Της Χαράς Γρίβα,
«Αν πρέπει να πεθάνω, πρέπει να ζήσεις για να πεις την ιστορία μου, να πουλήσεις τα πράγματά μου, ν’ αγοράσεις ένα κομμάτι ύφασμα και μερικούς σπάγκους (καν’ το λευκό με μακριά ουρά) ώστε ένα παιδί, κάπου στη Γάζα, ενώ κοιτάζει κατάματα τον ουρανό προσμένοντας τον πατέρα του που έφυγε μες στη φωτιά —και δεν αποχαιρέτησε κανέναν ούτε καν τη σάρκα του ούτε καν τον εαυτό του— να δει τον χαρταετό, τον χαρταετό μου που εσύ έφτιαξες να πετάει ψηλά και να σκεφτεί για μια στιγμή ότι είναι εκεί ένας άγγελος που φέρνει πίσω την αγάπη. Αν πρέπει να πεθάνω, ας φέρει την ελπίδα, ας γίνει ιστορία».
Αυτό ήταν το τελευταίο ποίημα του Ρεφάτ Αλαρίρ, το οποίο έγραψε λίγες εβδομάδες πριν σκοτωθεί από τα ισραηλινά πυρά. Ο Ρεφάτ Αλαρίρ γεννήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1979 στη Γάζα και τελείωσε τις σπουδές του στην Αγγλική Φιλολογία. Ενόσω ήταν καθηγητής αγγλικής φιλολογίας, συγκριτικής λογοτεχνίας και δημιουργικής γραφής, υπήρξε και συνιδρυτής της πρωτοβουλίας “We are not numbers”, η οποία συνένωσε Παλαιστίνιους συγγραφείς με άλλους του εξωτερικού. Παρά τη δυναμική του και τη σοφία του, τον Δεκέμβριο του 2023 βομβαρδίστηκε το σπίτι της αδερφής του, στο οποίο βρισκόταν ο ίδιος, τα αδέρφια του και τα ανίψια του. Ήταν μόλις 44 ετών.
Το βιβλίο Η Γάζα απαντά: Ιστορίες από τη Γάζα που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, μεταφρασμένο ήδη από τον Ιούνιο του 2024, το οποίο και επιμελήθηκε ο Ρεφάτ Αλαρίρ, είναι μια ανθολογία 23 διηγημάτων που γράφτηκαν από 15 νέους Παλαιστίνιους συγγραφείς με καταγωγή από την πολύπαθη Γάζα. Η συλλογή προσφέρει βαθιά προσωπικές και οδυνηρές αφηγήσεις που αντικατοπτρίζουν τις εμπειρίες που βίωσαν αυτοί οι συγγραφείς μετά την ισραηλινή στρατιωτική επίθεση του 2008-2009 στην περιοχή της Γάζας, που συχνά αναφέρεται ως «Επιχείρηση Χυμένο Μολύβι», η οποία είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο πάνω από 1.400 Παλαιστίνιων. Κάθε ιστορία παρέχει μια μοναδική οπτική για τις επιπτώσεις της κατοχής, της σύγκρουσης και της απώλειας, ενώ, παράλληλα, αναδεικνύει θέματα ανθεκτικότητας, ταυτότητας και ελπίδας. Η ανθολογία χρησιμεύει τόσο ως λογοτεχνική έκφραση της αντίστασης, όσο και ως μαρτυρία του σθεναρού πνεύματος του λαού της Γάζας. Μέσα από αυτές τις ιστορίες, οι νέοι συγγραφείς διεκδικούν τις αφηγήσεις τους, ρίχνοντας φως στις ανθρώπινες διαστάσεις της ζωής υπό πολιορκία, πολύ πέρα από τα πρωτοσέλιδα και τον πολιτικό διάλογο. Στόχος των νεαρών συγγραφέων είναι, μέσα από τα λόγια τους, να αντισταθούν στις φρικαλεότητες που προκαλούσε ο ισραηλινός στρατός.
