13.8 C
Athens
Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΤο έννομο συμφέρον ως προϋπόθεση του παραδεκτού της αίτησης ακύρωσης

Το έννομο συμφέρον ως προϋπόθεση του παραδεκτού της αίτησης ακύρωσης


Της Ελευθερίας Παπανικολάου,

Στο πλαίσιο της διοικητικής δικονομίας, το έννομο συμφέρον αποτελεί μία από τις υποκειμενικές προϋποθέσεις για το παραδεκτό της αίτησης ακύρωσης, καθώς αφορά το πρόσωπο του αιτούντος και τη νομική σχέση του με την προσβαλλόμενη διοικητική πράξη. Το έννομο συμφέρον συνίσταται στην ανάγκη του αιτούντος να αποκαταστήσει τη διαταραγμένη νομική του κατάσταση μέσω της ακύρωσης της πράξης ή της παράλειψης. Υπάρχουν δύο βασικές προϋποθέσεις για την ύπαρξη εννόμου συμφέροντος, η προσβαλλόμενη πράξη πρέπει να έχει προκαλέσει υλική ή ηθική βλάβη στον αιτούντα, ο αιτών πρέπει να υφίσταται τη βλάβη αυτή με κάποια ειδική ιδιότητα που αναγνωρίζεται από το δίκαιο, δηλαδή να υπάρχει ειδική έννομη σχέση με την προσβαλλόμενη πράξη.

Αυτές οι προϋποθέσεις υποστηρίζονται από τη νομολογία, σύμφωνα με την οποία το έννομο συμφέρον πρέπει να είναι προσωπικό, άμεσο κι ενεστώς, δηλαδή να σχετίζεται με τον αιτούντα σε πραγματικό χρόνο κι όχι μελλοντικά ή ενδεχόμενα. Όπως αναφέρεται σε σημαντικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (π.χ. ΣτΕ 643/2020, ΣτΕ 42/2020), το έννομο συμφέρον είναι αναγκαίο και για την ακύρωση κανονιστικών πράξεων, ακόμα κι όταν αυτές δεν απευθύνονται άμεσα στον αιτούντα, αλλά αυτός είναι συνδεδεμένος με τις νομικές συνέπειες της πράξης. Το έννομο συμφέρον δεν πρέπει να αντίκειται στο δίκαιο ή στην καλή πίστη. Δεν θεωρείται ότι υπάρχει έννομο συμφέρον όταν ο αιτών ασκεί τη δραστηριότητά του αυθαιρέτως, όπως στην περίπτωση που ασκεί επαγγελματική δραστηριότητα χωρίς την απαιτούμενη άδεια (π.χ. ΣτΕ 628/1968). Ωστόσο, το γεγονός ότι ο αιτών έχει παραβιάσει τη νομοθεσία δεν αποκλείει το έννομο συμφέρον του, όπως φαίνεται σε άλλες αποφάσεις (π.χ. ΣτΕ Ολ 3095/2001, ΣτΕ Ολ 95/2017).

Πηγή Εικόνας: pixabey.com / Δικαιώματα Χρήσης: Andrey Popov

Η έννοια του εννόμου συμφέροντος στην αίτηση ακύρωσης είναι ευρύτερη από αυτή του δικαιώματος. Το έννομο συμφέρον αναφέρεται σε οποιαδήποτε νομική ή πραγματική κατάσταση που αναγνωρίζεται από το δίκαιο και που πλήττεται από την προσβαλλόμενη πράξη, ενώ το δικαίωμα αναφέρεται σε αξίωση που παρέχεται από το δίκαιο για παροχή ή παράλειψη. Έτσι, το έννομο συμφέρον μπορεί να αφορά καταστάσεις που δεν συνιστούν ρητή αξίωση για συγκεκριμένο δικαίωμα, αλλά συνδέονται με τη βλάβη που προκαλείται στον αιτούντα από την ενέργεια ή παράλειψη της διοίκησης.

Η συνταγματικότητα του εννόμου συμφέροντος, ως προϋπόθεσης του παραδεκτού της αίτησης ακύρωσης, έχει κριθεί θετική από τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, το οποίο θεωρεί ότι η δικονομική αυτή προϋπόθεση δεν παραβιάζει το δικαίωμα πρόσβασης στη δικαιοσύνη, όπως κατοχυρώνεται από το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος και το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Το έννομο συμφέρον αποβλέπει στο να διασφαλιστεί η αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης, ενώ δεν αποκλείει την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για τις περιπτώσεις που αφορούν ουσιώδη συμφέροντα των αιτούντων.

Το έννομο συμφέρον πρέπει να τεκμηριώνεται από τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης ή εκείνα που προσκομίζει ο αιτών (άρθρο 33 του ΠΔ 18/1989). Η συνδρομή του ελέγχεται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο, το οποίο κρίνει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις για το παραδεκτό της αίτησης ακύρωσης. Με αυτά τα δεδομένα, το έννομο συμφέρον αποτελεί κρίσιμη προϋπόθεση για την άσκηση αίτησης ακύρωσης, διασφαλίζοντας την αποτελεσματικότητα της διοικητικής δικαιοσύνης κι αποφεύγοντας τη χρησιμοποίηση της δικαστικής οδού για γενικά ή αόριστα συμφέροντα.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ 
  • Δ. Πυργάκη, Το έννομο συμφέρον στη δίκη ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, Νομική Βιβλιοθήκη, 2017
  • Π. Λαζαράτος, Διοικητικό δικονομικό δίκαιο, Νομική Βιβλιοθήκη, 2023

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ελευθερία Παπανικολάου
Ελευθερία Παπανικολάου
Γεννήθηκε το 2003 στη Θεσσαλονίκη. Είναι φοιτήτρια του τέταρτου έτους στη Νομική του ΑΠΘ. Της αρέσει ιδιαίτερα η ενασχόληση με τον τομέα του Αστικού Δικονομικού και Εργατικού Δικαίου, ενώ στον ελεύθερό της χρόνο επιδιώκει την περαιτέρω εμβάθυνση στους κλάδους αυτούς με τη μελέτη σχετικών επιστημονικών συγγραμμάτων.