Του Μάρκου Ζουζούνη,
Όταν ο François Bayrou έφτασε στο Hôtel Matignon, την επίσημη κατοικία του Γάλλου Πρωθυπουργού, το πιθανότερο είναι να είχε στο μυαλό του τους προηγούμενος ενοίκους του μπαρόκ κτηρίου. Εξάλλου ένας εξ αυτών, ο απερχόμενος Michel Barnier, τον ανέμενε στην είσοδο, για να τον υποδεχτεί. Αλλά αυτό που σίγουρα θα απασχολούσε τον Bayrou ήταν το γεγονός ότι η ίδια «ιεροτελεστία» παράδοσης-παραλαβής έχει επαναληφθεί τέσσερις φορές μόνο μέσα στο 2024.
Βέβαια, το αναμενόμενο άγχος του νέου πρωθυπουργού δεν άμβλυναν οι δηλώσεις του προκατόχου του, ο οποίος δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι ήξερε από την αρχή ότι «οι μέρες της κυβέρνησής του ήταν μετρημένες». Ο Michel Barnier, ο οποίος πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της πολιτικής του σταδιοδρομίας στις Βρυξέλλες, είχε αναλάβει το αξίωμα του πρωθυπουργού μόλις στις αρχές Σεπτεμβρίου. Η φήμη του ως τεχνοκράτη κι άτεγκτου διαπραγματευτή, που εν πολλοίς οφείλεται στις διαπραγματεύσεις που ηγήθηκε με τη Βρετανική κυβέρνηση για τον σχεδιασμό του Brexit, είχαν οδηγήσει τον Emmanuel Macron να του εμπιστευτεί το αξίωμα, ελπίζοντας ότι θα μπορέσει να επιδείξει την ίδια διαπραγματευτική δεινότητα και στη Γαλλική Εθνοσυνέλευση. Παρά τις υψηλές προσδοκίες, ο Barnier πέρασε μάλλον κάτω από τον πήχη, με την κυβέρνησή του να είναι η πρώτη που καταπέφτει μετά από ψήφο δυσπιστίας από το 1962.
Θρυαλλίδα της κατάρρευσης δεν ήταν άλλη από τον προϋπολογισμό τον οποίον εισηγήθηκε στο σώμα, κι ο οποίος περιείχε αυξήσεις φόρων και μείωση κρατικών δαπανών, σε μια προσπάθεια να ισοσκελίσει το αυξανόμενο έλλειμμα. Μετά από κάποιες άκαρπες προσπάθειες συνεννόησης, ακόμα και με τον Εθνικό Συναγερμό της Le Pen, ο Barnier επιχείρησε να χρησιμοποιήσει ένα συνταγματικό παραθυράκι για να εγκρίνει της δαπάνες κοινωνικής ασφάλειας χωρίς τη συμφωνία του κοινοβουλίου. Βέβαια, μπορεί το θεσμικό ατόπημα να προκρίνεται ως ο λόγος για την πρόταση μομφής, αλλά στην πραγματικότητα αυτό έδωσε το πάτημα στα λαϊκιστικά κόμματα της άκρας δεξιάς κι αριστεράς, της Le Pen και του Mélenchon αντίστοιχα, να προβάλλουν την αντίθεσή τους σε έναν αντιδημοφιλή προϋπολογισμό.
Κρίνοντας πάλι από τις αντιδράσεις των αγορών, αυτός ο αντιδημοφιλής προϋπολογισμός ήταν μάλλον αναπόφευκτος, καθώς το δημόσιο χρέος του γαλλικού κράτους αυξάνεται ανησυχητικά στο 113% του ΑΕΠ, ιδίως μετά τον Covid, ενώ τα spreads (δείκτες κόστους δανεισμού) αυξήθηκαν σε οριακά χειρότερα από αυτά της Ελλάδας. Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω, είναι προφανές ότι πρώτο μέλημα για τη νέα κυβέρνηση Bayrou θα είναι αφενός να εγκρίνει έναν προϋπολογισμό για να αποφύγει ένα ενδεχόμενο “shutdown” αμερικανικού τύπου κι αφετέρου να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη των χρηματαγορών στη γαλλική οικονομία, εγχειρήματα από μόνα τους τιτάνια. Αν συνυπολογίσουμε ότι θα κληθεί να κάνει όλα αυτά με μια κυβέρνηση μειοψηφίας σε ένα τριχοτομημένο κοινοβούλιο, η αποστολή φαντάζει σχεδόν ακατόρθωτη.
Παρ’ όλα ταύτα, ο Bayrou έχει αποδείξει πολλές φορές ότι διαθέτει ένστικτο πολιτικής επιβίωσης. Προερχόμενος από μια αγροτική οικογένεια της νοτιοδυτικής Γαλλίας, ο Bayrou ακολούθησε αρχικά καριέρα δασκάλου προτού κατέλθει στην πολιτική. Εν ενεργεία δήμαρχος της επαρχιακής πόλης Πω, έχει φροντίσει να καλλιεργήσει το προφίλ του ταπεινού ρεαλιστή. Για χρόνια κυριαρχούσε στον κεντρώο χώρο της γαλλικής πολιτικής σκηνής με το προσωνύμιο ο «τρίτος άνθρωπος», για την καμπάνια του ως τρίτη εναλλακτική μεταξύ των Sarkozy και Royal, στις προεδρικές εκλογές του 2007.
