17 C
Athens
Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτικήΓνώμηΣτην αυλή ενός ανδρός: Όταν η εξουσία περιστρέφεται γύρω από έναν

Στην αυλή ενός ανδρός: Όταν η εξουσία περιστρέφεται γύρω από έναν


Της Βαΐας Σταυρίδου, 

Η σύγχρονη πολιτική ιστορία της Ελλάδας, από τη Μεταπολίτευση του 1974 έως σήμερα, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τις ηγεσίες που κλήθηκαν να διαχειριστούν τις κρίσιμες προκλήσεις κάθε εποχής. Κάθε Πρωθυπουργός, με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πολιτικής του προσωπικότητας και τις συνθήκες που τον ανέδειξαν, συνέβαλε στη διαμόρφωση της πορείας της χώρας. Η διαδοχή στην εξουσία δεν αποτελεί απλή αλλαγή προσώπων, αλλά ένα συνεχές πολιτικών επιλογών που αντανακλούν την κοινωνική δυναμική και τις διεθνείς εξελίξεις.

Ξεκινώντας από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή (1974-1980), ο οποίος ως θεμελιωτής της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας ηγήθηκε της αποκατάστασης των δημοκρατικών θεσμών μετά τη Χούντα των Συνταγματαρχών. Το Σύνταγμα του 1975, το οποίο υπήρξε ο ακρογωνιαίος λίθος του νέου πολιτεύματος, έφερε τη σφραγίδα της πολιτικής του σκέψης. Παράλληλα, η ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (1981) δρομολογήθηκε από τις διπλωματικές του προσπάθειες, αναγνωρίζοντας ότι η Ευρώπη αποτελούσε την ασπίδα σταθερότητας που η χώρα είχε ανάγκη. Με τον Καραμανλή, η Ελλάδα πέρασε από την εποχή της μεταπολεμικής ανασυγκρότησης στην πολιτική ωρίμανση.

Τη σκυτάλη έλαβε ο Ανδρέας Παπανδρέου (1981-1989, 1993-1996), που έφερε έναν αέρα ριζοσπαστικού εκσυγχρονισμού. Υπήρξε ηγέτης με έντονο λαϊκό έρεισμα, ο οποίος οραματίστηκε και υλοποίησε τομές στο κοινωνικό κράτος με την καθιέρωση του Εθνικού Συστήματος Υγείας και την κατοχύρωση δικαιωμάτων για ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας. Η ανεξαρτησία της εξωτερικής πολιτικής του Παπανδρέου, σε μια Ευρώπη που ισορροπούσε στον Ψυχρό Πόλεμο, επανειλημμένα προκάλεσε αντιδράσεις, αλλά υπογράμμισε την πρόθεση της Ελλάδας να κινηθεί ως ισότιμο μέλος της διεθνούς κοινότητας. Ωστόσο, οι δημοσιονομικές επιπτώσεις αυτής της πολιτικής έμελλε να καθορίσουν τις επόμενες δεκαετίες.

Ακολούθως, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης (1990-1993) υπήρξε μία μακροχρόνια πολιτική μορφή με εμπειρία και διαύγεια που προσπάθησε να επαναφέρει τη χώρα σε τροχιά δημοσιονομικής σταθερότητας. Οι ιδιωτικοποιήσεις και οι προσπάθειες εκσυγχρονισμού βρήκαν αντιστάσεις σε μια κοινωνία που ακόμη ανάρρωνε από τον διχασμό προηγούμενων δεκαετιών. Την ίδια στιγμή, το ζήτημα της ονομασίας της Βόρειας Μακεδονίας δοκίμασε τις αντοχές της κυβέρνησής του, αφήνοντας βαθιά ίχνη στο πολιτικό σκηνικό.

Πηγή Εικόνας: cnn.gr / Φωτογράφος και Δικαιώματα Χρήσης: ΖΑΧΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ / INTIME NEWS

Η δεκαετία του 1990 ολοκληρώθηκε με την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Κώστα Σημίτη (1996-2004), η θητεία του οποίου αποτέλεσε μια συντονισμένη προσπάθεια ευρωπαϊκού εκσυγχρονισμού. Η εισαγωγή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, με την υιοθέτηση του ευρώ, και οι μεγάλες υποδομές της Ολυμπιακής περιόδου καθόρισαν το όραμά του για έναν σύγχρονο και ανεπτυγμένο ευρωπαϊκό κράτος. Ωστόσο, το τίμημα της οικονομικής σταθερότητας συνοδεύτηκε από εντάσεις που αποκάλυψαν αδυναμίες στο διαχειριστικό μοντέλο.

Στη συνέχεια, ο Κώστας Καραμανλής (2004-2009), εκπρόσωπος μιας νεότερης γενιάς πολιτικών, προσπάθησε να εδραιώσει τη διαφάνεια και τη λογοδοσία. Οι ενεργειακές συνεργασίες με διεθνείς εταίρους και οι προτεραιότητες ασφαλείας του αποτέλεσαν διακριτά χαρακτηριστικά της θητείας του. Εντούτοις, η προαναγγελία της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και οι αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού, όπως φάνηκε στις πυρκαγιές του 2007, επισκίασαν το έργο του.

