Του Γιάννη Περγαντή,
Η μετακίνηση πληθυσμών δεν είναι ένα ασυνήθιστο φαινόμενο στον αρχαίο κόσμο. Η λειψυδρία, οι κακές σοδειές, οι εμπόλεμες καταστάσεις και γενικότερα οι δύσκολες συνθήκες διαβίωσης, ωθούν μικρές και άλλοτε, μεγάλες πληθυσμιακές ομάδες στη φυγή, με σκοπό την εύρεση καλύτερου τόπου κατοίκησης. Αν και ο σκοπός τους είναι να αποφύγουν το «χάος» που επικρατεί στην πατρίδα τους, δεν είναι λίγες οι φορές στις οποίες αυτό το «χάος» το φέρνουν στους τόπους τους οποίους διαβαίνουν, δημιουργώντας νέες συνθήκες και καταστάσεις. Αυτό ακριβώς, συνέβη και στις αρχές του 4ου αιώνα, όταν η κεντρική και δυτική Ευρώπη γέμισε με υπεράριθμες μεταναστευτικές πληθυσμιακές ομάδες, οι οποίες, όχι μόνο άλλαξαν ριζικά τις ισορροπίες της Γηραιάς Ηπείρου, αλλά οδήγησαν και στην πτώση μια αυτοκρατορίας, από τη «στάχτη» της οποίας, αναδείχθηκαν άλλες.
Η περίοδος των Μεγάλων Μεταναστεύσεων, όπως είναι γνωστή στη βιβλιογραφία, αναφέρεται στη περίοδο μεταξύ του 4ου και του 7ου αιώνα μ.Χ., όταν πληθυσμιακές ομάδες από την ανατολή άρχισαν να έρχονται αθρόα στην Ευρώπη, με σκοπό τη μόνιμη εγκατάσταση. Τα αίτια αυτής της μετακίνησης, αν και όχι πλήρως τεκμηριωμένα, μπορούν να συνοψισθούν στα εξής: απότομη αλλαγή του κλίματος στις ασιατικές στέπες, επηρεάζοντας έτσι τη γεωργία, και η επέλαση των Ούνων προς την Ευρώπη, η οποία ώθησε όλες αυτές τις ομάδες προς τα δυτικά, με σκοπό να τους αποφύγουν. Ο τελικός προορισμών αυτών των ομάδων ήταν τα συνοριακά αλλά και τα ενδότερα εδάφη της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η οποία εκείνη τη περίοδο δεν ήταν σε θέση να τους απωθήσει.
Η καταγωγή των μεταναστευτικών ομάδων ήταν ποικιλόμορφη και όχι ενιαία. Υπήρχαν κάποιες ομάδες, οι οποίες μοιράζονταν γλωσσικά και πολιτισμικά στοιχεία (π.χ. Γότθοι), αλλά οι μετακινήσεις δεν είχαν φυλετικό ή συγκεντρωτικό πρόσημο. Η κάθε ομάδα ακολουθούσε τη πορεία την οποία έβλεπε ως την πιο ωφέλιμη για την ίδια, ανεξαρτήτως φυλής ή «εθνικότητας». Η δυτική Ευρώπη, ούσα σχετικά αραιοκατοικημένη τη περίοδο εκείνη, αποτελούσε ελκυστική περιοχή, ιδανική για μόνιμη εγκατάσταση, με αποτέλεσμα να συγκεντρώσει το μεγαλύτερο μέρος αυτών των μεταναστευτικών πληθυσμών.
