12.1 C
Athens
Παρασκευή, 20 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΠοινικό Δίκαιο και παραλείψεις: Εμβάθυνση στην έννοια της ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης

Ποινικό Δίκαιο και παραλείψεις: Εμβάθυνση στην έννοια της ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης


Του Θανάση Πεταλά,

Για την απαξιολογική εξίσωση παράλειψης ενέργειας προς αποτροπή εγκληματικού αποτελέσματος με την ενέργεια πρόκλησής του υπάρχουν κατ’ αρχήν δυο προσεγγίσεις. Αφενός το μοντέλο των «τυπικών» υποχρεώσεων και αφετέρου η αντίπαλη θεωρία της «εγγυητικής θέσης». Ο ποινικός μας κώδικας ακολουθεί συνειδητά το πρώτο, εισάγοντας στο άρθρο 15 ΠΚ την έννοια της ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης ως κριτήριο για να χρεωθεί ο παραλείπων να ενεργήσει την τέλεση εγκλήματος ενέργειας. Συνέπεια της επιλογής του συστήματος των «τυπικών» υποχρεώσεων είναι ότι τυχόν διεύρυνση των πηγών της ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης πέρα από τις ρητά αναφερόμενες στην ΠΚ 15 δεν είναι επιτρεπτή. Παρακάτω θα αναλυθούν οι τρεις πηγές της ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης που αναγνωρίζει δίκαιό μας, τουτέστιν ο νομός, η σύμβαση και η προηγουμένη επικίνδυνη ενέργεια του υπαιτίου.

Νόμος

Στην έννοια του νόμου εμπίπτουν κατ’ αρχήν όλες οι ουσιαστικές διατάξεις του ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου. Η νομολογία ερμηνεύει το γράμμα της ΠΚ 15 διαχωρίζοντας την έννοια του νόμου σε δύο υποκατηγορίες: από τη μια μεριά τις ουσιαστικές διατάξεις νομού και από την άλλη μεριά τα συμπλέγματα νομικών διατάξεων που, κατόπιν λογικοσυστηματικής και τελολογικής ερμηνείας, καταλήγουν στη δημιουργία νομικών καθηκόντων που ρυθμίζουν συγκεκριμένες έννομες σχέσεις. Από άποψη ουσίας οι δυο υποκατηγορίες δε διαφέρουν. Για αυτό τον λόγο άλλωστε συνεξετάζονται και αντιμετωπίζονται ενιαία από το δικαστήριο. Δικονομικά ωστόσο, και ειδικότερα στη φάση του αναιρετικού ελέγχου, για τη θεμελίωση ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης από σύμπλεγμα νομικών καθηκόντων ο Άρειος Πάγος κρίνει πως δεν απαιτείται να γίνεται αναφορά σε συγκεκριμένο κανόνα δικαίου στο κλητήριο θέσπισμα ή το παραπεμπτικό βούλευμα ούτε και να μνημονεύεται συγκεκριμένη διάταξη νόμου στο αιτιολογικό της απόφασης. Στις περιπτώσεις αυτές μνεία και περιγραφή απλώς της ιδιότητας ή της έννομης θέσης του παραλείποντος, από την οποία πηγάζει το νομικό καθήκον ενέργειας, είναι αρκετή.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα θεμελίωσης εκ του νόμου ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης είναι η υποχρέωση προστασίας που οφείλουν οι γονείς απέναντι στα ανήλικα τέκνα τους (γονική μέριμνα – ΑΚ 1510 επ.). Η ιδιαίτερη νομική υποχρέωση υπευθύνου λειτουργίας λούνα παρκ αντιθέτως να τηρήσει τα προβλεπόμενα στον νόμο μέτρα ασφαλείας, ώστε να αποσοβηθεί ο κίνδυνος ατυχημάτων για τους επισκέπτες, ανάγεται σε σύμπλεγμα νομικών καθηκόντων, σχετιζόμενων με την επαγγελματική του ιδιότητα ως υπευθύνου (ΑΠ 1266/94). Με ιδιαίτερη νομική υποχρέωση καταγγελίας αδικημάτων που υποπίπτουν εν ώρα υπηρεσίας στην αντίληψη του βαρύνεται και ο αστυνομικός, ειδάλλως θα χρεωθεί την τέλεση του εγκλήματος της υπόθαλψης εγκληματία (ΠΚ 231) με παράλειψή του (ΑΠ 1936/02).

