10.4 C
Athens
Πέμπτη, 26 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΕλλάδα γένους συγκαταβατικού

Ελλάδα γένους συγκαταβατικού


Του Παντελή Δημητρόγλου,

Η ανοιχτή τηλεόραση «λερώνει» το καθιστικό. Μία καταφατική φράση, ή ίσως και μία καθολική παραδοχή, που συμπυκνώνει αδιαμφισβήτητα και με απόλυτη επιτυχία —χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια— ένα μεγάλο μέρος του προβλήματος. Σε ποιο πρόβλημα όμως αναφέρεται αυτή η φράση; Μήπως η Ειρήνη Παππά που την «ξεστόμισε» ενδιαφερόταν να γίνει διαχρονική ή μήπως το προαναφερθέν πρόβλημα απασχολούσε, απασχολεί και θα συνεχίσει να απασχολεί στο διηνεκές τον ανθρώπινο νου;

Τα παραπάνω ερωτήματα αποτελούν τον πυρήνα του πρώτου αλλά και όπως πάντα, του δυσκολότερου βήματος, σε μία προσπάθεια να αποτυπωθεί και να εξηγηθεί η παθογένεια που μία από τις σπουδαιότερες Ελληνίδες ηθοποιούς κατάφερε με μία της φράση να απογυμνώσει και να την κάνει ορατή με γυμνό μάτι. Η παθογένεια αυτή δεν είναι άλλη από την τηλεοπτική κουλτούρα ενός ενδιαφέροντα, κατά τα άλλα, μεσογειακού λαού. Άρα και το πρόβλημα στην ουσία δεν είναι άλλο παρά οι επιπτώσεις που αυτή επιφέρει. Όπως σε όλο τον κόσμο, έτσι και στην Ελλάδα, η τηλεόραση για πολλά χρόνια έφερε τομή στο εμπόριο, τη διαφήμιση αλλά και στις συνήθειες των ανθρώπων. Η καταναλωτική ταυτότητα των «τυχερών παιδιών» της Δύσης δεν θα ήταν ίδια σήμερα, χωρίς τη συμβολή όλων όσων γινόταν και συνεχίζει να γίνεται αποδέκτης ο μέσος τηλεθεατής.

Πηγή εικόνας: Unsplash.com / Δικαιώματα χρήσης: Frank Okay

Κάπου εδώ όμως, 25 χρόνια μετά την απαρχή της νέας χιλιετίας, το οικοσύστημα που τρέφει όλα όσα εννοούμε με τον όρο τηλεόραση, σιγά-σιγά χάνει τη λάμψη και την κυριαρχία του στην ενημέρωση, αφού με ταχύτατους ρυθμούς το διαδίκτυο βρίσκεται στην πρώτη θέση της διάδοσης πληροφοριών, της αγοράς, της κατανάλωσης και της αγοραστικής μανίας του ανεπτυγμένου κόσμου. Η κατάρρευση της παντοδυναμίας της τηλεόρασης, την έχει μετατρέψει από ένα από τα πιο παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης, σε εργαλείο χειρισμού και πολιτικής εξαγοράς της ανθρώπινης λογικής. Η τηλεοπτική ακροαματικότητα ποτέ δεν έπαψε να είναι εργαλείο μαζικής χειραγώγησης και ανακατεύθυνσης της κοινωνικής συμπεριφοράς, το θέμα όμως είναι ότι σε παρόντα χρόνο, τα πράγματα έχουν φτάσει σε τέτοιο σημείο, ώστε ακόμα και για τα σοβαρότερα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα που αφορούν τον σύγχρονο Έλληνα πολίτη, η αντιμετώπισή τους από τη τηλεοπτική δημοσιογραφία θυμίζει οργανωμένη φάρσα. Έτσι λοιπόν, χρόνια μετά τη χρυσή εποχή του «ζάπινγκ», στην εξίσωση έρχονται να προστεθούν οι νεότερες γενιές που δειλά-δειλά διανύουν τα πρώτα παραγωγικά και εργασιακά τους χρόνια, με εργοδότες κατά κύριο λόγο τις γενιές της μεταπολίτευσης και της οικονομικής εκτίναξης της δεκαετίας του 1980.

