Της Ευθυμίας Γκαμπέση,
Πόσες φορές έχετε πει στον πατέρα σας ότι τον αγαπάτε; Και, αντιστρόφως, πόσες φορές σας έχει πει ότι σας αγαπάει; Φαντάζομαι ότι, και στις δύο ερωτήσεις, η απάντηση είναι «πολλές». Όμως, τι γίνεται με αυτούς που δεν εκδηλώνουν πάντα αυτήν την αγάπη; Tην αγάπη που υπάρχει μεν, αλλά δεν είχε, έως τώρα, τον χρόνο και το έδαφος να ανθίσει. Ο Αύγουστος Κορτώ, λοιπόν, επιχειρεί μέσα από το βιβλίο του Η καρδιά του πατέρα μου, το οποίο κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη, να εκφράσει αφειδώς την απέραντη αγάπη και εκτίμηση που αισθάνεται για ένα από τα σημαντικότερα άτομα στη ζωή του, τον πατέρα του.
«Γιατί ο άνθρωπος που λέγεται πατέρας, κι ο πατέρας που λέγεται άνθρωπος δεν είναι πάντα το ίδιο πράγμα»
Αρχικά, η σχέση μεταξύ τους δεν ήταν πάντα ομαλή και ρόδινη, όπως ρόδινη δεν ήταν και η ίδια η ζωή του πατέρα του, Τάσου. Με αναρίθμητα τραύματα, που κουβαλάει ήδη από την παιδική του ηλικία και το οικογενειακό του περιβάλλον, ο μικρός Τάσος έρχεται αντιμέτωπος με μία οικογένεια —και κατ’ επέκταση μία κοινωνία— που η έκφραση συναισθημάτων για τους άνδρες είναι, το λιγότερο, «καταδικαστέα». Αυτό είχε ως αποτέλεσμα και σαν πατέρας να απαγορεύει στον εαυτό του να κάνει έκδηλα τα αισθήματα αγάπης και στοργής που τρέφει για το παιδί του. Έτσι, όπως γίνεται αντιληπτό και μέσα από το κείμενο, ο Πέτρος —ή αλλιώς Αύγουστος— ήταν για πολύ μεγάλο διάστημα της ζωής του προσκολλημένος στη μητέρα του, αφήνοντας στο περιθώριο τον άλλο του γονέα.
Ο πατέρας του, ωστόσο, παραμένει ένας προστατευτικός και υπεύθυνος γονιός, κάνοντας πράγματα που ενδεχομένως, πολλές φορές, να περνούσαν απαρατήρητα. Μόνο αφού ενηλικιώθηκε ο Πέτρος, χάραξε τη δική του πορεία και έγινε Αύγουστος, αντιλήφθηκε ποιον είχε στο πλευρό του. Μέσα από κοινά τους στοιχεία και ενδιαφέροντα, όπως η αγάπη για τη μουσική και τη λογοτεχνία, ο γιος εν τέλει «ξεκλειδώνει» κι άλλες πτυχές αυτού του μυστήριου πατέρα. Με αυτόν τον τρόπο, το βάρος μετατοπίζεται, και ήρωας πια γίνεται ο πατέρας του.
Φυσικά, και οι δυο τους είχαν τρελή αγάπη στη μοναδική γυναίκα του σπιτιού, την Κατερίνα, όσο κι αν η ίδια έκανε εξαιρετικά δύσκολη τη συμβίωση μαζί της λόγω της χρόνιας ασθένειάς της και των συμπτωμάτων. Παρόλα αυτά, ήταν ο συνδετικός του κρίκος, που έδωσε απεριόριστη αγάπη στο μονάκριβο παιδί της.
Με την ωμή συγγραφική δεινότητα που τον χαρακτηρίζει, ο Κορτώ περιγράφει τον πατέρα του όπως ακριβώς είναι⋅ ένας, αντικειμενικά, πολύ γοητευτικός άνδρας, δυνατός και αισιόδοξος, που στάθηκε δίπλα στην οικογένειά του και παρά τις δυσκολίες που χρειάστηκε να αντιμετωπίσει, παραμένει ένας άνθρωπος με χρυσή καρδιά.
«Είναι κοινός ο τόπος ότι οι γονείς θέλουν τα παιδιά τους να είναι ευτυχισμένα. Όμως σπάνια αναφέρεται πως ισχύει και το αντίστροφο. Η ιδέα της ευτυχίας σου, που πέρασε από σαράντα κύματα, μου τρέφει την καρδιά»
Τέλος, παρά την απόσταση που τους χωρίζει μεταξύ Αθήνας και Θεσσαλονίκης, η σχέση τους είναι πιο δυνατή από ποτέ και η αγάπη που νιώθουν ο ένας για τον άλλο ακλόνητη. Μέσα από αυτήν τη βιογραφία —θα λέγαμε— του πατέρα του, ο Κορτώ διαφωτίζει όλα τα σκοτεινά και κρυμμένα κομμάτια ενός ανθρώπου με τον οποίο έμενε για πολύ καιρό, αλλά ελάχιστα ήξερε γι’ αυτόν. Το συγκεκριμένο βιβλίο, λοιπόν, αποτελεί μία μορφή απολογίας και εκτίμησης και ταυτόχρονα ένας ύμνος για όλους τους πατεράδες που είναι οι φύλακες άγγελοί μας.