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: cottonbro studio

Σύμβαση

Ο όρος σύμβαση εδώ χρειάζεται να ερμηνευθεί με δύο τρόπους: αφενός με τη stricto sensu αστικοδικαιική έννοια, δηλαδή την ανάληψη υποχρέωσης προστασίας υπέρ των αγαθών άλλων ως υποχρέωση πηγάζουσα από έγκυρα καταρτισμένη σύμβαση (π.χ. εργασίας, έργου, παροχής ιατρικών υπηρεσιών κτλ.) και αφετέρου με την lato sensu ανάληψη καθήκοντος προστασίας υπέρ των αγαθών άλλων στα πλαίσια οικειοθελούς αυτοδέσμευσης. Ένα παράδειγμα αυτοδέσμευσης θα μπορούσε να είναι μια πράξη φιλίας ή κοινωνικής αβροφροσύνης, όπως η εθελούσια μεταφορά φίλου με το αυτοκίνητο. Σημασία δεν έχει για τη θεμελίωση ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης ενέργειας το αυστηρά τεχνικό κομμάτι, αν υπάρχει δηλαδή συμβατική δέσμευση ή όχι και κατά πόσο αυτή είναι έγκυρη. Αντιθέτως, η ουσία εντοπίζεται στο γεγονός ότι κάποιος έχει αναλάβει οικειοθελώς (ακόμη και σιωπηρά) να παράσχει προστασία σε τρίτον, δημιουργώντας του έτσι δικαιολογημένα την εντύπωση ότι βρίσκεται σε περιβάλλον ασφάλειας και αρά δεν χρειάζεται να μεριμνήσει ο ίδιος για την προστασία των αγαθών του. Όταν, λοιπόν, η δικαιολογημένη αυτή εμπιστοσύνη διαψεύδεται και προσβάλλονται έννομα αγαθά του αμέριμνου τρίτου, υφίσταται ιδιαίτερη νομική υποχρέωση ενέργειας στο πρόσωπο του παραλείψαντος και άρα θα χρεωθεί τη δια παραλείψεως τέλεση του εγκλήματος ενέργειας.

Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί η ολιγωρία ναυαγοσώστη να σώσει κολυμβητή εβρισκόμενο σε κίνδυνο ζωής, με αποτέλεσμα ο τελευταίος να πνίγει. Ο ναυαγοσώστης θα χρεωθεί εν προκειμένω την εξ αμελείας τέλεση ανθρωποκτονίας (ΠΚ 302) με παράλειψή του, διότι ως ναυαγοσώστης βαρύνεται με την ιδιαίτερη νομική υποχρέωση (ΠΚ 15), πηγάζουσα από τη σύμβαση εργασίας με τον εργοδότη του, να προστατεύει τους κολυμβητές της παραλίας μεταξύ άλλων από τον κίνδυνο πνιγμού.

Προηγούμενη Επικίνδυνη Ενέργεια 

Στην έννοια της προηγούμενης επικίνδυνης ενέργειας του υπαιτίου υπάγεται κάθε κατά την κοινή πείρα ενέργεια πρόσφορη να προκαλέσει βλάβη σε έννομα αγαθά. Η νομολογία συνδέει με την εν λόγω κατηγορία κυρίως υποθέσεις που αφορούν επικίνδυνα αντικείμενα ή τη διεξαγωγή ανάλογων δραστηριοτήτων. Σημαντικό είναι κατά τη στιγμή που γίνεται η επικίνδυνη ενέργεια να είναι το βλαπτικό αποτέλεσμα έστω προβλεπτό αν όχι βέβαιο. Συνεπώς, η πώληση μαχαιριού σε αγοραστή, ο οποίος στη συνεχεία το χρησιμοποιεί ως μέσο για να τελέσει άλλο έγκλημα, δεν θεμελιώνει ιδιαίτερη νομική υποχρέωση στο πρόσωπο του πωλητή να αποτρέψει το έγκλημα του αγοραστή λόγω προηγούμενης επικίνδυνης ενέργειας του πρώτου, επειδή τη στιγμή της πώλησης, αν και το μαχαίρι είναι αντικείμενο απόλυτα πρόσφορο να προκαλέσει βλάβη σε έννομα αγαθά, δεν μπορούσε να προβλεφθεί ότι ο αγοραστής θα το χρησιμοποιούσε για τέτοιον σκοπό. Δεν ισχύει το ίδιο ωστόσο στην περίπτωση μηχανολόγου, υπευθύνου για τη συντήρηση και τη λήψη μέτρων ασφάλειας σε εργοστάσιο προς αποφυγή διαρροής θανατηφόρων καυσίμων, που παρέλειψε να ελέγξει τις σωληνώσεις, με αποτέλεσμα να διαρρεύσουν καύσιμα σε φρεάτιο και να πεθάνουν περισσότεροι άνθρωποι, διότι εδώ ο κίνδυνος βλάβης έννομων αγαθών άλλων είναι, ενόψει και της επικίνδυνης φύσης των καυσίμων ως θανατηφόρων, τουλάχιστον προβλεπτός (ΑΠ 91/01).

