Της Αλίκης Μπρίνιου,
Ο Gustave Caillebotte ήταν ένας Γάλλος ζωγράφος που έζησε μεταξύ 19 Αυγούστου 1848 και 21 Φεβρουαρίου 1894. Ήταν μέλος και «προστάτης» του ιμπρεσιονισμού, ενός κινήματος τέχνης του 19ου αιώνα που βασιζόταν σε μικρές, λεπτές, αλλά, ταυτόχρονα, ορατές πινελιές, ανοιχτή σύνθεση και έμφαση στην ακριβή απεικόνιση του φωτός στις μεταβαλλόμενες ιδιότητες του· στο συνηθισμένο θέμα, αλλά και σε ασυνήθιστες οπτικές γωνίες και συμπερίληψη της κίνησης ως κρίσιμο στοιχείο της ανθρώπινης αντίληψης και εμπειρίας. Βέβαια, ο Caillebotte, ακόμα κι αν είχε ενταχθεί στο κίνημα, προτιμούσε να ζωγραφίζει με πιο ρεαλιστικό τρόπο από τους υπόλοιπους του κύκλου.
Το 1868 απέκτησε πτυχίο νομικής και άδεια ασκήσεως του επαγγέλματος, ενώ ήταν ήδη εκπαιδευμένος και ως μηχανικός. Αργότερα, κλήθηκε να πολεμήσει στον Γαλλπρωσικό πόλεμο. Αφού τελείωσε ο πόλεμος, ο Caillebotte ξεκίνησε να επισκέπτεται το στούντιο του ζωγράφου Léon Bonnat, εκεί όπου η ώθησή του στη ζωγραφική τον έπεισε να ασχοληθεί σοβαρά με την τέχνη. Αυτό τον οδήγησε να επιλέξει τη σχολή École des Beaux-Arts για σπουδές στο Παρίσι.
Το 1876, ο Caillebotte πήρε την απόφαση να παρουσιάσει οκτώ πίνακές του, μέσα σε αυτούς και τον Les raboteurs de parquet (Κατασκευαστές δαπέδων), που ήταν το πρώτο του αριστούργημα, στη 2η έκθεση ιμπρεσιονιστών. Πιο συγκεκριμένα, το θέμα που απεικονιζόταν ήταν κάποιοι εργάτες που ετοίμαζαν ένα ξύλινο πάτωμα. Ο πίνακας θεωρήθηκε «χυδαίος» από ορισμένους κριτικούς με αποτέλεσμα να απορρίπτεται. Σύμφωνα με το καλλιτεχνικό κατεστημένο της εποχής, εκ μέρους της εργατικής τάξης θεωρούνταν αποδεκτοί μόνο οι αγρότες, οπότε η παρουσία κάποιας άλλης κατάστασης που δήλωνε τη «σκληρή» εργασία δεν ήταν σύμφωνη με τα δεδομένα που κυριαρχούσαν τότε.
Μερικά από τα πιο γνωστά του έργα είναι τα εξής: Δρόμος του Παρισιού, Βροχερή μέρα (1877), Άποψη μέσα από ένα μπαλκόνι (1880), Η γέφυρα της Ευρώπης (1876-1877), Χρυσάνθεμα στον κήπο στο Petit – Gennevilliers (1893). Όπως παρατηρείται από τους τίτλους που ο καλλιτέχνης είχε δώσει στα έργα του, επιδίωκε τον ρεαλισμό και την ξεκάθαρη εικόνα, καθώς κατονόμαζε κάθε έργο με απλές αλλά περιληπτικές ονομασίες που έδιναν τα βασικά στοιχεία για το θέμα που αντικατοπτριζόταν σε κάθε πίνακα. Επιπλέον, όπως και οι τίτλοι, έτσι και τα έργα του ήταν βασισμένα σε στοιχειώδεις εικόνες που ήταν εύκολα καταληπτές με μια πρώτη ματιά, καθώς απεικόνιζαν τις στιγμές που βιώνει κάποιος στην καθημερινότητα του δίχως έντονη ωραιοποίηση. Στόχος του ήταν να ζωγραφίζει την πραγματικότητα όπως ήταν, και όπως την έβλεπε μέσα από τη δική του οπτική γωνία, προσπαθώντας να μειώσει την εγγενή θεατρικότητα της ζωγραφικής.
