Του Βαγγέλη Ζαμινού,
Σημαντικό πρόβλημα, στις συνήθειες των Ελλήνων, είναι η υπέρογκη κατανάλωση του ηρεμιστικού και άκρως εθιστικού, Ζάναξ. Οι Έλληνες έχουν το Ζάναξ σαν τον καφέ. Το Ζάναξ ή αλλιώς αλπραζολάμη είναι το πιο συχνά συνταγογραφημένο ηρεμιστικό και βοηθάει στη καταπολέμηση του υπέρογκου άγχους, του στρες, των ψυχικών διαταραχών και στην καταπολέμηση της κατάθλιψης. Με μια πρώτη ματιά μοιάζει να είναι ένα άκρως βοηθητικό σκεύασμα για την επίλυση «δύσκολων μονοπατιών» του νευρικού μας συστήματος, όμως, εκτός των προβλημάτων που δημιουργεί η συνεχής κατανάλωσή του, δείχνει και το τέλμα που βρίσκεται η κοινωνία που βρίσκει ως μοναδική λύση στο καθημερινό άγχος, το Ζάναξ.
Η αρχή της «πτώσης» της ελληνικής κοινωνίας με την έναρξη της οικονομικής κρίσης του 2009 είχε ως αποτέλεσμα των οικονομικών (και όχι μόνο) προβλημάτων της χώρας, να έχει ως αποτέλεσμα μία ραγδαία αύξηση στη κατανάλωση ηρεμιστικών, ενώ ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, η Ελλάδα ήταν η 2η χώρα σε ρυθμό αύξησης στην κατανάλωση τέτοιων φαρμάκων.
Οι αλλαγές που έφερε η κρίση στη ζωή των πολιτών, βλέποντας να χάνουν την εργασία τους ή το σπίτι τους και να μειώνεται κατακόρυφα το εισόδημά τους, δημιούργησε συνθήκες τόσο τραυματικές, που συνολικά η κοινωνία φαίνεται πως κατέφυγε στη «λύση του Ζάναξ». ‘Άλλωστε, ταυτόχρονα η χώρα γνώρισε αύξηση στις αυτοκτονίες και την κατάθλιψη, ενώ σε σταθερή πορεία, μέχρι σήμερα, η ελληνική κοινωνία μετατρέπεται σε μια «κοινωνία της μιζέριας» που πιστεύει πως όχι μόνο δεν μπορεί να ονειρευτεί, αλλά ούτε να λύσει τα πιο βασικά της ζητήματα, όπως το στεγαστικό.
Οι δυσχερείς συνθήκες (είτε κοινωνικές είτε οικονομικές είτε πολιτικές) που «αναγκάζεται» να ζει ο κάθε πολίτης στην Ελλάδα δεν αποτελούν επαρκή λόγο και σίγουρα όχι δικαιολογία για την τόση μεγάλη κατανάλωση Ζάναξ. Άλλωστε, υπάρχουν και άλλες χώρες με πιο δυσαρεστημένους κατοίκους που δεν καταναλώνουν το ηρεμιστικό αυτό σε τόσο υψηλά επίπεδα. Ο κυριότερος λόγος που επιβαρύνει αυτή την προβληματική κατάσταση είναι η χωρίς όρια συνταγογράφηση φαρμακευτικών σκευασμάτων, που έχει «χτίσει» την κουλτούρα της μεγάλης κατανάλωσης φαρμάκων όλων των ειδών ή αλλιώς με ένα παράδειγμα, «νιώθω κάπως το κεφάλι μου, ας πάρω ένα ντεπόν». Οι Έλληνες είναι ο πιο «εκπαιδευμένος» λαός στη λήψη φαρμάκων, για αυτό τους είναι πιο οικείο το να καταναλώνουν «βαριά» σκευάσματα. Ακόμη, είναι σύνηθες οι γιατροί να συνταγογραφούν φάρμακα για περιπτώσεις ασθενών που ίσως να μην χρειάζονται τα φάρμακα ή να μην τα χρειάζονται σε μεγάλη ποσότητα. Επίσης, ο έλεγχος στην παραλαβή συνταγογραφημένων χαπιών όπως το Ζάναξ, είναι ελλιπής, μιας και δεν ζητούν στα φαρμακεία, ούτε στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ κάποιο είδος ταυτοπροσωπίας. Πέραν, όμως, από τον τρόπο συνταγογράφησης και τον ανεπαρκή έλεγχο, το Ζάναξ πωλείται και παράνομα στην αγορά από φαρμακεία που «ξεγελούν το σύστημα» και ανταλλάσσουν τα χάπια έναντι υπέρογκων ποσών. Επομένως, η προσβασιμότητα σε ισχυρά φάρμακα είναι εύκολη για όλους και για όλες τις ηλικίες.
Παρ’ ότι είναι αποδεδειγμένο ότι το Ζάναξ και τέτοιου τύπου χάπια, όπως το Ταβόρ, μπορούν να καταστρέψουν τον ανθρώπινο οργανισμό, τόσο όσο το αλκοόλ και τα ναρκωτικά, η πολιτεία στέκει αδιάφορη απέναντι στο πρόβλημα και κοιτά μόνο τους εθισμούς από τα ναρκωτικά και τις «πιάτσες» στην Αθήνα, αλλά όχι αυτές των ηρεμιστικών χαπιών που είναι κατά πολύ περισσότερες.
Κατά γενική ομολογία, με τα ηρεμιστικά χάπια αισθάνεσαι σε μικρό χρονικό διάστημα ήρεμος και γαλήνιος, είσαι απαθής για ό,τι συμβαίνει γύρω σου και νιώθεις ελαφρά κατατονικός και νυσταγμένος, ενώ σημαντική είναι και η συμβολή τους σε κρίσεις πανικού, οι οποίες προκαλούνται από την πίεση που νιώθει το άτομο βάσει των συνθηκών στη ζωή του. Καταληκτικά, θα έπρεπε να γεννά ιδιαίτερη ανησυχία ο εθισμός των Ελλήνων πολιτών σε ουσίες τέτοιου είδους και το γεγονός ότι αυτό είναι το αποτέλεσμα μιας «αβάσταχτης», για πολλούς, καθημερινότητας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Αθήνα, πόλη του Ζάναξ, Lifo.gr, διαθέσιμο εδώ
- Τι συμβαίνει με το Ζάναξ στην Ελλάδα, Provocateur.gr, διαθέσιμο εδώ