Με την κρίση να κορυφώνεται, ο Γιώργος Παπανδρέου (2009-2011) αναδείχθηκε ως ηγέτης μιας εποχής βαθιάς κοινωνικής αμφισβήτησης. Το πρώτο Μνημόνιο συνεργασίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΔΝΤ σημάδεψε την αρχή της λιτότητας, αλλά και του κατακερματισμού του πολιτικού σκηνικού. Παρά τις προθέσεις του για αλλαγές, η πολιτική αστάθεια που επακολούθησε οδήγησε στην ανάδειξη του Λουκά Παπαδήμου ως υπηρεσιακού Πρωθυπουργού (2011-2012), συμβόλου τεχνοκρατικής συνέχειας.

Η επόμενη περίοδος, υπό τον Αντώνη Σαμαρά (2012-2015), χαρακτηρίστηκε από την προσπάθεια εξόδου από την κρίση και την επιβολή αυστηρών μέτρων λιτότητας. Ενώ η πολιτική σταθεροποίηση φάνηκε εφικτή, το κοινωνικό κόστος παρέμεινε δυσβάσταχτο. Σε αντίθεση, η άνοδος του Αλέξη Τσίπρα (2015-2019) και η ρητορική του κατά της λιτότητας ανέτρεψαν τις παραδοσιακές ισορροπίες, οδηγώντας σε δραματικές διαπραγματεύσεις με την Ευρώπη και σε μια νέα μνημονιακή συμφωνία. Παράλληλα, η Συμφωνία των Πρεσπών αποτέλεσε ιστορική τομή.

Πηγή Εικόνας: cnn.gr / Φωτογράφος και Δικαιώματα Χρήσης: ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ / EUROKINISSI

Τέλος, ο Κυριάκος Μητσοτάκης (2019-2024) κλήθηκε να αντιμετωπίσει κρίσεις με παγκόσμιο αντίκτυπο, από την πανδημία COVID-19 μέχρι τις γεωπολιτικές εντάσεις στο Αιγαίο. Οι πολιτικές του επικεντρώθηκαν στον ψηφιακό μετασχηματισμό, την οικονομική ανάπτυξη και την ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος της χώρας, διαμορφώνοντας το πλαίσιο μιας νέας πολιτικής κανονικότητας.

Οι υπηρεσιακοί Πρωθυπουργοί, από τον Λουκά Παπαδήμο έως τη Βασιλική Θάνου, ενσάρκωσαν τη θεσμική ανάγκη για ουδετερότητα και σταθερότητα στις πιο αβέβαιες στιγμές. Το έργο τους, αν και περιορισμένο, υπογράμμισε τη σημασία της υπεράσπισης του δημοκρατικού ήθους σε περιόδους ρευστότητας.

Σε κάθε περίπτωση, η εκτελεστική εξουσία στην Ελλάδα κατέχει κεντρικό ρόλο στη λειτουργία του πολιτεύματος, όπως ορίζεται από το Σύνταγμα του 1975 και τις συνακόλουθες θεσμικές ρυθμίσεις. Ενσαρκώνοντας την πρακτική εφαρμογή της κρατικής βούλησης, η εκτελεστική εξουσία ενσωματώνει την κυβερνητική λειτουργία, με τον Πρωθυπουργό να δεσπόζει ως κορυφαίος εκφραστής της. Ο πρωθυπουργοκεντρικός χαρακτήρας της διοίκησης έχει αναδειχθεί ως καθοριστικό χαρακτηριστικό του ελληνικού πολιτικού συστήματος, όπου οι αρμοδιότητες συγκεντρώνονται σχεδόν μονοπωλιακά στο πρόσωπο του πρωθυπουργού, με τους υπουργούς και τις δομές να λειτουργούν σε μεγάλο βαθμό υπό τη δική του καθοδήγηση.

Η πρωθυπουργοκεντρική δομή αποτελεί αποτέλεσμα τόσο της συνταγματικής τάξης, όσο και της ιστορικής εξέλιξης του πολιτικού συστήματος, η οποία διαμορφώθηκε μέσα από την ανάγκη για ταχύτητα και αποφασιστικότητα σε συνθήκες κρίσεων και θεσμικής αστάθειας. Στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα, ο Πρωθυπουργός δεν είναι απλώς ο «πρώτος μεταξύ ίσων» στο υπουργικό συμβούλιο, αλλά ο κεντρικός άξονας της χάραξης πολιτικής, του συντονισμού των κρατικών μηχανισμών και της διαχείρισης κρίσεων. Αυτός ο ρόλος, ωστόσο, δεν περιορίζεται στη διαχείριση του εκτελεστικού βραχίονα αλλά εκτείνεται συχνά και στον έλεγχο της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, ενισχύοντας τον θεσμικό του μονοπωλιακό χαρακτήρα.