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: Pixabay

Το πλέον ακανθώδες ζήτημα σε αυτή την πηγή ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης αφορά το αν αποτελεί προϋπόθεση για τη δημιουργία της να είναι η προηγούμενη ενέργεια του υπαιτίου πέρα από επικίνδυνη και άδικη. Στο σημείο αυτό η θεωρία διχάζεται. Αν δηλαδή στα πλαίσια άμυνας που ασκείται νόμιμα τραυματιστεί σοβαρά ο επιτιθέμενος, υποχρεούται ο αμυνόμενος, δεδομένης της άρσης του άδικου χαρακτήρα της πράξης του λόγω άμυνας, να τον βοηθήσει; Και αν δεν τον βοηθήσει και ως εκ τούτου ο επιτιθέμενος τραυματιστεί σοβαρά ή ακόμα χειρότερα πεθάνει, είναι δικαιοπολιτικά ορθό να χρεωθεί ο αμυνόμενος τη δια παραλείψεως τέλεση σωματικής βλάβης ή ανθρωποκτονίας;

Στην άμυνα η λογική της απαίτησης απλώς του στοιχείου της επικινδυνότητας στην προηγούμενη ενέργεια του αμυνόμενου, για να γεννηθεί υποχρέωσή του προς ενέργεια, είναι μάλλον προβληματική, ειδικά εάν λάβουμε υπόψιν το άρθρο 23 ΠΚ αναφορικά με την υπέρβαση των ορίων της άμυνας. Οδηγούμαστε δηλαδή στο παράδοξο να τιμωρείται ο νόμιμα αμυνόμενος που αφήνει τον επιτιθέμενο αβοήθητο να πεθάνει με τον συνδυασμό των ΠΚ 15+299, ενώ ο αμυνόμενος που με δόλο σκότωσε τον επιτιθέμενο υπερβαίνοντας το μέτρο της άμυνας με τη μειωμένη ποινή της ΠΚ 23! Για να αποφευχθούν τέτοιες αντινομίες λοιπόν φαίνεται ορθότερο να θεωρηθεί απαραίτητο προαπαιτούμενο για τη θεμελίωση ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης, πέρα από την επικινδυνότητα, και ο άδικος χαρακτήρας της προηγούμενης επικίνδυνης ενέργειας του υπαίτιου. Επομένως, σε περίπτωση νόμιμης άμυνας που αιτιακά οδήγησε σε θάνατο του επιτιθεμένου και εγκατάλειψή του από τον αμυνόμενο, ορθότερο είναι να χρεωθεί ο τελευταίος την τέλεση του εγκλήματος της παράλειψης προσφοράς βοήθειας (ΠΚ 307), εφόσον βοήθεια μπορούσε αντικειμενικά να παρασχεθεί, δίχως απειλή για την ζωή ή την υγεία του.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Θ. Παπακυριάκου, Οριοθέτηση της ποινικής ευθύνης για παραλείψεις, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2014
  • Μ. Καϊάφα – Γκμπάντι / Ε. Συμεωνίδου – Καστανίδου, Ποινικό δίκαιο – Γενικό Μέρος, Νομική Βιβλιοθήκη, 2022.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Θανάσης Πεταλάς
Θανάσης Πεταλάς
Είναι προπτυχιακός φοιτητής στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για θέματα αστικού και ποινικού δικαίου. Είναι γνώστης της αγγλικής και της γερμανικής γλώσσας, ενώ στον ελεύθερό του χρόνο παρακολουθεί μαθήματα γαλλικών. Πιστεύει στη δύναμη του γραπτού λόγου για την ενημέρωση και την έμπνευση.