Μια δεκαετία αργότερα, έσπευσε να δηλώσει τη στήριξή του στην κεντρώα υποψηφιότητα του Macron, του οποίου παραμένει έκτοτε βασικός σύμμαχος. Βέβαια, δε διστάζει ακόμα και να ασκεί κριτική στις αποφάσεις του προέδρου, διατηρώντας ένα συναινετικό προφίλ, το οποίο τον έχει καταστήσει συνομιλητή τόσο με την κεντροδεξιά, όσο και με την κεντροαριστερά. Ίσως στο μελανότερο σημείο της καριέρας του, όντας υπουργός Δικαιοσύνης στην πρώτη κυβέρνηση Macron εξαναγκάστηκε σε παραίτηση λόγω ενός σκανδάλου πληρωμής των συμβούλων του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Έκτοτε αθωώθηκε σε πρώτο βαθμό και κατάφερε να επιστρέψει στο προσκήνιο.
Μάλιστα, η πολιτική του επιστροφή είχε τέτοια δυναμική που φημολογείται ότι εν πολλοίς εξανάγκασε τον Macron να διορίσει τον ίδιο Πρωθυπουργό, χωρίς την αρχική θέλησή του. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με ρεπορτάζ της γαλλικής Le Monde, ο Γάλλος Πρόεδρος είχε ξεκαθαρίσει στον Bayrou ότι δεν τον προορίζει για Πρωθυπουργό κι αντ’ αυτού σχεδίαζε να αναβαθμίσει τον Υπουργό Άμυνας, Sébastien Lecornu. Τελικώς, η κατάσταση έφτασε σχεδόν σε σημείο ρήξης, σε μια συνάντηση των δύο αντρών στο Ελιζέ, στην οποία ο Bayrou φέρεται να απείλησε ότι θα αποσύρει την εμπιστοσύνη του κόμματος του απ’ την κυβέρνηση, αναγκάζοντας έτσι τον Macron να του παραχωρήσει τον πρωθυπουργικό θώκο. Οι διαβουλεύσεις μάλιστα για το θέμα διήρκησαν τόσο που, ενώ στην πρωθυπουργική κατοικία ετοιμαζόταν η διαδικασία παράδοσης-παραλαβής, δεν είχε γίνει καν γνωστό το όνομα του νέου Πρωθυπουργού.
Τόσο η πρόκριση του «μακρονικού» Bayrou, όσο κι η περιπετειώδης διαδικασία επιλογής του, δεν έμειναν ασχολίαστες από την αντιπολίτευση. Στα αριστερά του πολιτικού φάσματος, βουλευτής της «Ανυπότακτης Γαλλίας» του Mélenchon, δήλωσε πως σκοπεύουν να καταθέσουν πρόταση μομφής κατά της κυβέρνησης Bayrou αμέσως μετά την ορκωμοσία της. Αντιθέτως, οι Σοσιαλιστές εμφανίστηκαν πιο διαλλακτικοί, ξεκαθαρίζοντας πως δεν προτίθενται να συμμετάσχουν στην κυβέρνηση, αλλά είναι διατεθειμένοι να συνομιλήσουν μαζί της. Αντίστοιχα, από τα δεξιά, το κόμμα της Le Pen, διαμηνύει πως ο Bayrou αποτελεί μια επιλογή συνέχειας του «μακρονισμού», που έχει απορριφθεί στις κάλπες. Παρά τη ρητορική αυτή, δε φαίνονται πρόθυμοι να ρίξουν άμεσα τη νέα κυβέρνηση, κάτι που θα κόστιζε στο νέο μετριοπαθέστερο προφίλ που προσπαθούν να οικοδομήσουν.
Αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα είναι πως η Γαλλία έχει πλέον εισέλθει στη σοβαρότερη πολιτική της κρίση στην ιστορία της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας. Αν συνεκτιμήσει κανείς και την παράλληλη δημοσιονομική στενωπό, που επιβάλει μέτρα λιτότητας στον γαλλικό προϋπολογισμό, δεν αργεί να διαφανεί το μέγεθος του προβλήματος που καλείται να επιλύσει η γαλλική πολιτική τάξη.
Σε αντιστοιχία βρίσκεται πλέον κι η γειτονική Γερμανία, όπου η μείωση των εξαγωγών, αλλά κι οι επερχόμενες πρόωρες εκλογές έχουν δημιουργήσει ένα κλίμα αστάθειας. Μέσα σε αυτή τη συγκυρία, ο Γαλλο-γερμανικός άξονας, η λεγόμενη ατμομηχανή της Ευρώπης, φαίνεται να ξεμένει από καύσιμα. Κι αυτό δε θα μπορούσε να συμβεί σε χειρότερη στιγμή, ενώ η Γηραιά Ήπειρος σύντομα θα βρεθεί στα διασταυρούμενα πυρά Trump και Putin. Φυσικά, οι αναλυτές επισημαίνουν ότι μια πιθανή ανασυγκρότηση τόσο στη Γαλλία όσο και στη Γερμανία, είναι εφικτή μέσα στο επόμενο έτος, αλλά μένει να φανεί αν οι νέες ηγεσίες των δύο χωρών θα μπορέσουν να μετουσιώσουν την προοπτική αυτή σε πραγματικότητα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- From farmer to premier: who is François Bayrou, the new French prime minister?, The Guardian, διαθέσιμο εδώ
- Why the Franco-German engine that powered the EU is currently kaput, The Guardian, διαθέσιμο εδώ
- Macron picks François Bayrou as prime minister to navigate France’s crisis, Politico EU, διαθέσιμο εδώ
- Who is Francois Bayrou, France’s new prime minister?, Al Jazeera, διαθέσιμο εδώ