Του Νίκου Λυκομήτρου,
Η Ιαπωνία είναι μια κοινοβουλευτική αυτοκρατορία, καθώς έχει ένα λειτουργικό κοινοβούλιο και μια κυβέρνηση που είναι υπεύθυνη για τη διακυβέρνηση της χώρας, ενώ ο αυτοκράτορας αποτελεί τον Ανώτατο Ηγέτη της χώρας, αν και μετά το 1945 η εξουσία του είναι ελάχιστη κι η παρουσία του στο πολιτικό σύστημα είναι συμβολική.
Στην Ιαπωνία το Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα αποτελεί τον κυρίαρχο της πολιτικής σκηνής της χώρας από το 1955 μέχρι σήμερα, με εξαίρεση μια μικρή περίοδο από το 1993 έως το 1994 κι από το 2009 έως το 2012. Κύριο συμμαχικό κόμμα του ΦΔΚ αποτελεί το κόμμα Κομέιτο. Είναι περίεργο πώς συμβαίνει αυτό, γιατί η Ιαπωνία δεν πρόκειται τυπικά για μονοκομματικό κράτος κι επειδή η χώρα βρίσκεται ουσιαστικά σε κατάσταση οικονομικής στασιμότητας από τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Αυτή η κατάσταση του ιδιότυπου μονοκομματισμού δεν εμφανίζεται σε άλλη ανεπτυγμένη χώρα. Αυτό κάνει την ιαπωνική πολιτική να μοιάζει πιο προβλέψιμη, αλλά συνοδεύεται από άλλα προβλήματα, όπως το γεγονός ότι η συμμετοχή στις εκλογές είναι μειωμένη ή το γεγονός ότι αυτή η κατάσταση οδηγεί στην εκλογή ηγετών από το κόμμα, λ.χ. ο Κισίντα Φούμιο, που είναι αντιδημοφιλείς στην κοινωνία. Σύμφωνα με παγκόσμια έρευνα, η Ιαπωνία είναι μια από τις χώρες με τα μεγαλύτερα ποσοστά ανθρώπων που επιζητούν βαθιές κοινωνικές και πολιτικές μεταρρυθμίσεις.
Το 1955 η Ιαπωνία, τρία χρόνια αφού εξήλθε από την περίοδο αμερικανικής διοίκησης μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, υπέστη μια σημαντική πολιτική αλλαγή. Οι αριστεροί πολιτικοί φορείς σχημάτισαν ένα ενιαίο κόμμα, το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Ιαπωνίας. Επειδή τότε ο κόσμος βρισκόταν σε μια από τις πιο θερμές φάσεις του Ψυχρού Πολέμου, η Αμερικανική κυβέρνηση πίεσε τα δύο δεξιά κόμματα της Ιαπωνίας, το Δημοκρατικό και το Φιλελεύθερο κόμμα να ενωθούν στο σημερινό κόμμα. Εξαιτίας της πολιτικής κυριαρχίας που έδωσε αυτή η αναγκαστική ένωση των δύο κομμάτων, της οικονομικής ανάπτυξης ως τις αρχές της δεκαετίας του 1990 κι ενός ευνοϊκού εκλογικού συστήματος, η ηγεσία του κόμματος δεν αμφισβητήθηκε σοβαρά κατά την εποχή εκείνη. Επίσης, τα μέσα ενημέρωσης περνούσαν τον αναπόδεικτο φόβο σε αρκετούς ψηφοφόρους ότι η κυβέρνηση του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Ιαπωνίας θα προκαλούσε οικονομικά προβλήματα στη χώρα. Παράλληλα, η αντιπολίτευση ήταν τότε διασπασμένη. Μέχρι το 1993, οι κυβερνητικές δαπάνες σε σημαντικό βαθμό στηρίζονταν σε πελατειακά κριτήρια, δηλαδή υπήρχε έντονη η πελατειοκρατία και στην Ιαπωνία.
