Της Ιωάννας Ζαπονάκη,
Στο πρώτο μέρος μελετήθηκαν οι ενέργειες που οδήγησαν στη σύνταξη του πρώτου Συντάγματος της Επιδαύρου. Παρακάτω, αναφέρονται τα υπόλοιπα δύο Συντάγματα του Αγώνα, εκείνο του Άστρους και το πιο σημαντικό όλων της Τροιζήνας.
Η Εθνοσυνέλευση του Άστρους
Το δεύτερο Σύνταγμα του Αγώνα ονομάστηκε Σύνταγμα του Άστρους. Το Μάρτιο του 1823 συγκλήθηκε η Β΄ Εθνοσυνέλευση, στο Άστρος της Κυνουρίας και στις 18 Απριλίου 1823 ψηφίστηκε το αναθεωρημένο Σύνταγμα του Άστρους με τον τίτλο «Νόμος της Επιδαύρου» για να τονιστεί η σύνδεση και η συνέχεια με το Σύνταγμα της Επιδαύρου.
Μετά την ψήφιση του πρώτου Συντάγματος υπήρξαν διενέξεις και συγκρούσεις. Η αδυναμία της Διοίκησης να επιβληθεί έναντι των Γερουσιών, των στρατιωτικών αλλά και να αντιμετωπίσει τον Δράμαλη, έδωσε την ευκαιρία στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη να αναδειχθεί και να συσπειρώσει γύρω του τους δυσαρεστημένους οπλαρχηγούς. Παράλληλα, ήρθε σε συνεννόηση με την Πελοποννησιακή Γερουσία εδραιώνοντας την ισχύ του στον Μοριά. Έτσι, η Διοίκηση δίχως στρατό στην κατοχή της αλλά και έσοδα για να διαχειριστεί προκήρυξε εκλογές για την ανάδειξη «παραστατών» που θα εκπροσωπούσαν το Έθνος στη Β’ Εθνοσυνέλευση και θα αντικαθιστούσαν τη Διοίκηση, η θητεία της οποία έληγε.
Η Β΄ Εθνοσυνέλευση εξέλεξε ως πρόεδρο τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Αντιπρόεδρος ορίστηκε ο επίσκοπος Βρεσθένης Θεοδώρητος και αρχιγραμματέας ο Θεόδωρος Νέγρης. Την αποτελούσαν 230 αντιπρόσωποι. Δεν ήταν διορισμένοι αλλά είχαν εκλεγεί με έμμεση εκλογή από τους γέροντες των κοινοτήτων με βάση τον πρώτο εκλογικό νόμο (ν. 17/1822), με μυστική ψηφοφορία. Η πλειοψηφία της Συνέλευσης, ήταν 150 προεστοί ως αντιπρόσωποι. Αντιπροσωπεύονταν οι κοτζαμπάσηδες, οι νησιώτες (οι ισχυροί πλοιοκτήτες) και λιγότερο οι στρατιωτικοί, αφού ήταν εκφραστές των πιο φτωχών επαναστατημένων κοινωνικών στρωμάτων. Στην Εθνοσυνέλευση επικράτησε κλίμα δυσπιστίας και εχθρότητας. Σχηματίστηκαν δύο ισχυροί πόλοι, ο ένας αυτός των στρατιωτικών που συσπειρώθηκαν γύρω από τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και ο άλλος αυτός των προεστών.
Παρ’ όλα αυτά, το Σύνταγμα του Άστρους υπήρξε νομικά αρτιότερο και περισσότερο δημοκρατικό και φιλελεύθερο συγκριτικά με εκείνο της Επιδαύρου. Επαναλάμβανε πολλές διατάξεις του προηγούμενου Συντάγματος, όμως, επέφερε και κάποιες διαφοροποιήσεις. Μεταξύ άλλων, αρχικά διατηρήθηκε το σχήμα το Βουλευτικό και το Εκτελεστικό, δίνοντας ώθηση στη θέση του Βουλευτικού. Κύριο χαρακτηριστικό υπήρξε η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Το Σύνταγμα προέβλεπε την προστασία της ατομικής ιδιοκτησίας, της τιμής και της ασφάλειας όχι μόνο των Ελλήνων, αλλά και όλων των προσώπων που βρίσκονταν σε ελληνικό έδαφος ενώ παράλληλα κατοχυρωνόταν η ελευθερία του Τύπου, η δουλεία καταργούνταν, καθιέρωνε την αρχή του νόμιμου δικαστή και έθετε περιορισμούς στην κράτηση προσώπου από τις αρχές. Σε επίπεδο πολιτικών δικαιωμάτων, ψηφίστηκε ένας νέος εκλογικός νόμος ο οποίος παραχωρούσε το δικαίωμα του εκλέγειν στους «άνδρες» και όχι μόνο στους «γέροντες», ενώ παράλληλα το όριο εκλογιμότητας μειώθηκε από το 30ό στο 25ο έτος. Επίσης, καταργήθηκαν οι Τοπικοί Οργανισμοί, που είχαν συγκροτηθεί κατά τα πρώτα χρόνια του Αγώνα, με το σκεπτικό να συγκροτηθεί μία κεντρική εξουσία.