Την ίδια στιγμή, το ενδιαφέρον των νεότερων ανθρώπων για το εξωτερικό που κορυφώθηκε την περίοδο των μνημονίων, αν και μειωμένο σε σχέση με τότε, δε λέει να καταλαγιάσει. Για κάποιον λόγο, οι επί της ουσίας ανεπτυγμένες χώρες του δυτικού ημισφαιρίου φαίνονται ιδιαίτερα ελκυστικές στα μάτια τω νέων, χωρίς όμως αυτό να προέρχεται από κάποια τηλεοπτική διαφήμιση ή από την ενίσχυση της ιδέας αυτής από τους δημοσιογράφους. Με λίγα λόγια δηλαδή, από ότι φαίνεται η εξιδανικευμένη εικόνα για τη χώρα η οποία βρίσκεται σε πρώτο πλάνο στα πολιτικά πάνελ και σε όλες σχεδόν τις οικονομικές αναλύσεις των εκπομπών της τηλεόρασης, δε φαίνεται να αποτελεί κάτι το ελκυστικό αλλά σίγουρα αφήνει τους νέους παγερά αδιάφορους. Η ακρίβεια και το εργασιακό χάος είναι τα βασικότερα ζητήματα που κάνουν τους νέους να χάνουν το όποιο ενδιαφέρον τους έχει απομείνει για τη χώρα.

Πηγή εικόνας: Pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: Skitterphoto

Για τους περισσότερους ανθρώπους ηλικίας 18 έως 30, η Ελλάδα είναι όχι μία αλλά δύο διαφορετικές κοινωνίες που ένα απλό οξύμωρο σχήμα δεν έχει τη δυνατότητα να τις χαρακτηρίσει. Από τη μία μεριά, υπάρχει η Ελλάδα της διαφήμισης, της τηλεόρασης και των social media. Μία Ελλάδα που θυμίζει περισσότερο θεατρική παράσταση με καλογραμμένους διαλόγους, επιτυχημένη διανομή και άψογη σκηνοθεσία. Η Ελλάδα αυτή δείχνει να είναι στο κέντρο των εξελίξεων, σημαντικός προορισμός για εκατομμύρια τουρίστες κάθε χρόνο, με αυθεντική παραδοσιακή κουζίνα και οικονομική εξωστρέφεια. Σε αυτή τη παράσταση, θεατές είναι οι ίδιοι οι συντελεστές της που έκοψαν εισιτήριο, συντέλεσαν στην αυλαία και κάθισαν να την παρακολουθήσουν με θάρρος, ανυπομονησία και ενθουσιασμό. Χωρίς ντροπή.

Από την άλλη μεριά, υπάρχει η Ελλάδα που δε μοιάζει και πολύ με όλα όσα καυχιέται ότι μοιάζει. Μακριά από κάθε πολιτική αφήγηση, η καθημερινή ζωή είναι γεμάτη από ανεξήγητα υψηλό κόστος ζωής, με την υποδειγματική απουσία της δικαιοσύνης, η αισθητική όχι μόνο εξωτερικά αλλά και εσωτερικά, στον ανθρώπινο συλλογισμό είναι άγνωστη λέξη, ενώ όλα τα παραπάνω έρχεται να συμπληρώσει η κοινωνική απάθεια. Το φαινόμενο αυτό δε σχετίζεται μόνο με τα πολιτικά στελέχη, αλλά αφορά κατά κύριο λόγο τον Έλληνα της καθημερινής ζωής. Η αδυναμία του να αποφασίσει τι του κάνει καλό και τι όχι είναι η ρίζα του προβλήματος, που τον καθηλώνει στη θέση του παρατηρητή στη διάλυση της δικής του κοινωνικής υπόστασης.

Πλέον, όλα όσα συμβαίνουν εκεί έξω έχουν το ίδιο φορτίο αφού όλοι μαζί έχουμε αποφασίσει ότι θέλουμε να βουτήξουμε στο κενό, καταθέτοντας όχι απαραίτητα τα όπλα, αλλά την αξιοπρέπειά μας και τον σεβασμό στην κοινωνική και πολιτική μας ιδιότητα. Θέλουμε να πιστέψουμε ανεπεξέργαστα αυτά που βλέπουμε και είμαστε ευχαριστημένοι με τη σήψη. Αυτό αποδεικνύεται και από την καταναλωτική μας συμπεριφορά, όχι μόνο σε επίπεδο προϊόντων, αλλά περισσότερο σε ότι αφορά την ποσότητα και την ποιότητα του διαδικτυακού περιεχομένου στο οποίο εκθέτουμε τα μάτια μας, που μία σημαντική προσωπικότητα κάποτε είπε ότι «είναι ο καθρέφτης της ψυχής μας».