Όμως, το σύστημα αυτού του ιδιότυπου «μονοκομματισμού» στην Ιαπωνία είχε ως αποτέλεσμα οι τυχόν αλλαγές πολιτικής να οφείλονται στο ίδιο το κόμμα. Για παράδειγμα, το 1972 η Ιαπωνία αναγνώρισε τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας μετά από την επικράτηση της φιλελεύθερης παράταξης του κόμματος απέναντι στη συντηρητική στις κομματικές εκλογές. Τα υπουργεία της Ιαπωνίας, στη διάρκεια του λεγόμενου συστήματος του 1955 που διήρκεσε για 38 χρόνια, είχαν αρκετά μεγάλη αυτονομία στη κυβέρνηση, σε βαθμό που ασκούσαν πιέσεις συχνά για αλλαγή εθνικών πολιτικών.
Υπήρχε και το Νομοθετικό Γραφείο της Κυβέρνησης που έλεγχε τους νόμους που επρόκειτο να υποβληθούν στη βουλή, μπλοκάροντας μεταξύ άλλων νομοθετήματα που αντιτίθεντο στο άρθρο 9 του συντάγματος, που απαγορεύει τη στρατιωτικοποίηση της χώρας. Σε αυτά τα 40 σχεδόν χρόνια το ΦΔΚ παρέμεινε ενωμένο παρά τις φράξιες κι αρκετές αποφάσεις παίρνονταν από παρασκηνιακές συνομιλίες των φραξιών αυτών. Το 1993, όπως αναφέρθηκε, υπήρξε μια πολυκομματική κυβέρνηση η οποία έκανε αρκετές προσπάθειες για αλλαγές, μεταξύ άλλων την αλλαγή του εκλογικού συστήματος. Ενδεικτικό του ότι οι ισορροπίες μεταξύ των εσωκομματικών παρατάξεων έπαιζαν σημαντικό ρόλο στην ενότητα του ΦΔΚ είναι ότι η ήττα του ΦΔΚ στις εκλογές του 1993 ήταν λόγω της εκροής 39 βουλευτών από το κόμμα.
Το 2009 το Δημοκρατικό Κόμμα της Ιαπωνίας, ανέλαβε την εξουσία με σαρωτική νίκη στις εκλογές υποσχόμενο σημαντικές αλλαγές. Εξαιτίας της εχθρότητας από τη δεξιά, τα ΜΜΕ και τους επιχειρηματίες καθώς κι ελλείψει κυβερνητικής εμπειρίας το κόμμα δεν κατάφερε πολλά πράγματα κι ηττήθηκε το 2012, για να κατακερματιστεί λίγο αργότερα. Η εμπιστοσύνη των Ιαπώνων ψηφοφόρων για τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν είναι μεγάλη, παρά τις αποτυχίες και τα προβλήματα που έχει προκαλέσει η συνεχή διακυβέρνηση από το ίδιο κόμμα με ελάχιστα διαλείμματα. Οι μεταρρυθμίσεις της δεκαετίας του 1990 ενίσχυσαν την εκτελεστική εξουσία, ενώ η απόδοση του Σίνζο Άμπε έδειξε πόσο αδύναμη έχει γίνει πια η όποια αντιπολίτευση στην κυβέρνηση. Οι ηγέτες της αντιπολίτευσης στην Ιαπωνία, εξαιτίας του γεγονότος ότι άλλοι είναι κοντά στη κυβέρνηση ή είναι αδύναμοι, δεν έχουν καταφέρει σημαντικό έργο.
Παράλληλα, μεγάλο μέρος των νέων Ιαπώνων πιστεύει ότι η πολιτική δράση είναι άσκοπη, εξαιτίας της εκτεταμένης διαφθοράς, κάτι που κάνει την πολιτική αλλαγή αρκετά δύσκολη, καθώς πολλά μέσα κι άλλοι φορείς χρηματοδοτούνται από βουλευτές του ΦΔΚ. Η συμμετοχή στις εκλογές είναι αρκετά χαμηλή, γύρω στο 50% των ψηφοφόρων κι επομένως ο συνασπισμός του ΦΔΚ με το Κομέιτο συνεχίζει να κυριαρχεί. Μπορεί να ειπωθεί ότι έχει γίνει κατά περιόδους μεγαλύτερη αντιπολίτευση στη κυβέρνηση από διαφορετικές συνιστώσες του ΦΔΚ παρά από την ίδια την αντιπολίτευση.
