Της Ευδοκίας Παπασταθοπούλου,
«Ανήλικοι ξυλοκόπησαν συμμαθητή τους», «Μαθητής καταγγέλλει σεξουαλική κακοποίηση από συμμαθητές του», «Μαθητές βιντεοσκόπησαν και επιτέθηκαν σε καθηγήτριά τους», «Έφηβος έβαλε τέλος στη ζωή του»… Αυτοί είναι μερικοί από τους τίτλους ειδήσεων, που διαβάζουμε ανησυχητικά συχνά τον τελευταίο καιρό. Ο αριθμός τέτοιων περιστατικών, σύμφωνα με τους ειδικούς —ναι— έχει αυξηθεί, αλλά συνέβαιναν πάντα. Ίσως δεν έβγαιναν τόσο στην επιφάνεια και συγκαλύπτονταν για την αποφυγή στιγματισμού… Ίσως η διάδοσή τους δεν ήταν τόσο ευρεία, όπως γίνεται σήμερα με τα ΜΜΕ… Ίσως… Ίσως έχει έρθει η στιγμή για συγκροτημένες δράσεις στο σχολικό περιβάλλον. Τα περιστατικά αυτά αναδεικνύουν την ανάγκη ύπαρξης ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών στα σχολεία, άμεσα προσβάσιμων στους μαθητές, τους γονείς ή τους φροντιστές τους.
Περιστατικά βίας και αυτοτραυματισμού, προβλήματα ψυχικής υγείας, κατάθλιψη και αυτοκτονικές τάσεις συναντώνται σε μεγαλύτερο βαθμό σε παιδιά που βρίσκονται στην εφηβεία ή στην προεφηβεία. Ωστόσο, το ανησυχητικό είναι ότι πλέον τέτοια περιστατικά και προβλήματα αρχίζουν να αφορούν όλο και περισσότερο και παιδιά μικρότερης ηλικίας, μαθητές στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση (νηπιαγωγεία και δημοτικά). Ανάμεσα στις αιτίες, οι ειδικοί τοποθετούν το νέο τρόπο ζωής, την κακή χρήση του διαδικτύου, την ενδοοικογενειακή λεκτική ή σωματική βία και τις κακές συνθήκες διαβίωσης της οικογένειας, καθώς ένα μερίδιο φέρει και ο εγκλεισμός της πανδημίας Covid-19, οι «πληγές» του οποίου είναι, ακόμη και σήμερα, ορατές στην κοινωνία. Η πανδημία φέρει μερίδιο, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, στην επιδείνωση των ψυχικών διαταραχών στα παιδιά, καθώς περίπου το 15% των ατόμων μεταξύ 10 και 17 ετών πάσχει από κάποια ψυχική νόσο. Οι διαταραχές αυτές επηρεάζουν πολλούς τομείς της ζωής του παιδιού, και αν δεν ληφθεί η κατάλληλη φροντίδα, μπορεί να έχουν άσχημες συνέπειες για το ίδιο, αλλά και για τους γύρω του, τώρα αλλά και στο μέλλον.
Τα σχολεία είναι μία μικρογραφία της κοινωνίας. Οι μαθητές έχουν δικαιώματα και υποχρεώσεις. Το σχολείο δεν είναι μόνο ένας μηχανισμός λήψης γνώσεων, αλλά αποτελεί ένα περιβάλλον μέσα στο οποίο ο μαθητής κοινωνικοποιείται, μαθαίνει να συνεργάζεται και να λειτουργεί δημοκρατικά, αναπτύσσει την κριτική του ικανότητα, δημιουργεί την ταυτότητά του. Το παιδί, μέσα από το σχολείο, πρέπει να μάθει να σέβεται τη διαφορετικότητα. Να κατανοήσει ότι επειδή κάποιος είναι διαφορετικός, δε σημαίνει πως δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται αξιοπρεπώς. Γιατί όλοι είμαστε διαφορετικοί, αλλά όλοι ίσιοι.