Η αλήθεια είναι ότι για να παραδεχτεί ο περιούσιος λαός του δυτικού πολιτισμού ότι δεν είναι πλέον κάτι, παρά μονάχα νάνος αλλοτινών καιρών, όπως σωστά προέβλεψε ο Μάνος Χατζιδάκις ότι θα συμβεί, είναι σίγουρα δύσκολο και απαιτεί ολική επανεκκίνηση, πρώτα απ’ όλα εσωτερικά. Ναι, η Ελλάδα γερνάει, συρρικνώνεται και ο κρατικός μηχανισμός ξεπούλησε τους νέους αφού μπορεί να λειτουργεί απίθανα με τους γηραιότερους, προς όφελος των 10 οικογενειών που έχουν ιδιοκτησία επί της «όψης που με βια μετράει τη γη». Το θέμα είναι ότι τα δύσκολα είναι μπροστά μας και όχι πίσω όπως ορισμένοι έχουν την ψευδαίσθηση ότι συμβαίνει. Η Ελλάδα δεν αλλάζει, δεν εξελίσσεται, δεν προοδεύει. Η Ελλάδα των τελευταίων Ολυμπιακών Αγώνων δεν έχει περιουσιακά στοιχεία, δεν προστατεύει τους πολίτες ούτε και ενδιαφέρεται για αυτούς. Η Ελλάδα στρώνει τσιμέντο πάνω στο μάρμαρό της για να αυξήσει τους τουρίστες και η πολιτική της ζωή συνεχίζει να λειτουργεί κομματικά, απλά το χαρτονόμισμα δε μπαίνει μπροστά στα μάτια μας και έτσι μπορεί κανείς να δει πλέον, χωρίς ντροπή, το πώς λειτουργούν οι θεσμοί με πλήρη και συλλογική αποδοχή.

Πηγή εικόνας: Flickr.com / Δικαιώματα χρήσης: EpicTop10.com

Στόχος των νέων δεν είναι και δεν θα πρέπει να είναι να γίνονται ευχάριστοι. Υπάρχει διαφορά ανάμεσα στην ευχάριστη νεανική ζωή και στην κοινωνική συμπεριφορά. Σε καμία περίπτωση, δεν υπάρχει ιδανικό περιβάλλον. Όλα τα αγαθά και το δημοκρατικό πλαίσιο που απολαμβάνει ο σύγχρονος άνθρωπος είναι κτήσεις του παρελθόντος αφού μία κοινωνία δεν είναι τίποτα παρά μόνο όλα όσα διεκδικεί. Η κληρονομιά κανενός θεσμού δεν είναι αυτόφωτη αλλά περιλούζει με φως το σκοτάδι που αποφασίζουμε ότι δεν μας κάνει. Αν το σκοτάδι αυτό δε μας θορυβεί τότε δε θα πρέπει να του επιρρίπτουμε και την ευθύνη.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ 
  • Ειρήνη Παπά: Αν η Ελλάδα είχε πρόσωπο, θα ήταν το δικό της – Η ζωή και η καριέρα της, Το Πρώτο Θέμα, διαθέσιμο εδώ
  • Είναι επίσημο: Το 2050 η Ελλάδα θα είναι η πιο γερασμένη χώρα της ΕΕ, MSN.com, διαθέσιμο εδώ
  • Ελλάδα: Μια αγχώδης και καταθλιπτική χώρα για να ζει κάποιος, News247.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Brain drain: H Ελλάδα διώχνει τα παιδιά της… Φεύγουν αυτοί που βρίσκονται στην πιο παραγωγική ηλικία τους, In.gr , διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Παντελής Δημητρόγλου
Παντελής Δημητρόγλου
Γεννημένος στην Ξάνθη το 2003, σπουδάζει Πολιτικές Επιστήμες και Ιστορία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Κινητήριος δύναμή του είναι η ασίγαστη δημιουργικότητά του, για αυτό και πέραν των ακαδημαϊκών του υποχρεώσεων, έχει τη δική του ραδιοφωνική εκπομπή στο Ράδιο Πάντειον, γνωρίζει Αγγλικά και Ισπανικά, ενώ, επίσης, εδώ και λίγους μήνες ασχολείται ερασιτεχνικά και με την παραγωγή podcast. Στον ελεύθερό του χρόνου λατρεύει τη μαγειρική και την ιστιοπλοΐα, γυμνάζεται, ασχολείται με την ποίηση και συνδυάζει τα πάντα με πολύ μουσική.