Η κυριαρχία του Πρωθυπουργού, αν και παρέχει δυνατότητες για ταχεία λήψη αποφάσεων και ισχυρή ηγεσία σε κρίσιμες περιστάσεις, γεννά και προκλήσεις. Το υπερσυγκεντρωτικό αυτό μοντέλο, συχνά περιορίζει την ανεξαρτησία και τη δημιουργικότητα άλλων κυβερνητικών αξιωματούχων, ενώ μπορεί να οδηγήσει σε ελλείμματα λογοδοσίας. Επιπλέον, σε συνθήκες όπου ο θεσμικός έλεγχος είναι ανεπαρκής, η συγκέντρωση της εξουσίας μπορεί να αποδυναμώσει τη δημοκρατική λειτουργία και να ενισχύσει φαινόμενα πολιτικής πόλωσης και αυταρχικών τάσεων.

Ο πρωθυπουργοκεντρικός χαρακτήρας της διοίκησης έχει αφήσει έντονα το αποτύπωμά του στην πορεία της Ελλάδας. Από τη μία πλευρά, υπήρξε εργαλείο για την αντιμετώπιση έκτακτων καταστάσεων, όπως η οικονομική κρίση και η πανδημία, προσφέροντας τη δυνατότητα γρήγορης και συντονισμένης δράσης. Από την άλλη, αυτή η συγκεντρωτική τάση έχει υπονομεύσει την ορθολογική κατανομή αρμοδιοτήτων, αφήνοντας περιθώρια για αναποτελεσματικότητα και ανισότητες στην εφαρμογή των πολιτικών.

Το ερώτημα αν αυτό το σύστημα ήταν τελικά ωφέλιμο ή επιζήμιο παραμένει σύνθετο. Ενώ εξυπηρέτησε την ανάγκη για σταθερότητα και ταχύτητα σε κρίσιμες στιγμές, δεν κατάφερε να επιλύσει χρόνια προβλήματα, όπως η γραφειοκρατία, η έλλειψη διαφάνειας και η αποσύνδεση μεταξύ πολιτικών και κοινωνικών προτεραιοτήτων. Για την Ελλάδα του μέλλοντος, η εξισορρόπηση της πρωθυπουργικής ισχύος με μια πιο αποκεντρωμένη και συνεργατική προσέγγιση θα μπορούσε να συμβάλει στη δημιουργία ενός πιο βιώσιμου και δημοκρατικού συστήματος διακυβέρνησης.

Τέλος, η πρωθυπουργοκεντρική δομή της ελληνικής διοίκησης μοιάζει με ένα δίκοπο μαχαίρι: από τη μία, προσφέρει την ψευδαίσθηση της αποφασιστικής ηγεσίας, από την άλλη, διατηρεί ένα σύστημα που συχνά αναπαράγει τα προβλήματά του. Η εξουσία, συγκεντρωμένη σε ένα πρόσωπο, λειτουργεί σαν χωνευτήρι φιλοδοξιών και αντιφάσεων, όπου η ικανότητα για αλλαγή πνίγεται μέσα στον φόβο της απώλειας ελέγχου. Σε έναν κόσμο που απαιτεί συλλογικότητα, διαφάνεια και καινοτομία, η εμμονή στο μονοπρόσωπο αυτό μοντέλο μοιάζει με έναν παρωχημένο αναχρονισμό –μια υπενθύμιση πως η Ελλάδα, για να προχωρήσει πραγματικά, ίσως χρειάζεται να αποδεχθεί πως η ισχυρή διακυβέρνηση δεν εξαρτάται από έναν, αλλά από όλους.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Πρωθυπουργοί VS ελληνική οικονομία: Η κεντροαριστερή σφήνα στον έντονο οικονομικό κύκλο, in.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Το Μέγαρο Μαξίμου, primeminister.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Πρωθυπουργοί Ελλάδας, science.fandom.com, διαθέσιμο εδώ
  • Η Δημοκρατία: Κορυφαίο πολίτευμα – Ανώτατο αγαθό, patrisnews.com, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Βαΐα Σταυρίδου
Βαΐα Σταυρίδου
Γεννήθηκε στις 19 Δεκεμβρίου του 2000. Αποφοίτησε από το τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ το 2022 και ολοκλήρωσε το μονοετές μεταπτυχιακό πρόγραμμα "Democracy, Citizenship, and Change" στο Dalarna University. Επιδιώκει ένα δεύτερο μεταπτυχιακό στη Διακυβέρνηση και Περιφερειακή Ανάπτυξη στο ΑΠΘ. Τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα περιλαμβάνουν τη δημόσια διοίκηση και τις δημόσιες πολιτικές. Στον ελεύθερο χρόνο της, αγαπά να διαβάζει ποίηση και να μαθαίνει νέες γλώσσες.