαν δικήν τους! […] Τέλος πάντων οι Σοφολογιότατοι εκείνων των εθνών ήθελαν να γράφεται μία γλώσσα οπού ήταν μία φορά ζωντανή είς τα χείλη των ανθρώπων· κακό πράγμα βέβαια, και αν ήτον αληθινά δυνατόν· γιατί δυσκολεύει την εξάπλωση της σοφίας. αλλ’ οι δικοί μας θέλουν να γράφουμε μία γλώσσα, η οποία μήτε ομιλιέται, μήτε άλλες φορές ομιλήθηκε, μήτε θέλει ποτέ ομιληθή». 

Στις επόμενες δεκαετίες, το γλωσσικό ζήτημα γίνεται ολοένα και πιο έντονο. Το 1853, ο Παναγιώτης Σούτσος δημοσιεύει το έργο «Νέα Σχολή του γραφομένου λόγου ή ανάστασις της αρχαίας ελληνικής γλώσσης εννοουμένης υπό πάντων», όπου υποστηρίζει την πλήρη επιστροφή στην αρχαία ελληνική γλώσσα. Το 1856 εκδίδεται βουλευτικό διάταγμα, το οποίο αφορά τη σχολική γλώσσα και ορίζει ότι «η Γραμματική της ελληνικής γλώσσας είναι αποκλειστικά εκείνη της αρχαίας». Παράλληλα, από το 1830 έως το 1880, στην Αθήνα ανθεί η Α’ Αθηναϊκή Σχολή. Οι ποιητές αυτής της σχολής σε αντίθεση με τους Επτανήσιους γράφουν σε αυστηρή καθαρεύουσα. 

Το 1888 αποτελεί ορόσημο, καθώς εκείνη τη χρονιά δημοσιεύεται το μυθιστόρημα του Γιάννη Ψυχάρη «Το Ταξίδι μου», το οποίο θεωρείται το μανιφέστο του δημοτικισμού. Μέσα απ’ αυτό το έργο, ο Ψυχάρης προτείνει μία «συστηματοποιημένη» μορφή της δημοτικής γλώσσας με δικούς της κανόνες και νόμους. Παράλληλα, απορρίπτει όλες τις λέξεις της καθαρεύουσας, δημιουργώντας νέες λέξεις σύμφωνα με δικούς του κανόνες, οι οποίες βασίζονταν στην αρχαία ελληνική. Στόχος του ήταν, αφενός, να καλύψει έννοιες που απουσίαζαν από την ομιλούμενη γλώσσα και αφετέρου, να αντικαταστήσει τις πιο λαϊκές εκφράσεις. Ωστόσο, στην πράξη και ο Ψυχάρης κατέφυγε στη δημιουργία τεχνητών λέξεων, όπως ακριβώς έκαναν και οι αντίπαλοί του. Την ίδια περίοδο, σημαντική ήταν η συμβολή του Εμμανουήλ Ροΐδη, με έργα όπως «Περί της σημερινής ελληνικής γλώσσης» (1885) και «Τα είδωλα» (1893), καθώς και της Νέας Αθηναϊκής Σχολής, της οποίας κύριος εκπρόσωπος ήταν ο Κωστής Παλαμάς στην υποστήριξη του δημοτικισμού. 

Στις αρχές του 20ού αιώνα, η διαμάχη για το γλωσσικό ζήτημα φτάνει στο αποκορύφωμά της. Η δημοσίευση της μετάφρασης της Αγίας Γραφής από τον Αλέξανδρο Πάλλη στη δημοτική μέσα από την εφημερίδα Ακρόπολις προκαλεί την έντονη αντίδραση των καθηγητών και φοιτητών της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αυτό οδηγεί σε βίαιες διαμαρτυρίες και αιματηρά επεισόδια, γνωστά ως «Ευαγγελικά». Παρόμοια ένταση ακολουθεί το 1903 με τα «Ορεστειακά», τα οποία ξέσπασαν μετά την παρουσίαση της Ορέστειας του Αισχύλου από το Εθνικό Θέατρο, στη δημοτική γλώσσα. 

Οι υποστηρικτές της καθαρεύουσας κατηγορούν τους δημοτικιστές, αποκαλώντας τους «μαλλιαρούς», και τους κατηγορούν για εθνική προδοσία. Πολλοί από τους δημοτικιστές διώκονται, αντιμετωπίζουν δίκες ή τους επιβάλλονται διοικητικές ποινές. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι ο Κωστής Παλαμάς, ο οποίος απολύθηκε από τη θέση του γραμματέα του Πανεπιστημίου Αθηνών και ο Αλέξανδρος Δελμούζος, ο οποίος οδηγήθηκε στη δίκη του Ναυπλίου το 1914, λόγω της εκπαιδευτικής του δράσης ως διευθυντής του Παρθεναγωγείου του Βόλου. Παράλληλα, το 1903, ιδρύεται το περιοδικό Νουμάς, το οποίο διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στον αγώνα για την καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας. 