Αυτή η ενοποιητική διαδικασία συνάντησε εμπόδια, λόγω των διαφορετικών συμφερόντων και προσωπικών φιλοδοξιών των αντιπροσώπων. Οι βασικές κοινωνικές ομάδες ήταν οι κοτζαμπάσηδες, οι νησιώτες εφοπλιστές και τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα των εμπόρων και των αγροτών τα οποία δεν ήταν συνειδητοποιημένα ως προς τις επιδιώξεις τους και δεν ήταν οργανωμένα. Σχετικά με αυτό, σε πρακτικό επίπεδο και σε ό,τι αφορά το οργανωτικό μέρος, οι αντιπρόσωποι της Εθνοσυνέλευσης άφησαν άλυτη μια σημαντική παράμετρο που αφορούσε στην ενιαύσια θητεία των δύο οργάνων της Διοίκησης, αυτή του Βουλευτικού και του Εκτελεστικού. Έτσι, σχηματίστηκαν δύο Βουλευτικά και δύο Εκτελεστικά. Ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος την ίδια χρονιά, το 1823. Έληξε στο τέλος του 1824, με την επικράτηση των νησιωτών αλλά και ύστερα από την απειλή ενταφιασμού της Επανάστασης μετά την απόβαση των στρατευμάτων του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο. Ο κίνδυνος αποσοβήθηκε με την επιστράτευση των πιο ριζοσπαστικών στοιχείων των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων ενάντια στις συμβιβαστικές διαθέσεις των κοτζαμπάσηδων που εκφράστηκε με το θρυλικό σύνθημα του Κολοκοτρώνη «τσεκούρι και φωτιά στους προσκυνημένους».
Η Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας
Η Γ΄ Εθνοσυνέλευση συνήρθε στην Τροιζήνα, τον Απρίλιο του 1826, με σκοπό την ολοκλήρωση των εργασιών της Εθνοσυνέλευσης της Επιδαύρου, που είχαν διακοπεί λόγω των εμφύλιων συγκρούσεων. Έτσι, το Μάιο του 1827, ψηφίστηκε ο πρώτος καταστατικός χάρτης της Ελλάδας, που ονομάστηκε «Πολιτικό Σύνταγμα της Ελλάδας» ή «Σύνταγμα της Τροιζήνας».
Πρόεδρος της Γ΄ Εθνοσυνέλευσης ήταν ο Γεώργιος Σισίνης. Γραμματέας ορίστηκε ο Νικόλαος Σπιλιάδες. Συνήρθε με 200 αντιπροσώπους, μετά από εκλογές. Υπήρξαν διενέξεις που οδήγησαν στη διάσπασή της με κυρίαρχο κριτήριο την προσκόλληση στην Αγγλία, τη Ρωσία ή τη Γαλλία. Ενώθηκε ξανά το Μάρτιο του 1827, όταν ξεπεράστηκαν οι αντιθέσεις.
Την Εθνική Συνέλευση την απασχόλησε ένα πολύ βασικό ερώτημα αν θα ήταν δηλαδή η εκτελεστική εξουσία μονοπρόσωπη ή συλλογική. Πριν ψηφιστεί νέο Σύνταγμα, αποφάσισε με ψήφισμα την ανάθεση της, στον Ιωάννη Καποδίστρια τον οποίο όρισε ως Κυβερνήτη για 7 χρόνια. Η Εθνοσυνέλευση ξεκίνησε με αυτόν τον ίσως παράδοξο τρόπο τις εργασίες της θέτοντας ουσιαστικά έναν ακόμη λίθο στην υπονόμευση του δημοκρατικού προτύπου που, έστω και ατελώς, εκφραζόταν στα προηγούμενα Συντάγματα. Το Σύνταγμα που ψηφίστηκε, μοιραία, πέρασε στην ανάγκη ελέγχου του Κυβερνήτη.