Οι ιστορίες στο συγκεκριμένο βιβλίο εμβαθύνουν σε ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, όλα συνδεδεμένα με την πραγματικότητα της ζωής υπό πολιορκία στη Γάζα. Παρά το γενικότερο πλαίσιο του πολέμου και της κατοχής, οι ιστορίες δεν αφορούν απλώς τη βία· είναι ανθρώπινες ιστορίες που εξερευνούν την πολυπλοκότητα της απώλειας, της αντίστασης, της αγάπης, της μνήμης και της επιβίωσης. Πρόκειται για προσωπικές και συναισθηματικές αφηγήσεις, διότι πολλές ιστορίες επικεντρώνονται σε προσωπικές στιγμές θλίψης και απώλειας, καθώς οι χαρακτήρες αντιμετωπίζουν τον θάνατο αγαπημένων προσώπων, την καταστροφή των σπιτιών τους και το ψυχολογικό τίμημα της ζωής υπό συνεχή απειλή. Αυτές οι ιστορίες δίνουν πρόσωπο στα ανώνυμα θύματα που συχνά αναφέρονται στα δελτία ειδήσεων. Δείχνει πράξεις αντίστασης των ηρώων που ζουν μέσα στον πόλεμο. Αρκετές ιστορίες αναδεικνύουν το θέμα της ανθεκτικότητας και της ανυπακοής. Οι χαρακτήρες βρίσκουν τρόπους να αντιστέκονται όχι μόνο σωματικά, αλλά και συναισθηματικά και πολιτισμικά. Η γραφή, η αφήγηση ιστοριών και η διατήρηση των αναμνήσεων γίνονται πράξεις αντίστασης απέναντι στη διαγραφή.
Αναδεικνύει, ακόμα, την καθημερινή ασφυκτικά ελεγχόμενη ζωή. Οι ιστορίες προσφέρουν μια ματιά στην καθημερινότητα των κατοίκων της Γάζας, από τις διαταραχές που προκαλούν οι βομβαρδισμοί μέχρι τους αγώνες για τη διατήρηση της κανονικότητας. Ορισμένες ιστορίες διερευνούν την καθημερινή ρουτίνα, η οποία ανατρέπεται από την ξαφνική βία, αναδεικνύοντας την αντίθεση μεταξύ της συνηθισμένης ζωής και των εξαιρετικών δυσκολιών. Εστιάζοντας σε μεμονωμένες ιστορίες, το βιβλίο εξανθρωπίζει την ευρύτερη σύγκρουση. Οι αναγνώστες συναντούν συνηθισμένους ανθρώπους —μητέρες, παιδιά, φοιτητές και εργαζόμενους— που προσπαθούν να επιβιώσουν σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες. Οι ιστορίες συχνά απεικονίζουν τις ψυχολογικές επιπτώσεις του πολέμου τόσο στα παιδιά όσο και στους ενήλικες, απεικονίζοντας τις προσπάθειές τους να βρουν νόημα μέσα στο χάος.
Παρά τη ζοφερότητα πολλών καταστάσεων, ορισμένες ιστορίες διαπνέονται από ελπίδα. Υπάρχουν στιγμές αγάπης, όνειρα ελευθερίας και αναλαμπές ενός μέλλοντος που ξεπερνούν την άμεση πραγματικότητα της κατοχής και του πολέμου. Τα πολιτισμικά στοιχεία της κουλτούρας τους διαφαίνονται σε όλο το έργο, τόσο στον καθημερινό τους λόγο (όπως με τη χρήση των ονομάτων «Άμπου» και «Ουμ» που σημαίνουν αντίστοιχα «πατέρας του» και «μητέρα του») όσο και στα ήθη και έθιμά τους (όπως με τη χρήση του όρου «κεφίγιε» που αναφέρεται στο γνωστό καρό ύφασμα που φοριέται ως μαντήλι).
Συνολικά, το βιβλίο Η Γάζα απαντά: Ιστορίες από τη Γάζα σκιαγραφεί μια γενιά συγγραφέων που χρησιμοποιούν τη λογοτεχνία ως μέσο επιβίωσης, αντίστασης και έκφρασης, αποτυπώνοντας τον βαθιά προσωπικό αντίκτυπο του πολέμου και διεκδικώντας, παράλληλα, το δικαίωμα να αφηγούνται τις δικές τους ιστορίες σε έναν κόσμο που συχνά παραβλέπει τις φωνές τους. Η συλλογή μιλάει για τα παγκόσμια θέματα της απώλειας και της επιμονής, ενώ, ταυτόχρονα, εδράζεται στην ιδιαίτερη και βίαιη πραγματικότητα της ζωής στη Γάζα.
«Τι υπάρχει πέρα από τον ουρανό;»
«Ο παράδεισος».
«Πώς μοιάζει;»
«Σαν τα παιδικά όνειρα»
(Απόσπασμα από την 23η ιστορία με τίτλο «Ουλές» της Άια Ράμπαχ)