Όσον αφορά το νομικό πλαίσιο, το οποίο διέπει την παιδική προστασία και την ψυχική υγεία στην Ελλάδα, η κατανόησή του αποτελεί κρίσιμο ζήτημα για τη διασφάλιση της πρόσβασης των παιδιών και των εφήβων σε κατάλληλη φροντίδα. Παρά τη σημασία της νομοθεσίας για την προστασία των δικαιωμάτων αυτών των ομάδων, η υφιστάμενη νομική πραγματικότητα είναι ιδιαίτερα περίπλοκη και κατακερματισμένη, με διάσπαρτες διατάξεις και αρμοδιότητες, που εκτείνονται σε πολλά υπουργεία και φορείς. Αυτός ο κατακερματισμός δημιουργεί ασάφειες και διοικητικά εμπόδια, καθιστώντας δύσκολη τόσο για τους επαγγελματίες όσο και για το κοινό, την κατανόηση των νομικών υποχρεώσεων και δικαιωμάτων τους. Ως αποτέλεσμα, η παροχή φροντίδας και υποστήριξης στα παιδιά, που τη χρειάζονται δυσχεραίνεται, αναδεικνύοντας την ανάγκη για ένα πιο συντονισμένο και ενιαίο σύστημα.
Στη χώρα μας, η παρουσία σχολικού ψυχολόγου έχει θεσμοθετηθεί από το 1985, αρχικά μόνο για τα ειδικά σχολεία. Από το 2010 κι έπειτα άρχισαν να τοποθετούνται και σ’ άλλα σχολεία. Σημαντική παρατήρηση αποτελεί ότι ο αριθμός των σχολικών ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών διπλασιάστηκε από το 2019. Παρόλα αυτά, η παρουσία τους στο σχολείο δεν είναι καθημερινή, αλλά εβδομαδιαία. Πιο συγκεκριμένα, επισκέπτονται τα σχολεία μόνο μία φορά την εβδομάδα, πράγμα που δυσχεραίνει το έργο τους, καθώς η παρέμβαση δε μπορεί να είναι άμεση, με αποτέλεσμα να λειτουργούν πυροσβεστικά κι όχι προληπτικά. Οι ουρές έξω από τα γραφεία σχολικών ψυχολόγων είναι ατελείωτες, αποτελούμενες όχι μόνο από μαθητές, αλλά και από γονείς, οι οποίοι δε μπορούν να ανταπεξέλθουν οικονομικά, ώστε να επισκεφτούν ψυχολόγο εκτός σχολείου.
Ο επαγγελματίας ψυχικής υγείας είναι εκπαιδευμένος κατάλληλα, ώστε να οδηγήσει το παιδί στην εξωτερίκευση των συναισθημάτων και των σκέψεων του, με δημιουργικά μέσα. Γνωρίζει πώς να δράσει προληπτικά, αλλά και πώς να αντιμετωπίσει επείγουσες καταστάσεις. Το ζήτημα, όμως, είναι να του δοθεί η ευκαιρία να εξασκήσει το λειτούργημά του όπως πρέπει —και αυτό δε γίνεται με μία ημέρα την εβδομάδα. Παράλληλα, η συνεργασία ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών με εκπαιδευτικούς και γονείς κρίνεται παραπάνω από απαραίτητη. Πρέπει να υπάρξει συλλογική και συγκροτημένη προσπάθεια, γιατί αν ξεκινήσουμε να ρίχνουμε ευθύνες τύπου «φταίει το κράτος», «φταίει το σχολείο», «φταίνε οι γονείς», «φταίνε οι δάσκαλοι»… το έχουμε «χάσει το παιχνίδι».
Καταλήγοντας, ας μην παραλείψουμε ότι, στις 17 Οκτωβρίου, αναρτήθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, η απόφαση για την πρόσληψη συνολικά επτακοσίων ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών, οι οποίοι θα επανδρώσουν σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Ένα σημαντικό βήμα —θα έλεγε κανείς— και μέλει να δούμε πώς θα πάει η εφαρμογή του σχεδίου και τι «καρπούς» θα αποδώσει…
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- «Κινδυνεύουμε να χάσουμε παιδιά, επειδή είμαστε σε λειτουργία έκτακτης ανάγκης», kathimerini.gr, διαθέσιμο εδώ
- Τι γίνεται με τους σχολικούς ψυχολόγους στην Ελλάδα; Η υφυπουργός Παιδείας, Δόμνα Μιχαηλίδου και η παιδοψυχολόγος απαντούν, ladylike.gr, διαθέσιμο εδώ
- Παραβατικότητα ανηλίκων: Γιατί αυξήθηκαν τα περιστατικά, tanea.gr, διαθέσιμο εδώ