Έστω και έτσι, διακρίνεται ο δημοκρατικός χαρακτήρας των διατάξεών του ενώ παράλληλα δεν χαρακτηρίστηκε «προσωρινό» όπως τα προηγούμενά του. Βασίστηκε στο αμερικανικό Σύνταγμα του 1787. Το Σύνταγμα της Τροιζήνας αποτελείτο από 150 άρθρα. Οι νεωτερισμοί του αφορούσαν μία ευρεία ποικιλία ζητημάτων. Η Εκτελεστική εξουσία ανήκε στον Κυβερνήτη ο οποίος εκλεγόταν για επτά χρόνια. Διόριζε έξι Υπουργούς, που ονομάζονταν «Γραμματείς». Ο Κυβερνήτης επικύρωνε και δημοσίευε εντός δεκαπέντε ημερών τους νόμους που ψήφιζε η Βουλή. Είχε αναβλητικό βέτο στο νομοθετικό έργο της Βουλής. Αν, όμως, η τελευταία επέμενε στο αρχικό σχέδιό της, ήταν υποχρεωμένος να το κυρώσει και δημοσιεύσει. Δεν μπορούσε να διαλύσει τη Βουλή αλλά μόνο να τη συγκαλέσει σε έκτακτη συνεδρίαση. Επίσης, η Βουλή διέθετε τη νομοθετική εξουσία. Τα μέλη της εκλέγονταν για μια τριετία και ανανεώνονταν η σύνθεσή της κατά το 1/3 κάθε χρόνο. Κανένας αντιπρόσωπος δεν μπορούσε να εκλεγεί για δύο συνεχόμενες θητείες. Υπήρχε έλεγχος από τους βουλευτές προς τους υπουργούς. Η Κυβέρνηση δεν μπορούσε να κάνει πόλεμο, ούτε να συνάψει συνθήκη ειρήνης ή συμφωνία για εμπορικές σχέσεις, χωρίς τη συγκατάθεση της Βουλής.
Παράλληλα, η Βουλή είχε την υποχρέωση να διατηρεί τα εθνικά κτήματα και να αποφασίζει για την τύχη εκείνων που υπόκειντο σε φθορά. Στις αρμοδιότητες της Βουλής ήταν η λήψη μέτρων για την πρόοδο της γεωργίας, της βιομηχανίας και του εμπορίου. Είχε την υποχρέωση να συντάσσει κώδικες οι οποίοι θα είχαν ως βάση τη γαλλική νομοθεσία. Ως τότε παραμερίζονταν η επιλογή του βυζαντινού δικαίου. Ως στοιχείο συμβιβασμού, όμως, όριζε ότι μέχρι να δημοσιευθούν οι κώδικες θα εξακολουθούσαν να ισχύουν οι βυζαντινοί νόμοι.
Τα δικαστήρια θα δίκαζαν με βάση τους γραπτούς νόμους και όχι με τα έθιμα που εξέφραζαν τα συμφέροντα των κοτζαμπάσηδων. Σε αυτό το σημείο, φαίνεται η επίδραση των κοινωνικών τάξεων που είχαν συμφέρον από την ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής.
Κατοχύρωνε πληρέστερα τα ατομικά δικαιώματα, όπως το τεκμήριο της αθωότητας, την ισότητα ενώπιον του νόμου, την προσωπική ελευθερία και ασφάλεια απέναντι στις διώξεις, την αναλογική κατανομή των φόρων, την ελευθερία του τύπου, τη μη αναδρομική ισχύ των νόμων, την απαγόρευση της δουλείας, την απαγόρευση απονομής τίτλων ευγένειας και την αρχή του φυσικού δικαστή.
Τέλος, τροποποιούσε την σχέση μεταξύ κράτους και εκκλησίας. Από τη μια πλευρά το άρθρο 1, στο δεύτερο εδάφιο, κατοχύρωνε την ορθοδοξία ως επικρατούσα θρησκεία. Από την άλλη πλευρά, στο άρθρο 1, στο πρώτο εδάφιο, κατοχύρωνε την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης.
Το Σύνταγμα της Τροιζήνας χαρακτηρίστηκε από τους συμβιβασμούς των εμπλεκόμενων μερών. Για αυτό το λόγο και δεν εφαρμόστηκε. Εντούτοις, από άποψη περιεχομένου υπήρξε το πιο προοδευτικό. Εμπνεόταν από τις αρχές της Γαλλικής Επανάστασης, όμως, δεν άγγιζε τις πλέον ριζοσπαστικές της εκφράσεις. Για αυτό, δεν έφτασε σε επίπεδο διακηρύξεων το ριζοσπαστισμό του σχεδίου Συντάγματος του Ρήγα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Αλιβιζάτος, Κ. Νικόλαος (2012), Το Σύνταγμα και οι εχθροί του στην Νεοελληνική ιστορία 1820-2010, Αθήνα, Εκδόσεις ΠΟΛΙΣ
- Καλτσώνης, Δημήτρης (2017), Συνταγματική Ιστορία της Ελλάδας 1821-2001, Αθήνα, Εκδόσεις ΚΨΜ
- Κοντιάδης, Ι. Ξενοφών (2021), Η περιπετειώδης Ιστορία των επαναστατικών συνταγμάτων του 1821: Η θεμελιωτική στιγμή της Ελληνικής Πολιτείας, Αθήνα, Εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ
- Κωστής, Κ. (2014), Τα κακομαθημένα παιδιά της Ιστορίας, Αθήνα, Εκδόσεις Πατάκη
- Δασκαλάκη, ΑΠ. (1961), Ιστορία της νεωτέρας Ελλάδος Μέρος Α’, Αθήνα, Εκδόσεις Πανεπιστημιακαί Παραδόσεις