Παρά τον μεγάλο αριθμό διαφορετικών πληθυσμιακών ομάδων, υπήρχαν τρείς κύριες εθνοτικές ομάδες: τα γερμανικά, τα σλαβικά και τα νομαδικά φύλα. Τα γερμανικά φύλα (Γότθοι, Βάνδαλοι, Λομβαρδοί), κατοίκησαν κυρίως στην κεντρική και δυτική Ευρώπη, περνώντας τα ρωμαϊκά σύνορα του ποταμού Ρήνου. Αν και μετακινήσεις σημειώθηκαν σε όλη την έκταση της ηπείρου (με επιδρομές μέχρι και στον ελλαδικό χώρο, κυρίως Στερεά Ελλάδα και Πελοπόννησο), η δύση ήταν αυτή που τους έμοιαζε πιο «ελκυστική». Από την άλλη, οι Σλάβοι ανέκαθεν, εγκαταστάθηκαν στην ανατολή, στα σημερινά όρια της σημερινής Βαλκανικής χερσονήσου, με σταδιακές επιδρομές και εξορμήσεις στις γειτονικές περιοχές. Τέλος οι Ούννοι, κυρίως γνωστοί για τις κατακτήσεις τους υπό τον Αττίλα, προέβησαν σε επιδρομές και κατακτητικούς πολέμους, χωρίς όμως να μπορούν να εδραιωθούν στην Ευρώπη, καθώς είτε επέστρεψαν στις στέπες της ανατολής, είτε αφομοιώθηκαν από άλλους πληθυσμούς, όπως από τους τουρκογενείς Βούλγαρους.
Αν και η πρόθεση τους ήταν μια απλή εγκατάσταση, η μετακίνηση τους δεν ήταν τελείως ειρηνική. Τον άμαχο πληθυσμό που ήθελε να ξεκινήσει μια νέα ζωή, ακολούθησαν στρατιωτικά και ληστρικά αγήματα, τα οποία έσπερναν το πανικό εντός και εκτός της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Δεν ήταν και λίγες οι φορές, στις οποίες, οι ομάδες αυτές ήρθαν σε ανοιχτή σύγκρουση με τους Ρωμαίους, πετυχαίνοντας μάλιστα και νίκες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, να κατακτούν έμμεσα κομμάτια της αυτοκρατορίας, ενώ οι λεηλασίες χωριών και πόλεων ήταν μια συνηθισμένη τους τακτική.
Από τη στιγμή που η αυτοκρατορία δεν μπορούσε να τους αντιμετωπίσει, τότε τους προσελάμβανε, με τον θεσμό των “foederati”. Με λίγα λόγια, οι ομάδες αυτές, θα μπορούσαν να εγκατασταθούν στα ρωμαϊκά εδάφη, με μόνη προϋπόθεση τα πολεμικά τους αγήματα να συμμετέχουν στις εκστρατείες του ρωμαϊκού στρατού. Οι “foederati” αποτελούσαν μια πολύτιμη βοήθεια για τους Ρωμαίους, καθώς οι εξωτερικές και εσωτερικές συγκρούσεις εκείνη τη περίοδο πολλαπλασιάζονταν. Οι πληθυσμοί αυτοί (κυρίως Γότθοι), όχι μόνο συμμετείχαν στο στράτευμα, αλλά μερικοί και από αυτούς αναδείχθηκαν στο πεδίο των μαχών, λαμβάνοντας ακόμη και αξιώματα μέσα στο στράτευμα.
Η μεγαλύτερη ίσως επίπτωση των μεταναστευτικών ροών ήταν η γεωπολιτική ανατροπή των δεδομένων στην Ευρώπη. Ορισμένα εξέχοντα πρόσωπα, όπως: ο Χιλδέριχος, ο Οδόακρος, ο Θεοδόριχος, πολέμαρχοι των Γότθων, κατάφεραν να συγκετρώσουν τόση πολλή στήριξη και στρατό υπό την εποπτεία τους, ώστε να μπορούν να αμφισβητήσουν τη ρωμαϊκή κυριαρχία και επικράτεια. Κατά τη διάρκεια του 4ου, 5ου και 6ου αιώνα, η δυτική και κεντρική Ευρώπη τέθηκε υπό τη κυριαρχία των Γότθων, με την ίδρυση νέων γοτθικών βασιλείων, τα οποία ακολουθούσαν το παράδειγμα της Ρώμης. Η δυτική Ευρώπη έπεσε στα χέρια τους, με μόνο τελευταίο προπύργιο του ρωμαϊκού κόσμου να αποτελεί η ανατολή, με την ανάδειξη της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, το γνωστό Βυζάντιο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- E. A. Κοσμίνσκι (2021), Ιστορία του Μεσαίωνα, Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή
- The Economic History of the Western Roman Empire: The Invasion of the Western Roman Empire by Barbarian Tribes, sjsu.edu, διαθέσιμο εδώ