Επιπροσθέτως, σαν καλλιτέχνης είχε επικεντρωθεί στην ιδέα της ζωγραφικής ως φωτογραφία. Σαφέστερα, πολλοί πίνακες εμφανίζονται με εικόνες οι οποίες θα μπορούσαν να είχαν ληφθεί από κάποια φωτογραφική μηχανή, αφού τα άτομα που παρουσιάζονται συνήθως δεν είναι στημένα σε κάποια συγκεκριμένη καλλιτεχνική πόζα κοιτώντας προς τον καλλιτέχνη, καθώς βρίσκονται σε πιο αφηρημένες πόζες και πολλές φορές δίχως εστιασμένα βλέμματα. Οι βασικές απεικονίσεις στα έργα του Caillebotte ήταν κάποια πορτρέτα και μελέτες φιγούρων, σκηνές βαρκάδας, αγροτικά τοπία και διακοσμητικές μελέτες λουλουδιών. Όντας ζωγράφος, έτεινε να χρησιμοποιεί φωτεινότερα χρώματα και πιο βαριές πινελιές στα μεταγενέστερα έργα του.
Η πρωτοτυπία του Caillebotte εμφανιζόταν στην προσπάθειά του να συνδυάζει το προσεκτικό σχέδιο μαζί με τον μοντελισμό και τις ακριβείς τονικές αξίες που πρεσβεύει η Ακαδημία με τα έντονα χρώματα, τις τολμηρές προοπτικές, την έντονη αίσθηση του φυσικού φωτός και τη μοντέρνα θεματολογία των ιμπρεσιονιστών.
Ορισμένοι πίνακες «νεκρής φύσης» του Caillebotte εστιάζουν κυρίως στο φαγητό, άλλοι στο τραπέζι έτοιμοι να φαγωθούν και άλλοι έτοιμοι να αγοραστούν, όπως σε μια σειρά από πίνακες με κύριο στοιχείο το κρέας σε ένα κρεοπωλείο. Πέρα από το φαγητό, έδινε έμφαση και σε πίνακες βασισμένους σε λουλούδια νεκρής φύσης, ιδιαίτερα τη δεκαετία του 1890. Προφανώς —όπως και για μεγάλο πλήθος καλλιτεχνών— το γυμνό δεν έλειπε από τη συλλογή του, με τα πιο γνωστά έργα Homme au bain (1884) και το Γυμνό σε έναν καναπέ (1882). Ο Caillebotte αποτύπωνε το γυμνό χωρίς να φαίνεται προκλητικό μέσα στον ρεαλισμό του, ούτε, όμως, προσπαθούσε να προσελκύσει τη μυθοπλασία ή κάποια εικόνα που βασιζόταν σε μη ρεαλιστικές ερμηνείες και πρότυπα.
Η καλλιτεχνική καριέρα του Caillebotte άρχισε να επιβραδύνεται στις αρχές του 1890 και τελείωσε το 1894, όταν ο ζωγράφος άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 45 ετών από πνευμονική συμφόρηση ενώ εργαζόταν στον κήπο του στο Petit-Gennevilliers. Το σώμα του έμεινε στο μέρος που έζησε από την πρώτη ως την τελευταία του ημέρα στο Παρίσι.
Για αρκετό καιρό, ο Caillebotte έχει μείνει στη μνήμη του κόσμο για την εντυπωσιακή αξιοποίηση της διαφορετικής οπτικής του γωνίας, η οποία τον ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους συνομηλίκους του. Δυστυχώς, όμως, λίγοι θυμούνται ακόμα αυτόν τον εξαίρετο ζωγράφο, καθώς η τέχνη του ξεχάστηκε σε μεγάλο βαθμό μέχρι τη δεκαετία του 1950, όταν οι απόγονοί του πούλησαν την οικογενειακή συλλογή.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Gustave Caillebotte, britannica.com, διαθέσιμο εδώ
- Top 10 Gustave Caillebotte Paintings, impressionistarts.com, διαθέσιμο εδώ