Της Μαρίας Ραβάνη,
Πριν λίγες εβδομάδες τα ελληνικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης κατακλύστηκαν από εικόνες της πιο πρόσφατης εμφάνισης της Μαρινέλλας. Το στιγμιότυπο είναι γνωστό, τα βίντεο που κυκλοφόρησαν ήταν δεκάδες, τα αφιερώματα σε τηλεοπτικές εκπομπές επίσης πάρα πολλά, οπότε στο παρόν άρθρο δεν θα επαναληφθούν ήδη γνωστές πληροφορίες. Το συμβάν χρησιμοποιήθηκε ως πάτημα για αρκετούς να επανακοινοποιήσουν και φυσικά να σχολιάσουν τα όσα διαδραματίστηκαν στο Ηρώδειο, είτε λιγότερο είτε περισσότερο καλοπροαίρετα. Πολλά ακούστηκαν για την ηλικία και την υφιστάμενη καλλιτεχνική της ικανότητα και δεν μπορεί παρά να απορεί κανείς με την ορδή σχολίων που δημοσιεύτηκαν για το συγκεκριμένο θέμα.
Οι ενημερωτικές ιστοσελίδες βέβαια δεν άργησαν να κάνουν αυτό που κάνουν εδώ και χρόνια, δηλαδή να δημοσιεύσουν +10 άρθρα η καθεμία σχετικά με το θέμα και τα πρώτα κρίσιμα εικοσιτετράωρα, να ρωτήσουν όποιον «διάσημο» έβρισκαν μπροστά τους τη γνώμη του/της για το θέμα (λες και πρόκειται για δημοσκόπηση και όχι για την κατάσταση της υγείας ενός πραγματικού προσώπου με οικογένεια, αγαπημένους ανθρώπους και προσωπική ιστορία) και να εντοπίσουν τυχόν «αντιπαλότητες» ή κόντρες. Ορισμένα από αυτά τα δημοσιεύματα χλευάστηκαν, άλλα πέρασαν στο απυρόβλητο, όλα όμως εν τέλει εξυπηρετούσαν έναν κοινό σκοπό: την εκμετάλλευση των ηδονοβλεπτικών ορέξεων που κρύβει κάθε σύγχρονος θεατής.
Η προσπάθεια να δούμε και να σχολιάσουμε ένα συμβάν που περιλαμβάνει τον ανθρώπινο πόνο, την αδυναμία ή γενικά μια όψη της πιο ανθρώπινης πλευράς ανθρώπων που έχουμε συνηθίσει να είναι απαστράπτοντες και «τέλειοι», αποτελεί γενικό κομμάτι της σύγχρονης κουλτούρας του θεάματος. Η είσοδος της τηλεόρασης, κυριολεκτικά, στα σαλόνια μας φαίνεται πως ενέπνευσε ένα ιδιαίτερο αίσθημα «ιδιοκτησίας» στους θεατές, κάτι που πολλοί θεωρητικοί έχουν ερευνήσει και λίγοι έχουν κατορθώσει να καταλάβουν. Ό,τι είναι δημόσιο με λίγα λόγια —είτε είναι πρόσωπο είτε καριέρα ή κάποιο επίτευγμα— είναι και «προσβάσιμο». Με ό,τι προεκτάσεις μπορεί να έχει κάτι τέτοιο….
Και η περίπτωση προφανώς της Μαρινέλλας δεν αποτελεί το μοναδικό τέτοιο παράδειγμα, ούτε βέβαια μπορεί να χαρακτηριστεί το φαινόμενο αυτό ως ελληνική πρωτοτυπία. Ο πρόσφατος τραγικός θάνατος του τραγουδιστή του γνωστού boy-band “One Direction”, Liam Payne, υπενθύμισε για ακόμη μία φορά σε όλους ότι ο τηλεοπτικός φακός και τα μέσα δεν αρκούνται μόνο σε όσα εσύ επιθυμείς να τους δείξεις. Αλλά θα εισβάλουν σε κάθε στιγμή σου, προσωπική ή μη, και θα προσπαθήσουν να την επωμιστούν, να τη μετατρέψουν σε «δημόσια περιουσία», σε κάτι που όλοι θα μπορούν να έχουν πρόσβαση. Και δεν είναι προφανώς ο «κίτρινος τύπος» που προχωράει συνειδητά προς μία κατεύθυνση ηθικά αμφισβητήσιμη. Εξάλλου, μία φυλλάδα ή μία ιστοσελίδα στη σύγχρονη εποχή, αποζητά τα clicks. Και για να υπάρχει κάπου ένα θέμα τόσο τρανταχτό και να παρουσιάζεται με τόσο ηδονοβλεπτικό και παρεμβατικό εν τέλει τρόπο, πιθανότατα να υπάρχει και η αντίστοιχη ζήτηση. Το παράδειγμα γνωστού κουτσομπολίστικου περιοδικό, το οποίο μέσα στις πρώτες ώρες δημοσίευσης της είδησης για το θάνατο του νεαρού άνδρα, άρχισε να διακινεί ακατάλληλες φωτογραφίες από τον τόπο του δυστυχήματος, μάλλον μας θύμισε «καλές» 80s εποχές, όπου φωτογράφοι και παπαράτσι, κυριολεκτικά, καταδίωκαν κόσμο για μία φωτογραφία. Είτε με τη θέλησή τους είτε χωρίς…
Το επονομαζόμενο «φαινόμενο της κλειδαρότρυπας» δεν αποτελεί πρωτοπορία της εποχής των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Ούτε πρόκειται να εκλείψει εάν για κάποιο λόγο βρεθούμε ξαφνικά ψηφιακά «απομονωμένοι» και αποκομμένοι από τον απέραντο κόσμο του διαδικτύου. Υπήρχε και θα υπάρχει, όσο θα υπάρχει και ο λεγόμενος κόσμος των διασημοτήτων και η επίκτητη «ανάγκη» των θεατών να έρθουν όσο πιο κοντά γίνονται στον κόσμο που παρατηρούν πίσω από το γυαλί. Και σίγουρα, το μορφωτικό επίπεδο του κοινού και η καλλιέργεια της ενσυναίσθησης κατέχουν αδιαμφισβήτητο ρόλο στη συγκεκριμένη συζήτηση, ωστόσο ίσως είναι καιρός τα μέσα ενημέρωσης να λογοδοτήσουν για το τεράστιο μερίδιο που τους αναλογεί στην ψυχολογική κυρίως κακοποίηση που υπόκεινται νεαροί τηλεοπτικοί αστέρες και «ανερχόμενα» ταλέντα επί χρόνια. Εξάλλου, κανενός η παιδική ηλικία (ούτε η εφηβική ούτε φυσικά η ενήλικη) δεν δύναται να παζαρεύεται για τα τηλεοπτικά νούμερα, τα κλικς και τα follows. Ένα μάθημα που η Disney μάς το έχει διδάξει χρόνια τώρα….