Ως τη δεκαετία του 1990 οι βουλευτές του ΦΔΚ ήταν αρκετά αυτόνομοι στην εκλογική τους εκστρατεία, σε θέματα χρηματοδότησης, όμως πλέον το κόμμα έχει μεγαλύτερο έλεγχο. Όπως ειπώθηκε και παραπάνω, οι Ιάπωνες δεν είναι ευχαριστημένοι με την παρούσα κατάσταση, ωστόσο η χαμηλή προσέλευση εμποδίζει κάποια ουσιαστική αλλαγή που θα μπορούσε να έρθει από την κάλπη. Το 2024, βέβαια, για πρώτη φορά μετά από καιρό, το ΦΔΚ και το συνεργαζόμενο κόμμα του δεν κατάφεραν να εξασφαλίσουν πλειοψηφία. Το Κομέιτο και το ΦΔΚ πήραν 219 έδρες, ενώ χρειάζονται 233 έδρες για πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων της Ιαπωνίας. Ο λόγος της μείωσης της δύναμης του κυβερνώντος κόμματος είναι η αρνητική δημοτικότητα της κυβέρνησης κι η σύνδεση του κόμματος με την Εκκλησία της Ενοποίησης (αυτή η πιθανολογούμενη σύνδεση απετέλεσε το λόγο της δολοφονίας του Άμπε).
Το Συνταγματικό Δημοκρατικό Κόμμα (148 έδρες), όμως, λόγω των πολιτικών διαφορών με άλλα κόμματα δεν μπορεί να βρει τις απαραίτητες 85 έδρες που λείπουν για να σχηματίσει κυβέρνηση. Επομένως, το ΦΔΚ με πρωθυπουργό τον Σιγκέρου Ισίμπα θα αποτελέσει κυβέρνηση κατά πάσα πιθανότητα με μια αδύναμη κυβέρνηση που θα εξαρτάται από τις ψήφους ανεξαρτήτων κι αντιπολιτευόμενων βουλευτών για να κυβερνήσει. Αυτό δείχνει το μεγάλο αδιέξοδο μεταξύ των κομμάτων της Ιαπωνίας, το οποίο παρατείνει μια κατάσταση που ο κόσμος δείχνει να ζητά αλλαγή σε πολλές έρευνες, αλλά το ίδιο κόμμα συνεχίζει να εκλέγεται.
Στην Ιαπωνία, το ΦΔΚ αποτελεί την πρώτη δύναμη στην πολιτική σκηνή. Παρόλα αυτά, η αντιπολίτευση μετά από την ύφεση που πέρασε μετά τις εκλογές του 2012 έχει αρχίσει, όπως έδειξαν οι φετινές εκλογές, να ανασυντίθεται και να διευρύνει το ακροατήριο της. Για να αποκτήσει η Ιαπωνία ένα λειτουργικό πολιτικό σύστημα θα πρέπει οι νέοι κι η εργατική τάξη να εμπλακούν περισσότερο στην εθνική πολιτική, κάτι που θα οδηγήσει σε καλύτερη προώθηση των συμφερόντων τους. Το σίγουρο είναι ότι η ιαπωνική πολιτική θα δει αρκετές αλλαγές τα επόμενα χρόνια κι ότι η κυριαρχία του ΦΔΚ δεν θα διατηρηθεί για πάντα, αλλά θα διαβρωθεί ακόμη περισσότερο τα επόμενα χρόνια.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- How the LDP dominates Japan’s politics, The Economist, διαθέσιμο εδώ
- LDP dominance still cripples Japanese democracy, East Asia Forum, διαθέσιμο εδώ
- A disenchanted Japan punishes the LDP, East Asia Forum, διαθέσιμο εδώ
- Japanese politics faces uncertainty after electoral deadlock, East Asia Forum, διαθέσιμο εδώ
- Japan: A Right-Wing One-Party State, Left Voice, διαθέσιμο εδώ