Τα Ευαγγελικά του 1901, αιματηρά επεισόδια που ακολούθησαν τη δημοσίευση κειμένων των Ευαγγελίων σε μεταφορά στη δημοτική γλώσσα. Πηγή εικόνας: el.wikipedia.org

Το 1911, θεσπίζεται συνταγματική διάταξη, η οποία καθορίζει ότι «Επίσημη γλώσσα του κράτους είναι εκείνη, στην οποία συντάσσεται το πολίτευμα και τα κείμενα της ελληνικής νομοθεσίας». Το 1917, η Προσωρινή Κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης υπό τον Ελευθέριο Βενιζέλο κάνει την πρώτη προσπάθεια καθιέρωσης της διδασκαλίας της δημοτικής γλώσσας στις τρεις πρώτες τάξεις του δημοτικού. Ωστόσο, το 1920, μετά την πτώση της κυβέρνησης Βενιζέλου, η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση καταργείται, τα σχολικά βιβλία στη δημοτική καίγονται και αντικαθίστανται από βιβλία γραμμένα στην καθαρεύουσα. Το 1928, η νέα κυβέρνηση του Ελευθέριου Βενιζέλου προχωρά σε μία ευρύτερη μεταρρύθμιση, εισάγοντας τη διδασκαλία της δημοτικής γλώσσας στο Γυμνάσιο και επιχειρώντας τη διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών μέσω μετάφρασης. Το 1930, η δημοτική καθιερώνεται ως η γλώσσα όλων των τάξεων της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης. 

Παρόλα αυτά, από εκείνη την περίοδο μέχρι και τη δεκαετία του 1970, παρατηρείται αστάθεια και παλινδρόμηση όσον αφορά στην καθιέρωση της δημοτικής στα σχολεία. Αυτή η αστάθεια οφείλεται, κυρίως, στις πολιτικές αναταράξεις που επικρατούν στη χώρα, όπως η δικτατορία του Πάγκαλου, ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Εμφύλιος Πόλεμος και η δικτατορία του 1967. Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια της Κατοχής, ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης συνέγραψε τη Νεοελληνική Γραμματική, η οποία είχε καθοριστικό ρόλο στην προώθηση της δημοτικής γλώσσας. Παράλληλα, καθοριστική υπήρξε η δίωξη του Ιωάννη Κακριδή για την έκδοση βιβλίου του σε μονοτονικό σύστημα το 1941.

Το γλωσσικό ζήτημα συνεχίστηκε για πολλές δεκαετίες με την κυβέρνηση Καραμανλή, το 1974, να παραλείπει τη γλωσσική διάταξη στο Σύνταγμα και με την κυβέρνηση Παπανδρέου, το 1977, να καθιερώνει τη δημοτική σ’ όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης και στο δημόσιο τομέα. Το 1982, η κατάργηση του πολυτονικού συστήματος από την κυβέρνηση Παπανδρέου έλυσε το ζήτημα οριστικά. Ωστόσο, οι συνεχείς αλλαγές στη γλώσσα δημιούργησαν ανασφάλεια στους μαθητές, οι οποίοι για χρόνια διδάχθηκαν εναλλάξ την καθαρεύουσα και τη δημοτική, επηρεάζοντας τη γλωσσική τους έκφραση και προκαλώντας σύγχυση. 


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 
  • Το Γλωσσικό Ζήτημα, archive.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Το Γλωσσικό Ζήτημα και η πορεία προς το σήμερα, achilleaskostoulas.com, διαθέσιμο εδώ
  • Το Γλωσσικό Ζήτημα και οι Συνέπειες του στην Ελληνική Γλώσσα και Παιδεία, atiner.gr, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ιωάννα Ζαπονάκη
Ιωάννα Ζαπονάκη
Γεννήθηκε το 2001, στο Ηράκλειο Κρήτης. Έχει αποφοιτήσει από το τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου, ενώ τώρα φοιτά στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα «Ψηφιακός Μετασχηματισμός και Εκπαιδευτική Πράξη». Γνωρίζει αγγλικά, γερμανικά και αυτήν την περίοδο μαθαίνει τούρκικα. Έχει μεγάλη αγάπη για το αντικείμενο της Ιστορίας και ειδικότερα για τον πολύπαθο ελληνικό 19ο και 20ό αιώνα, καθώς και για την Ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Παράλληλα, της αρέσει η ανάγνωση ιστορικών μυθιστορημάτων, τα ταξίδια, η ζωγραφική, τα μουσεία και οι θεατρικές παραστάσεις.